Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025
Ω, ας μπορούσαμεν εμείς, κάτω από τον μαύρον Άδη κι' από τα νερά του Κωκυτού να πάρωμε εσένα και πίσω να σε φέρωμε! Γιατί εσύ μονάχα είχες την γενναιότητα απ' όλες της γυναίκες με την δική σου τη ζωή τον άντρα σου να σώσης. Είθε να πέση ελαφρό επάνω σου το χώμα. Και άν ποτε ο άντρας σου άλλην γυναίκα πάρη ούτε κανένας από 'μας ούτε και τα παιδιά σου θα έχουν μάτια να τον 'δουν.
Πραγματικώς δε οι ξαδέρφοι ήσαν κυνηγοί· και σαν άκουσαν πως μάρεσε το κυνήγι, μούπαν πως είχαν καλούς σκύλους κένα τουφέκι ελαφρό κατάλληλο για μένα να πηγαίνω μαζή των. Μια μέρα ξεκουραστήκαμε κέπειτα πήγαμε στην Καλυβιανή. Δυστυχώς δεν ήτο, φαίνεται, εποχή κατάλληλη για θαύματα. Οι προσκυνητές κοι άρρωστοι ήσαν λίγοι. Κήκουσα πολλές ιστορίες θαυμάτων, αλλά θαύμα δεν είδα.
Και έτυχες 'στον δρόμον μου, εσύ, ξανθή μου Βέρα, συ έγινες το ίνδαλμα των τόσων μου ονείρων, και άμα 'στο παράθυρο σε είδα μια ημέρα, Τότε κι' εγώ εζήλευσα την λάμψιν των ταλλήρων. Και συ καθώς μ' αντίκρυζες από το παραθύρι, με ελαφρό χαμόγελο εχώριζες το στόμα, και το παιδί της Κύπριδος κατέβαινε να σπείρη την ραδινήν του άνοιξιν 'στο κάτασπρό σου χρώμα.
Και ο Έφις ένιωθε να τον πλησιάζει ο θάνατος, σιγά σιγά, σαν ν’ ανέβαινε σιωπηλός το μονοπάτι συνοδευόμενος από μια ακολουθία περιπλανώμενων πνευμάτων, από τον ήχο του κόπανου κάτω στο ποτάμι των πάνας, από το ελαφρό φτερούγισμα των αθώων ψυχών που είχαν μεταβληθεί σε φύλλα, σε λουλούδια… Μια νύχτα βρισκόταν σε νάρκη μέσα στην καλύβα όταν ξύπνησε απότομα σαν να τον τράνταξε κάποιος.
Μάναψε και περισσότερο τη μανία του κυνηγιού ο Βασίλης με τις υπερβολές πούλεγε για μένα. Η μητέρα μου φαινότανε χαρούμενη, δεν έκαμε όμως την υπόσχεση που μούχε δώσει για το δίκαννο. Ήθελε, ως έλεγε, να μαγοράση ένα τσιφτέ ελαφρό, για τα χέρια μου· κεπειδή τέτοιος δε βρισκότανε στο χωριό, θα παράγγελνε να μου το φέρουν από την πόλη. Ως τόσο θάτον στη διάθεσή μου το τουφέκι του Βασίλη.
Το σκαφίδι ελαφρό με την αντένα ορθόγυρτη στο κατάρτι εσάλευε ζερβόδεξα κ' εκοντυλόγραφεν αόριστα ξώρκια ψηλά στο άπειρο.
Ό,τι είναι βαρύ, το απορροφώσι τα κρεμάμενα νέφη και ο άνεμος το συμπαρασύρει και το τρίβει επάνω εις τας κορυφάς των ελάτων- ο αιθήρ του αρώματος γίνεται αεράκι ελαφρό και δροσερό, με διαρκώς αυξάνουσαν δροσερότητα. Αυτό ήτο το πρωινόν ποτόν του Ρούντυ.
Κι εμένα, φίλε, ο γαληνός σκοπός σου έτσι με φτάνει εδώ που ζω μακριά, και ξέρει πάντα το κρυφό τα βάθη να μου ευφράνη φυσώντας σιγαλά. Λεπτό αεράκι απ τους ξανθούς γιαλούς φευγάτο πέρα μελωδικό, ελαφρό, φέρνει τη λάμψη του χρυσού του κάμπου, στον αιθέρα λουσμένο το χρυσό.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν