Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Κ' εκρύπτετο όπισθεν του κορμού ενός δένδρου και όταν η Μάρω τον ανεκάλυπτεν υπεχώρει εις έτερον, απώτερον, πάντοτε προχωρών εις τα ενδότερα του κήπου, από αποστάσεως εις απόστασιν διά να μη τον χάνη από τους οφθαλμούς της η κόρη, η οποία τον κατεδίωκε πάντοτε φωνάζουσα. — Δόσε μου τα χτένια μου, — δος μου τα μπερτσέμνια μου!. . .
ΣΤΕΦΑΝΗΣ, ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ, ύστερα ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ και ΒΙΟΛΙΤΖΗΔΕΣ Α'. Παλικ. Τράκα το και συ, μωρέ Στεφανή, τράκα το, κ' άφινε τους γέρους που παντρευτήκανε νιαρές κοπέλλες να συλλογιούνται. Έλα να σε κεράσω, μωρή κλαμένη Παναγιά, που διώχτεις τους ποντικούς σα μας ψέλνης Χερουβικό. Δος του ένα κρασί, μωρέ Γιάνη, αυτουνού του μισοκακόμοιρου. Γλέντι δε θα δούμε α δεν του τανάψουμε κι αυτουνού τα καντήλια.
Και απάντησε ο πολύγνωμος 'ς εκείνον Οδυσσέας• «Ξεύρω, εννοώ, και μόνος μου σκέπτομαι αυτά 'που λέγεις• αλλ' ας πηγαίνουμε• και συ 'ς τον δρόμο προπορεύου. και δος μου, αν έχης ρόπαλο κομμένο εις κάποιο μέρος, 195 για ν' ακουμπώ, τι δύσκολος, ως λέγετ', είναι ο δρόμος».
Α' ΑΝΗΡ Τώρα τα ίδια πράματα με τότε δεν υπάρχουνε• τότ' ήμαστε άρχοντες εμείς, τώρα γυναίκες άρχουνε. Β' ΑΝΗΡ Το κατ' εμέ, η μόνη μου γι' αυτές φροντίδα θάνε, μα το θεό της θάλασσας, να μη με κατουράνε! Α' ΑΝΗΡ Τι τσαμπουνάς δεν ξέρω• Δος μου το ξύλο εσύ, παιδί, τα πράματα να φέρω. . .
Κ' εγώ, εγώ που έκλεισα ‘ς την έχθραν σας τα 'μάτια έχασα δύο συγγενείς. Οι πάντες τιμωρούνται! ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δος μου το χέρι σου εδώ, ω αδελφέ Μοντέκη. Ιδού το προικοσύμφωνον της κόρης μου. Τι άλλο να σου ζητήσω ημπορώ; ΜΟΝΤΕΚΗΣ Εγώ θα δώσω κι' άλλο.
Αλλ' εάν συ τους φοβήσαι, δος εις εμέ τους επικούρους και εγώ τους τιμωρώ διότι ήλθον εδώ. Σε δε είμαι έτοιμος να εκπέμψω εκ της νήσου.»
Η Ρεσπίνα βλέποντας την καλήν της καρδίαν της είπεν· α κυρά μου, σε ευχαριστώ διά τες γενναίες χάρες· βλέπω καλά, ότι ο ουρανός δεν ηθέλησε να με απαρατήση να χαθώ, κάνοντάς με να τύχω εις ανθρώπους τόσον ευσπλαγχνικούς· όθεν παρακαλώ, κάμε μου την χάριν να σταθώ εις το σπήτι σου, δος μου ένα μικρόν τόπον εις τον οποίον ήθελα περάση τες ημέρες μου προσευχομένη δι' εσάς.
Γυναίκα αν θέλης δος μου Την κόρη σου. Είχε ο Βασιλιάς του γάμον του βλαστάρι Μιαν θυγατέρα μοναχή, της χώρας του καμάρι, Κι' από καιρόν ο ωμορφονιός την κόρη του αγαπούσε, Κρυφά τον ωνειρεύονταν κι' αυτή και τον ποθούσε. Όμως δεν ήτον βολετό του θρόνου αυτή βλαστάρι Άντρα τον πρωτομάστορα των γεφυριών να πάρη. Δίνει το λόγο ο Βασιλιάς. — Λεβέντη, τόνομά σου; — Με λεν Μανόλη, Βασιλιά,
Ω γενναιότατε Αμπτούλ, τα δώρα που μου έστειλες είνε τόσον υπερβολικά και πλούσια, που διστάζω να τα δεχθώ· και παρακαλώ σε δος μου την άδειαν διά να σου τα επιστρέψω οπίσω· επειδή και μου φθάνει η δεξίωσις, που μου έκαμες, η οποία είνε αρκετή διά να κηρύξω την γενναιότητά σου εις όλον το Μπαγδάτι.
Ο ευγενής υιός σας είναι τρελλός· τρελλόν τον λέγω εγώ, διότι, αν θέλης την πραγματικήν τρέλλαν να ορίσης, άλλο να ειπής δεν έχεις παρ' ότ' είναι τρέλλα. Πλην ας τ' αφήσωμεν αυτά. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Δος μας ουσίαν, και ολιγώτερην τέχνην.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν