Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025
Αλλ' ο κυρ-Δημάκης, σκοπεύων δι' αναφοράς του προς το επαρχείον να κάμη νέαν προσφοράν, και θέλων να βεβαιωθή καλλίτερον περί της συγκομιδής, εξήλθε την επαύριον εις περιοδείαν. Και όταν την νύκτα επέστρεφε με την πανσέληνον και προσέπαιζον προς αυτόν αι εργάτιδες, ως είδομεν, ούτος ουδέ προσέσχεν εις τα αστεία των, αλλά, τραγουδών, έγεινεν άφαντος υπό τα ελαιόδενδρα.
Αρξάμενος από της ακτοπλοΐας και επεκτείνων κατ' αρχάς τας ναυτικάς γνώσεις του μέχρι Πτελεού και Στυλίδος, ετόλμησε πρώτος αυτός να επιδείξη βρίκιον της πατρίδος του, την «Ευαγγελίστριαν», εκατόν πέντε τόννων, εις τους λιμένας της Μαύρης θαλάσσης και του Ποταμού, και το αρχαϊκόν φέσι του εις την Μασσαλίαν, όπου — ειρήσθω εν παρόδω — τον υπεχρέωσαν οι λιμενικοί φύλακες, όταν εξήλθε να «πρατηγάρη», να επανέλθη εις το πλοίον του με την λέμβον, τρία μίλια μακράν, ίνα καλλωπισθή ενδυόμενος ευπρεπέστερον.
Η γραία εξήλθε τρέχουσα. Η Φραγκογιαννού έμεινε μόνη, με την λεχώ και το βρέφος. Η νεαρά γυνή είχε λαγοκοιμηθή πάλιν, και δεν είχεν αντιληφθή καλώς την απουσίαν της μητρός της. Μετ' ολίγας στιγμάς εξύπνησε και είπε· — Πού πάει η μάνα, θα πω;
Εξήλθε δε αμέσως και από την σκηνήν του διά να ίδη. Έγεινε δε τούτο καθ' ην στιγμήν ωπισθοδρόμησαν οι Έλληνες. Ιδών εις την κατάστασιν ταύτην τα πράγματα, εθύμωσεν εναντίον εκείνων, οι οποίοι άνευ διαταγής και ασκέπτως εκίνησαν μάχην κατά των εχθρών.
Και όταν εξήλθε, κατακόκκινη και ακτινοβολούσα από υπερηφάνειαν, ανεζήτησε μεταξύ του πλήθους διά του βλέμματος την προπορευομένην θυγατέρα της κεφώναξεν εις τρόπον ώστε να την ακούσουν όλοι: — Μαργή, αι Μαργή! ανήμενέ με, παιδί μου.
Ο Τρέκλας επλησίασε δειλώς προς τον Πλήθωνα με το εγκάρσιον κίνημα εκείνο του σώματος, το ομοιάζον τόσον καλώς προς τον κλυδωνισμόν της νηός εν σάλω, και τω είπε μίαν λέξιν μυστικά. Οι χαρακτήρες του Πλήθωνος ηλλοιώθησαν. — Τι λέγεις; είπε. — Είνε αλήθεια, αυθέντα. — Και πώς έγεινε αυτό; — Δεν ειξεύρω. — Ποίος ήλθεν εκεί; — Κανείς. — Πώς έφυγε; — Έφυγε. — Μόνη της; — Δεν ξεύρω. — Πόθεν εξήλθε;
Καλώς φαίνεται η έκπληξις του ηγαπημένου μαθητού εν τη διηγήσει ότε ενδιατρίβει εις πάσαν λεπτομέρειαν της σκηνής ταύτης. «Ειδώς ότι ο πατήρ παρέδωκε πάντα εν χερσί αυτού και ότι από του Θεού εξήλθε και προς τον Θεόν υπάγει, ηγέρθη από του δείπνου και απέθηκε τα ιμάτια, και λαβών λέντιον διεζώσατο.» Είτα εγχύσας ύδωρ εις την μεγάλην λεκάνην ήρχισεν να πλύνη τους πόδας των μαθητών και να σπογγίζει τούτους με το λέντιον με το οποίον ήτο ζωσμένος.
— Να χαθή, ο αφωρισμένος, που θέλει λεφτά! είπον μετά θυμού. Η ανάγκη τον έκαμε μίαν ημέραν και απεφάσισε να εξέλθη εις την αγοράν και ζητήση εργασίαν. Ήτο μεγάλη έλλειψις εργατών και τα κτήματα είχον ανάγκην να σκαφούν διότι ήρχιζαν ν' ανοίγουν. — Θα με ιδούν πώς έγεινα και θα με λυπηθούν διελογίσθη ο Δημήτρης. Και εξήλθε με την αξίναν του εις την αγοράν.
Ώθησε δε τον Βούγκον προς την θύραν και εβίασε αυτόν να εξέλθη, μηδέν εννοούντα. Αφού εξήλθε και ούτος, έσπευσεν ο Πρωτόγυφτος ν' αποσπάση μίαν πλίνθον εκ της καμίνου, ης το μυστικόν ήτο εις αυτόν μόνον γνωστόν, και έκρυψεν εκεί τα αστράπτοντα φλωρία. Είτα έλαβε την φιάλην του οίνου μετά του ποτηρίου και εξήλθε.
Ευχαριστώ, κυρία! κατώρθωσε μόλις να αρθρώση εκ συγκινήσεως και ηδονής η μικρά Μαρία, και εξήλθε δι' ασταθούς αλλά γοργού βήματος της αιθούσης. Ιδού εγώ και πάλιν μεταλλάξασα κάτοχον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν