United States or Norway ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ, εισερχόμενος. 'Σάν την φωνήν μου φαίνεται του πάτερ Ιωάννου. Καλώς 'τον απ' την Μάντουαν! Τι λέγει ο Ρωμαίος; Αν σ' έδωσε απόκρισιν γραμμένην, δος το γράμμα.

Όσον αφορά τους φιλοσόφους είμαι σχεδόν βέβαιος, ότι ποτέ δεν εθαύμασαν αυτοί μίαν τρικυμίαν, έστω και από της ασφαλούς παραλίας. Προς τον καλλιτέχνην εκείνον όμως λέγω: — Όστις και αν είσαι, δος δόξαν τω Θεώ, ο οποίος σε έπλασε μ' εντόσθια δυσπαθέστερα των άλλων.

ΜΑΚΒΕΘ Τότε λοιπόν τα ιατρικάτους σκύλους πέταξέ τα! Δεν μου χρειάζονται!,.., Εσύ, την πανοπλίαν φέρε. Δος μου το σκήπτρον... Σεύτων, το ιππικόν να στείλης. — Φεύγουν οι Θάνοι μου, Ιατρέ! —

Το γράμμα τούτο δόσε το ‘ς τα χέρια του πατρός μου πρωί πρωί. Δος μου το φως. Αν θέλης την ζωήν σου, ό,τι κι' αν τύχη να ιδής και ό,τι κι' αν ακούσης, μη πλησίασης κύτταξε και μη με διακόψης!

Εμάλλωσαν οι δύο. Ενόμισα καλλίτερον να μη τους απαντήσω από το σπίτι μου. Εδώ οι άνθρωποι προσμένουν να πάρουν την απάντησιν και εις τα δύο μέρη. Αρχαίε φίλε και πιστέ, παρηγορήσου πλέον και δος μας την πολύτιμον την συμβουλήν σου τώρα, διότι μας χρειάζεται. ΓΛΟΣΤ. 'Σ τους ορισμούς σας είμαι. Εδώ καλώς ωρίσατε, αυθένται σεβαστοί μου. Έμπροσθεν του μεγάρου του Γλόστερ.

ΓΛΟΣΤ. Ο βασιλεύς είναι τρελλός, κι' ο νους ο ιδικός μου αντέχει να αισθάνωμαι τον άμετρόν μου πόνον! Καλλίτερα να έχανα κ' εγώ τα λογικά μου, να χωρισθούν οι πόνοι μου από τους στοχασμούς μου, και μέσατα φαντάσματα της τρέλλας πλανημένος ο νους μου την συναίσθησιν της λύπης μου να χάση! Δος μου το χέρι. — Τύμπανα μου φαίνεται ακούω. Έλα εις σκέπην φιλικήν, πατέρα, να σε κρύψω.

Κι' αυτό το καταφύγιον η συμφορά δεν τόχει, το τέλος της να δύναταιτον θάνατον να εύρη! Κι' όμως θα ήτο δι' αυτήν παρηγορία κάπως, αν του τυράννου την οργήν 'μπορούσε ν' αποφύγη και το σκληρόν του θέλημα να του το ματαιώση. ΕΔΓΑΡ Δος μου το χέρι σου εδώ. Σήκω! Καλά! Πώς είσαι; Είναι τα πόδια σου γερά; Τα νοιώθεις; Σε σηκώνουν; ΓΛΟΣΤ. Είμαι καλά. Καλλίτερα απ' όσον θέλω είμαι.

Άκουσε, αγαπητή θεά, την παράκλησίν μας, διότι, όπως ραγίζεται η καρδιά του ανθρώπου να βλέπη ένα εύμορφον άνθρωπον με γυναίκα άπιστη, έτσι λυπάται κατάκαρδα να βλέπη ένα παληάνθρωπο ακεράτωτο. Δείξε λοιπόν την δικαιοσύνη σου, αγαπητή θεά, και δος του την τύχη που του πρέπει. ΧΑΡΜΙΟΝ. Αμήν. ΑΛΕΞΑΣ. Για κύτταξ' εκεί!

Πώς εις την γην οι όρκοι να γυρίσουν, εκτός εάν εξ ουρανών ο ίδιος δεν τους στείλη; Αχ! δος μου μίαν συμβουλήν παρηγορίαν δος μου. Αλλοίμονον! η Μοίρα μου σκληραίς παγίδαις στήνει εις μιαν αδύνατην ψυχήν, ωσάν την ιδικήν μου. Ειπέ· τι έχεις να μου ‘πής; Αχ! παρηγόρησέ με, ειπέ μιαν λέξιν να χαρώ, η μαύρη. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Να τι λέγω.

Τα είπαν άλλοι! τα είπαν άλλοι! φωνεί οργίλη προς τον υπηρέτην η κυρία Πηνελόπη. Διώξε τους! — Άφησέ τους, ψυχή μου! παρατηρεί μεγαθύμως ο Γιάγκος πτωχοί άνθρωποι είνε. Νά! προσθέτει αμέσως στρεφόμενος προς τον υπηρέτην, δος τους τρία φράγκα, και πες τους, τους ευχαριστούμεν.