Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Και τον καιρόν που την έχασα από τους οφθαλμούς μου, εβυθίσθηκα δι' αυτήν εις διαφόρους διαλογισμούς, και στοχαζόμενος επάνω εις την ωραιότητά της, άρχισα να γροικώ εκείνο, που έως τότε δεν είχα αγροικήσει· και μετ' ολίγον βλέπω και έρχεται μία σκλάβα και με σταματά. Εγώ εγνώρισα ευθύς πως ήτον η σκλάβα της κυράς που εσυνάντησα, η οποία μου ωμίλησε με γλυκύν τρόπον.

Αυτή ήτον τόσον αφωσιωμένη εις την εκδίκησιν, που δεν έβλεπε την ώραν να την βάλη εις πράξιν. Ενδύθη το λοιπόν μίαν ημέραν με φορέματα ταπεινά, και μπουλωμένη επήγεν εις την αυλήν του Κατή, και εσταμάτησεν εις μίαν αγκωνήν εκεί που έκρινεν ο Κατής διάφορες υπόθεσες.

Ο βασιλεύς διά μεγαλυτέραν αμοιβήν διά να με υποχρεώση να μείνω παντοτεινά εις την πολιτείαν του, με επαρακίνησε να υπανδρευθώ, μάλιστα προβάλλοντάς μου μίαν πλουσίαν ωραιοτάτην κόρην, θυγατέρα ενός άρχοντος του παλατίου του, τάζοντάς μου αυτός την χάριν του, την προστασίαν του, και την επίσκεψίν του παντοτινά· έκλινα εις το ζήτημα του βασιλέως, και υπανδρεύθην με αυτήν την κόρην, από την οποίαν ευχαριστούμουν πάρα πολύ διά την άκραν αγάπην, που ανάμεσά μας επολιτεύετο· όμως ο σκοπός μου ήτον διά να γυρίσω εις την πατρίδα μου, και με όλες τες ανάπαυσες που είχα, δεν ησύχαζα.

Και ό,τι μοχθηρόν και παράνομον θέλημα εζήτει ο Γεμιστός, τούτο εκτελούσε κατά θείαν παραχώρησιν ο μισόκαλος. Και κοντολογής δεν ήτον τρόπος και είδος κακίας και ανομίας οπού να μη το εδίδασκεν εις τους μαθητάς του ούτος ο δυσσεβής Γεμιστός, πολλαπλασιάζοντας μετά τόκου το χάρισμα οπού έλαβεν από τον διδάσκαλόν του τον μισόθεον Ελιέζερ, ή μάλλον από τους ακαθάρτους δαίμονας.

Εγώ από το άλλο μέρος δεν επροσπαθούσα άλλο, παρά πώς να ευχαριστώ την αγάπην της Γαντζάδας και να της δίνω κάθε περιδιάβασιν που επιθυμούσεν· αγαπούσα να εξοδεύω με γενναιότητα· και με όλον που τα διάφορά μου δεν ήτο τόσον μεγάλα, έτσι δεν ήτον και τόσον αρκετά διά να μας φθάσουν εις πολύν καιρόν κατά τον τρόπον που εζούσαμεν.

Μεταξύ των συγκροτούντων το σώμα τούτο ήσαν ο Αγιάνης της Σόφιας, ο Ντελήμπασης, ο Γιουρούκ μπαϊρακτάρης και ο Τατάραγας του Κιουταχή, πηγαίνοντες να κάμωσι νέαν στρατολογίαν. Όλης της αποσκευής, η οποία ήτον πλουσιωτάτη, έγειναν κύριοι οι Έλληνες, από τους ίππους όμως ολίγους έλαβον ζώντας, διότι εφονεύθησαν εις την μάχην.

Αλλά μόλις επροχώρησαν ούτοι ολίγα βήματα, και τους προσκαλεί να επιστρέψωσιν οπίσω και να υπάγωσιν έκαστος εις τον τόπον, όπου ήτον διωρισμένος προτήτερα.

Έβαλα μια φωνή. Εκεί μέσα στην εκκλησιά, γνώρισα δικούς μου ανθρώπους. Ήτον ο Λευθέρης, ο άνδρας μου, ο Στάθης, ο γαμβρός του κ' η Στάθαινα, η ανδραδέλφη μου, που είχε πάρει ευχή, καθώς φαίνεται, πριν σαραντίση και εβάφτιζαν το μικρό τους, την πρώτη κόρη που του είχε κάμει η γυναίκα του η νιόνυφη. Ένας άλλος άνθρωπος ήτον μαζί τους.

Ήτον ακόμη στην ίδια θέση, σα να μην είχε τη δύναμη να ξεκινήση. Σε λίγο άρχισε κιανέβαινε σιγά σιγά· κέβηχε ένα μικρό ξερό βήχα. Έπειτα την έκρυψαν τα δέντρα και δεν την έβλεπα πεια· άκουα όμως το βήχα της, ως όπου κιατός έπαψε νακούεται. Τις τελευταίες στιγμές που στεκότανε στη σκιά του δέντρου μούδωκε μια βαθύτατη συγκίνηση, ένα αίσθημα σα θρησκευτικό.

Ο πατέρας μου έστειλε και έφερε τους πλέον εμπείρους ιατρούς διά να με ιατρεύσουν, μα κανείς δεν εδυνήθη να γνωρίση το πάθος μου. Η βάγια μου που ήτον μία πολύ επιτήδεια γυναίκα, εγνώρισε το πάθος μου πως ήτον από αγάπην, και με εύμορφον τρόπον με έκαμε και της είπα την πάσαν αλήθειαν.

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν