Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Βέβαια, όποιος είναι ασθενής, θα εξετάση όλους τους ιατρούς, και με μεγίστην ανοχήν θα δεχθή τας αυστηροτάτας διαίτας και τα πικρότατα φάρμακα διά ν' απολαύση την ποθητήν του υγείαν. Παρετήρησα ότι ο έντιμος γέρων ετέντωσε τα αυτιά του διά να λάβη μέρος εις την συζήτησιν μας· ύψωσα την φωνήν, στρέψας τον λόγον προς αυτόν.
Απ' εναντίας, εάν ο ευεργετών ενθυμήται και αναφέρη τας ευεργεσίας του, καυχώμενος δι' αυτάς, και των ευεργεσιών η αξία εξαφανίζεται, και της ευγνωμοσύνης το αίσθημα εξασθενεί και εκπνέει. Τοιουτοτρόπως ίσως εξηγείται, παιδία μου, μας είπεν ο αγαθός γέρων, η προς το έθνος ημών αδιαφορία και ψυχρότης, διά να μη είπω αποστροφή και καταφορά πολλών Ευρωπαίων.
Με την βοήθειαν των θεών, με το ιππικόν μου και τους οπλίτας μου βασιλεύω επί της Φθίας. Είμαι ακόμη δυνατός και όχι γέρων, όπως νομίζεις. Με άνθρωπον όπως αυτός, αρκεί να τον κυττάξω μόνον διά να τον νικήσω, αν και γέρων. Διότι ο γέρων, όταν έχη καρδίαν, είναι καλλίτερος από πολλούς νέους. Τι σημαίνει να έχη κανείς δύναμιν, όταν είναι δειλός;
Αυτά συχνάκις επανελάμβανεν ο Γεροστάθης μ' όλην την χαρακτηρίζουσαν αυτόν πραότητα και γλυκυτάτην εκφραστικότητα. Ημέραν τινά, περιδιαβάζοντες μετά του Γεροστάθου εις την εξοχήν, είδομεν γέροντα, όστις έκοπτε κλώνους ιτέας. Ο Γεροστάθης μας ωδήγησε προς τον γέροντα, τον οποίον χαιρετίσας φιλοφρόνως ηρώτησεν εις τι καταγίνεται. — Κόπτω κλώνους διά να πλέξω καλάθια, απεκρίθη ο γέρων.
Τοιαύτα έλεγεν ο γέρων εν μέσω βαθείας σιγής, διακοπτομένης ενίοτε υπό εγγύτερον εκρηγνυομένης σφαίρας ή στέγης καταπιπτούσης.
— Ναι! απαντά ο γέρων και ατενίζων εκ του παραθύρου προς τον λιμένα κραυγάζει. — Νά! Νά τηνε! Η σκούνα μου! Νά τηνε! Η σκούνα μου η καλοτάξειδη, η τυχηρή μου σκούνα, όπως ήτανε και τότε, όπως την είχα εγώ! Και εκρότει τας χείρας του από την χαράν του, κρατών συνάμα και το τσιμπούκι του.
Και αφού ετελειώσαμεν, ο γέρων κάνοντας κέφι από το κρασί που έπιαμεν, άρχισε να λαλή ένα τζιβούρι που κοντά του είχε, εις τρόπον που δεν ήξευρε τι έκανε. Και με όλον τούτο εγώ διά να τον κολακεύσω, τον επαίνεσα πως το ελαλούσε με μεγάλην τέχνην.
Βεβαιωμένος ότι δεν ημπορούσε να διακρίνη το άνοιγμα της πόρτας, εξηκολούθησα να την σπρώχνω κανονικά-κανονικά. Είχα το κεφάλι εις το εσωτερικόν του δωματίου και ητοιμαζόμην ν' ανοίξω το φαναράκι, όταν ο αντίχειρ μου ωλίσθησεν ανοίγοντάς το, καμωμένον από λευκοσίδηρον, και ο γέρων ανεσκίρτησεν εις το κρεββάτι του φωνάξας: — Ποιος είν' εκεί; Έμεινα πραγματικώς ακίνητος και δεν είπα λέξιν.
Ο Χρήστος ησθάνετο τας δυνάμεις του εκλειπούσας και ήρχιζε ν' απελπίζεται, ότε έξαφνα ακούει μακρόθεν μίαν φωνήν, την φωνήν του Γερομήτρου. — Βάστα, Χρήστε, έφθασα! Τα πρόβατα του Χρήστου φεύγοντα είχον φθάσει μέχρι της καλύβης του Γερομήτρου. Εκπλαγείς ο γέρων ήνοιξε την θύραν του και είδε μακρόθεν τον Χρήστον παλαίοντα με το θηρίον.
Διό ο γέρων Χειμάρρας ως ακράτητος θαυμαστής της ανδρείας, εζήλευε τον ενωμοτάρχην, τον οποίον η περί τα τοιαύτα ζωηρά φαντασία των χωρικών παρίστανε ως μυθικόν ήρωα. Και μόλις έμαθεν ότι ούτος, άγων εις Σάλωνα τον Κάγκαλον, κατέλυσε να διανυκτερεύση εις Βουνιχώραν, έσπευσεν εκ των πρώτων να ίδη και θαυμάση αυτόν. Αλλ' ευθύς άμα επλησίασεν, όλος εκείνος ο θαυμασμός του κατέπεσεν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν