Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Αυτές εσυντρόφευαν μίαν κυράν νεαράς ηλικίας, ακόμη πλέον ωραίαν και πλουσιώτερον φορεμένην από τες άλλες και εφαίνονταν ότι αυτή θα ήτον η κυρά τους. Ο δε Κουλούφ επίστευσε πως βλέπει την σελήνην τριγυρισμένην από τους αστέρας και εις την θεωρίαν της θαυμασίας εκείνης ωραιότητος έπεσε λιγοθυμημένος.

Διότι η μισανθρωπία εισχωρεί μέσα εις τον άνθρωπον εκ του ότι επίστευσε παρά πολύ εις άλλον χωρίς υποψίαν και ενόμισε βεβαίως ότι ο άνθρωπος αυτός ήτο εντελώς φιλαλήθης και ειλικρινής και αξιόπιστος. Έπειτα ολίγον υστερώτερα εύρεν ότι ήτο τουναντίον πονηρός και ανάξιος εμπιστοσύνης.

Η φρουρά της Οινόης τον επίστευσε διότι ήτο στρατηγός, και επειδή δεν εγνώριζε τίποτε, διότι έμενεν εκεί πολιορκημένη, εξήλθε με σπονδάς. Και τοιουτοτρόπως οι Βοιωτοί παρέλαβαν την παραδοθείσαν Οινόην, ενώ συγχρόνως έπαυαν εις τας Αθήνας η ολιγαρχία και η στάσις.

Είτα εφορτώθη αυτή τον ασβέστην, ο ανήρ της επήρε την άμμον και το καλαθάκι, υπερέβησαν την σιδηράν πύλην, και εισήλθον εις το παλαιόν έρημον χωρίον. Μετά δέκα λεπτά έφθασαν προ του ναού. Εξεφορτώθησαν, εκάθισαν να ξαποστάσουν. Της εφάνη της Μαλαμμώς ότι ήκουε κάτι ως χαλαράν και άρρυθμον ψαλμωδίαν έσωθεν του ναού. Δεν επίστευσε τ' αυτιά της. Επλησίασεν εις την θύραν, την ώθησεν.

Ακούτε πράγματα εσείς; έλεγεν η γρηά-Μαθήνα έκθαμβος. Ύστερον από τόσα χρόνια κυκλοφορήσασα αυτή η διάδοσις έγεινεν ευκολώτερον πιστευτή. Την επίστευσε και η Ξενιώ, η οποία εγνώριζε του πενθερού της τας διαθέσεις οπού δεν την εκαλοήθελε διά νύμφην του, εγνώριζε και την ακαταστασίαν της γρηα-Μαθήνας περί τα τοιαύτα.

Αλλά δεν την επίστευσε και σφίγγων σφοδρότερον τον βραχίονά της, θα την έσυρε προς την καρδίαν του, αν εις την ατραπόν την μυρτοφύτευτον δεν ενεφανίζετο ο γέρων Άουλος, όστις πλησιάσας τοις είπεν: — Ο ήλιος χαμηλώνει, φυλαχθήτε από την δρόσον την εσπερινήν και μη το παρακάμνετε. — Έρριψα επί των ώμων μου την τήβεννόν μου, απήντησεν ο Βινίκιος, και δεν κρυόνω.

Καθ όσον δε και οι άλλοι απεσταλμένοι οι φέροντες τους χρησμούς ενεφανίζοντο ενώπιόν του, ο Κροίσος ήνοιγε και ανεγίνωσκεν όσα είχον γράψει. Και εκ μεν των άλλων αποκρίσεων ουδεμία είλκυσε την προσοχήν του· άμα όμως ήκουσε την των Δελφών, προσηυχήθη και επίστευσε, κρίνων ότι το μόνον μαντείον ήτο το των Δελφών, αφού εμάντευσε τι αυτός έκαμε.

Η γραία όμως μητέρα της νευρική και οξύθυμος, ως είνε αι γερόντισσαι, την επίστευσε την κακόβουλον φήμην, και χωρίς να γνωρίζη η κόρη της, ένα βράδυ, νηστική, ζαλισμένη, απεφάσισε να υπάγη εις τον γέροντα τον καπετάν-Μαμμή και να τον ικετεύση να χαλάσουν τα μάγια αλλ' από τον πόνον της ωμίλησε με αυθάδειαν κάπως. — Δεν 'νομάζεις Θεό, καπετάν-Μαμμή; Είπε κλαίουσα η γραία.

Λέξη Της Ημέρας

προστρέχανε

Άλλοι Ψάχνουν