United States or Vietnam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι' άνκε χωνεύση τον θυμόν την ίδιαν ημέραν, Κρατεί πλην πάθοςτην καρδιά, κατόπι να το κάμη. Κ' εσύ στοχάσου το λοιπόν, ανίσωςκε με σώσης.

Τι παραιτάς τη μάχη; Τι να σου κάνω πούσαι εσύ πιο δυνατό κοντάρι! αλλιώς, εφτύς θα σούδειχνα πώς παραιτούν πολέμους. Μον έλα λάλα τ' άλογα κατά τον Πάτροκλο ίσια, μήπως τον σφάξεις αν τυχόν σου δώκει νίκη ο Φοίβος725 Έτσι είπε κι' έφυγε ο Θεός. Και τότε εκεί προστάζει ο ξακουσμένος Έχτορας τον άφοβο Κεβριόνη ξανά με τα γοργά άλογα στον κάμπο να γυρίσει.

Εσύ ημπορείς να μου κάμης ότι σου αρέσει του απεκρίθη ο Αμπτούλ, μα τον θησαυρόν μου δεν θέλεις δυνηθή να τον ιδής ποτέ. Εν τω άμα που ετελείωσεν αυτά τα λόγια ο άνομος και κακότροπος βεζύρης, επρόσταξε τους σκλάβους του και τον έδειραν με βούνευρα τόσον, που τον έκαμαν τον δυστυχή και έπεσε λιπόθυμημένος.

ΚΡΕΟΥΣΑ Άκου κ' εμένα τώρα εσύ: το Φοίβο μακαρίζω που τον κατηγορούσα πριν πως είχε λησμονήση να δώση το παιδίεμέ• της θύρες της ωραίες και τα χρηστήρια του θεού, που 'πρώτα τα μισούσα, γλυκά με τα δυο χέρια μου της αγκαλιάζω τώρα και της δοξάζω. ΑΘΗΝΑ Επαινώ της γνώμης σου την αλλαγή που μακαρίζεις το θεό• ναι, οι θεοί αργούνε αλλά στο τέλος πάντοτε τη δύναμί τους δείχνουν.

ΗΡΑΚΛΗΣ Ξέρω ότι εδέχθηκε για σένα να πεθάνη. ΑΔΜΗΤΟΣ Λοιπόν πως ημπορώ να ειπώ πως ζη, αφού το εδέχθη; ΗΡΑΚΛΗΣ Α, μην την κλαις η ώρα της πριν έλθη. ΑΔΜΗΤΟΣ Τι σημαίνει; Τάχα δεν λέγεται νεκρός αυτός που θα πεθάνη; ΗΡΑΚΛΗΣ Ναι, αλλά είναι χωριστό το ένα από τάλλο. ΑΔΜΗΤΟΣ Έτσι νομίζεις, Ηρακλή, εσύ. Εγώ όμως όχι. ΗΡΑΚΛΗΣ Τότε τι κλαις; Μη φίλος σου επέθανε κανένας;

Βόηθα τα γιο μου... αφτός ζωή στον κόσμο σαν τους άλλους 505 δεν έχει, μα κι' ο βασιλιάς, τ' Ατρέα ο γιος, να τώρα μεγάλο τούκανε άδικο· γιατί με βιά του πήρε κι' έχει τη νια του που πρεσβιό τούχε ο στρατός χαρίσει. Μα εσύ καν Δία, βόηθα τον, βαθύβουλε Ελυμπήσε, κι' ως τότες δίνε δύναμη στους Τρώες, δίνε νίκες, ως που στο γιο μου οι Δαναοί να παν και να προσπέσουν510

Αλλά οι καρδιές τους δεν ήταν τόσο σκληρές όσο φαινόντουσαν, και τα δάκρυα και οι προσευχές μου τους λύγισαν. Εγκατέλειψε αμέσως το βασίλειο, είπε ο δήμιος τελικά, «και πρόσεξε ποτέ να μην ξανάρθεις, γιατί δεν θα χάσεις μόνο εσύ το κεφάλι σου, αλλά και εμείς». Τον ευχαρίστησα με ευγνωμοσύνη και προσπάθησα να αυτοπαρηγορηθώ για το χάσιμο του ματιού μου, σκεφτόμενος από τι γλύτωσα.

Ας βουήξη η χαρά μας κι ας την ακούσουν οι κάμποι και τα βουνά. Έξω το μαντίλι, αδέρφια, και στο χορό. Κωστ. Βιολ. » Οπόθε κατεβαίνει, Κράλ. » Νεραντζοφιλημένη. Βιολ. » Από γκρεμνό γκρεμίζεται, Σαράντ. » Το νεραντζοφίλημα. Βιολ. » Στο περιβόλι μπαίνει, Θαν. » Νεραντζοφιλημένη. Κωστ. Με μέθησε, μάννα μου, η χαρά σου, κι άλλος άνθρωπος έγινα. Σήκω, γλυκειά μου μάννα, σήκω κ' έμπα κ' εσύ στο χορό.

ΡΩΜΑΙΟΣ Δεν' ξεύρω με τι όνομα να σου ειπώ ποιος είμαι· το όνομα μου το μισώ, ω δέσποινα γλυκειά μου, διότι το εχθρεύεσαι. Γραμμένον αν το είχα, θα το εξέσχιζα εδώ. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τ' αυτιά μου μόλις ήπιαν ως τώρα λέξεις εκατόν από αυτό το στόμα, αλλά γνωρίζω την φωνήν. — Δεν είσαι ο Ρωμαίος; Δεν είσαι του Μοντέκη υιός; ΡΩΜΑΙΟΣ Κανέν από τα δύο, αφού εσύ δεν τ' αγαπάς, ω κόρη γλυκυτάτη.

Να μην το κατεβάσετε! εφώνησεν εμφαντικώτερον ο βοσκός. — Και γιατί; εσύ θα μας προστάξης; Να μην ωνειρεύτηκες τίποτε;