United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την αυτήν εκείνην εσπέραν, αφού ενύκτωσε, ηνοίχθη του σταύλου η θύρα και πάλιν, αλλ' υπό φίλης ήδη χειρός, και ήλθεν εν μέσω ημών ο χωρικός, τον οποίον ο θείος μου είχεν αποστείλει προς εύρεσιν πλοίου. Πώς εξετέλεσε την παραγγελίαν, πώς ανεκάλυψε το κρησφύγετόν μας δεν γνωρίζω.

Λοιπόν εκείνην την πρωίαν Σαββάτου, περί τας αρχάς Μαΐου, καθώς ηνοίχθη η πόρτα, και εισήλθεν η Ευανθία, η νεαρά διδασκάλισσα, δεν επέρασαν δύο λεπτά, και η μικρή ακόλουθός της, το Ουρανιώ, αφήκε βαθείαν κραυγήν εκπλήξεως·Κυρία! Κυρία! — Τι είνε; — Ιδέτ' εδώ!... έλα να ιδής. Η νεάνις έκαμε τρία βήματα προς το μέρος όπου την εκάλει η παιδίσκη.

Και βεβαίως, αφού το αξιόλογον τούτο προτέρημα την έκαμνε ν' αναβή τρία ή τέσσαρα πατώματα εν καιρώ νυκτός, καθ' ον χρόνον αι άλλαι έψαλλον το &Χαίρε Μαρία&, δεν ηδύνατο άρα να την βιάση να μείνη δύο ή τρεις ώρας ενεδρεύουσα εις τον υψηλόν τούτον όροφον; Τι το κωλύον αυτήν; Δεν περιέμενεν όμως πολύ. Εξαίφνης η θύρα του κελλίου ηνοίχθη.

Εκείθεν ήκουσα αυτόν μετ' ολίγον απερχόμενον με γοργόν το βήμα, και κλείοντα βιαίως όπισθεν αυτού την θύραν του δωματίου. Πολλάς, υποθέτω, ημέρας έμεινα εκεί φυλακισμένη. Ότε ηνοίχθη ο σύρτης, και η χειρ του κυρίου ημών μας εξέβαλε πάλιν εις φως, ταραχώδης και δυσάρεστος σκηνή συνέβαινεν εντός του δωματίου.

Η Γιαννού επιμόνως το εχάδευεν υπό το κατωσάγονον, και πότε η χειρ της εγλίστρα προς τον τράχηλον, και ίσως είχε κλίσιν να θλίψη κάπως δυνατώτερα τον λαιμόν του κορασίου. Αλλά την ιδίαν στιγμήν ηκούσθη δρομαίον βήμα έξωθεν, η θύρα ηνοίχθη, και εισήλθεν ο Καμπαναχμάκης. — 'Δώ είσαι, κυρά Γιαννού! είπεν εν άκρα ταραχή. Σύκου! Να φύγης! να κρυφτής!

Μόλις έκλεισε τους οφθαλμούς εις τον ύπνον, και η θύρα ηνοίχθη. Ήτο ο Θευδάς, όστις είχε κλείδα ως και ο κύριός του, δυναμένην έξωθεν νανοίγη την θύραν, αν και ήτο μεμοχλευμένη έσωθεν. Όπισθεν τούτου ίστατο και άλλος τις, όστις είχε την χείρα επί της καρδίας προσπαθών να συνέχη τους βιαίους αυτής παλμούς.

Δεν θα ήξευρε να είπη επί πόσην ώραν ήτο βυθισμένος εις τας σκέψεις του τας μελαγχολικάς, όταν την στιγμήν εκείνην ηνοίχθη, μετ' ελαφρού κρότου, η θύρα του δωματίου. Ο Κλέων έστρεψε την κεφαλήν. Με βήμα δειλόν, ωσάν σκιά, εισήλθε μία γυνή . . . Εστάθη, στηριχθείσα επί του ημίσεως θυροφύλλου, του κλειστού, με την κεφαλήν κάτω νέουσαν . . . Την εξέλαβεν ως επαίτιδα και επροχώρησε προς αυτήν.

Φαίνεται δε ότι παρά πάσας τας διαβεβαιώσεις του Γύφτου, η θύρα είχε και άλλο μέσον δι' ου ηνοίγετο και έξωθεν, διότι ηνοίχθη τω όντι αύτη και εισήλθεν άνθρωπός τις.

Αλλ' ο διαδηλωθείς τρόμος του και η επιμονή του, με την οποίαν επέμενεν εις την βεβαίωσίν του, παρήγαγον επί τέλους το φυσικόν αποτέλεσμα εις το πλήθος. Αμέσως επρομηθεύθησαν σκαπάνας, και ο τάφος, βάθους πολύ μικρού, ηνοίχθη εις ολίγα λεπτά, τότε δε αμέσως ανεφάνη και η κεφαλή του ενταφιασμένου.

Μετά μίαν στιγμήν, ως να είχε ζαλισθή από το κρασί, επανέπεσε βαρύς επί του ανακλίντρου. Βήματα γοργά ηκολούθησαν εις την κλίμακα, συνοδευθέντα από ένα κτύπημα εις την θύραν. Αμέσως δ' ηνοίχθη αύτη και υπηρέτης του μεγάρου Μεντόνι ωρμήσας εψέλλισε με φωνήν πνιγομένην από την συγκίνησιν τας ασυναρτήτους ταύτας λέξεις: — Η κυρία μου! η κυρία μου! Δηλητηριασμένη, φαρμακωμένη!