Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Κατά βάθος η Θωμαή, διδαγμένη από καλούς πνευματικούς, ανεγνώριζε την πλάνην της, αλλ' όμως της εφαίνετο ότι η χρυσή εκείνη άλυσις απέπνεεν ευωδίαν μυστικήν, αγίων λειψάνων άρωμα, και ουδόλως απίθανον, εσκέπτετο, να προήρχετο από των κειμηλίων βυζαντινού ιερού μοναστηρίου, καθώς έλεγεν ο Εβραίος.
— Δε μπορώ, απήντησεν η Πηγή και ακούσασα βήματα απεμακρύνθη. — Καλά, θα το μετανοιώσης, είπεν ο Μανώλης τρεπόμενος προς αντίθετον διεύθυνσιν. Αλλά το έλεγε χωρίς πεποίθησιν, διότι ενόει ότι μάλλον αυτός θα μετενόει. Η ιδέα ν' απαρνηθή την Πηγήν του εφαίνετο τώρα αδύνατος. Αλλά και αν του επήρχετο τοιαύτη ιδέα, έν βλέμμα της Πηγής ήτο αρκετόν διά να τον επαναφέρη εις την αγάπην της.
Το πλοιάριον εγέμιζε νερά, και ο στρατιώτης ήτο έως τον λαιμόν εις το νερόν, το χαρτί εμαλάκωνεν ολότελα, το πλοιάριον εβυθίζετο, και επί τέλους δεν εφαίνετο πλέον ούτε χαρτί ούτε στρατιώτης.
Κύριε ελέησον!& Ο Ευαγγελινός εψέλλιζε μετά των άλλων: &Κύιε έησον! Κύιε έησον!& Ο Ευαγγελινός και η Μόρφω εξήλθον εις το προαύλιον. Τι ωραίον! τι ήμερον! τι λευκόμαλλον που ήτο το αρνί! Εν τούτοις δεν εφαίνετο πολύ δυσαρεστημένον, διότι έμελλε να σφαγή. Και άλλος Αμνός άμωμος, Αμνός αίρων την αμαρτίαν του κόσμου, και άλλος ατίμητος Αμνός εσφάγη..
Εσκέφθη ότι το Μαρούλι υπετάγη εις την υπερτέραν βίαν βλέπουσα το αδύνατον της αντιστάσεως. Εισελθών εις το μαγαζί, απέθηκε το φορτίον του εις τον ξύλινον καναπέν και ήναψε τον λύχνον. Αλλ' όταν εστράφη με το φως έμεινε κατάπληκτος και μέγα μέρος των ατμών της μέθης του διελύθη διά μιας. Αντί της κόρης, είδεν ενώπιόν του την μητέρα. Η χήρα ήτο ενδυμένη και εφαίνετο ότι δεν είχε κοιμηθή.
Ήσαν οι φόροι ούτοι ο κλοιός της δουλείας των, ήσαν το καθημερινόν σημείον ότι ο Θεός εφαίνετο ότι εγκατέλιπε τον λαόν Αυτού, και ότι αι ελπίδες περί Μεσσίου εξηνεμούντο από ημέρας εις ημέραν. Η πληρωμή των φόρων τούτων εφαίνετο σχεδόν ως αποστασία κατά του Θεού εις το λεπτολογούν πνεύμα του γνησίου Ιουδαίου.
Όταν ο ήλιος εκρύβη εις την κορυφήν του βραχώδους βουνού, κ' εσκίασεν η κοιλάς, και ήτο δειλινόν πλέον, εστενοχωρήθη και προέκυψε την κεφαλήν έξω της κρύπτης. Εκύτταξεν άνω και κάτω, εις την κοιλάδα την κατάφυτον από ελαιώνας, αλλά ψυχή δεν εφαίνετο.
Μετ' ολίγον η ένωσις δύο ψυχών συνετελέσθη και το ψυχρόν, το άχαρι, το σιωπηλόν οίκημα του Κλέωνος μετέβαλεν εντελώς όψιν. Το κενόν επληρώθη . . . Η επιστήμη αφ' ενός, αφ' έτερου ο έρως ον εφαίνετο συμμεριζομένη η νεαρά σύζυγος, δύο αγαθά αναφαίρετα . . . Την ευδαιμονίαν του Κλέωνος διεδέχθη μετ' ου πολύ μεγάλη χαρά και ταύτην άλλη, μικροτέρα μεν, χαρά όμως πάντοτε, αληθηνή άλυσσος ευτυχιών.
Είναι μάλιστα λίαν χρηστοί άνθρωποι, τους οποίους αγαπώ και εκτιμώ, ώστε και αν με αναγνωρίσουν δεν θα με φονεύσουν. — Μη δοκιμάζης να τους δελεάσης διά κολακειών προώρων, απήντησεν ο Βινίκιος. Η οδός τω εφαίνετο μακρά. Τέλος κάτι ήρχισε να λάμπη μακρόθεν, ως πυραί καταυλισμού ή δάδες. Ο Βινίκιος έσκυψε προς τον Χίλωνα και τον ηρώτησεν, εάν εκεί ήτο το Οστριανόν.
Η δε οχύρωσις εκείνη, η οποία, και εφαίνετο από τας Αθήνας, έγεινεν εις την πεδιάδα και εις τα μάλλον εύφορα μέρη προς τον σκοπόν του να βλάπτουν τους εχθρούς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν