Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Ο Νικίας, μη πιστεύων εις την είδησιν ταύτην, συνεφώνησε μετ' αυτών να πέμψη ιππέα, διά να βεβαιωθή περί του πράγματος.
Η μήτηρ, συνετισμένη εις παρομοίας του νεωτέρου της υιού παρατηρήσεις, ουδ' επρόσεξε καν εις τους λόγους του. Αλλ' επιστραφείσα προς την όπισθεν αυτής θύραν, ίνα βεβαιωθή ότι είναι κεκλεισμένη: — Και μη μου αφήσετε, είπεν, αυτή την σ ε ι σ ο υ ρ ά δ α να ξαναμβή δω μέσα. Ω, χαρά στο μας αλήθεια, σταις τ ο ύ μ π α ι ς και τους σάλτους!
Τέλος πάντων! μεθ' όλας τας προσπαθείας του, μετά τόσας ημέρας ανησυχίας, πάλης, λύπης, την επανεύρεν! Ηθέλησε κατ' αρχάς να βεβαιωθή, ότι δεν ονειρεύεται. Αλλ' όχι· έβλεπε την Λίγειαν και δεν απείχεν αυτής ειμή δεκαπέντε βήματα. Εκείνη ίστατο εν πλήρει φωτί.
Δεν εβράδυνε να βεβαιωθή ότι θα εγίνετο πατήρ· αυτή ήτο η πρώτη, η μεγάλη χαρά, ήτις τον έκαμε ν' αλλοφρονήση, να παραληρή, ως εις τας παραμονάς του γάμου του· η δευτέρα η μικροτέρα μεν, ζωηρά όμως πάντοτε η άλλη και απροσδόκητος, ήτο η αιφνιδία άφιξις του Ισιδώρου, του φίλου της παιδικής του ηλικίας· και ήρχετο εγκαίρως ο Ισίδωρος διά να γείνη κοινωνός της ευτυχίας του φίλου του.
Ο παππάς, ασκέρι λέγων, εννοούσε προφανώς την οικογένειαν του Φραγκούλα· αλλά τάχα μόνον τα παιδία, τα δύο μεγαλείτερα εκ των τεσσάρων; — καθόσον τα άλλα δύο τα μικρά, δεν θα ηδύναντο να κουβαληθούν εις διάστημα τριών ωρών οδοιπορίας χωρίς την μητέρα των. Ο Φραγκούλης ηθέλησε να βεβαιωθή. — Θάρθη μαζί κ' η μάνα τους; — Βέβαια . . . πιστεύω, είπεν ο παππάς.
Ο μεν υπώπτευεν ότι ο Τρέκλας τον είχεν ιδεί, εκτελούντα την νυκτερινήν εκείνην εργασίαν, και επεθύμει να βεβαιωθή περί τούτου, ο δε Τρέκλας ουδόλως τον είχεν ιδεί, και ηγνόει τους σκοπούς του ξένου, όθεν δεν είξευρε τι ήτο αρεστόν αυτώ να τω είπη, το ψεύδος ή η αλήθεια. Εν τούτοις εκ της τελευταίας φράσεως του Τρέκλα ο ξένος εσχημάτισεν ιδέαν τινά.
Αλλ' είς των στρατιωτών, διά να βεβαιωθή περί του θανάτου, διά της λόγχης εκέντησε την πλευρά του Νεκρού, και «ευθέως,» λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, «εξήλθεν αίμα και ύδωρ.» Ο Ηγαπημένος μαθητής προσθέτει, «Και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε, και αληθινή εστιν η μαρτυρία αυτού». Και ως επείσθησαν τότε οι στρατιώται, ούτω πρέπει να πεισθώσι πάντες, ότι, Εκείνος όστις τη τρίτη ημέρα έμελλε ν' αναστή εκ νεκρών, πράγματι εσταυρώθη, απέθανε και ετάφη, και η ψυχή του μετέβη εις τον κόσμον τον αόρατον.
Και ετοιμάστηκε για τη μεγάλη μάχη. Επήρε τα μέτρα του όλα, για να ματαιώση, με κάθε τρόπο, την κακή, την άνομη πράξι που υποπτευότανε. Και για να βεβαιωθή καλλίτερα πως η υποψίες του είνε βάσιμες, επαραμόνεψε στο δρόμο οπού φέρνει στο σπίτι του Μαρούπα, και σαν άρχισε να σκοτεινιάζη, είδε, σ' ένα μουλάρι απάνω, τον παππά Κρητικό, μ' ένα παιδί στα καπούλια, να τραβά κατά το χωριό.
Και φυλλομετρούσε τη στίβα με τα γράμματα από κάτω από το παράθυρο, σαν να ήθελε να βεβαιωθή τάχα άλλη μια φορά. — Δεν έχει, σου είπα, μάτια μου. Κάνετε υπομονή. Με το άλλο έχει ο Θεός. Όλο και με το άλλο. Οι βδομάδες και οι μήνες περνούσαν και πάντα με το άλλο. Μια Παρασκευή πρωί η Ουρανίτσα καρτερούσε πάλι στο παράθυρο. Είχε γίνει αγνώριστη.
Η γυναίκα του Αράπη με όλον που και αυτή ησθάνετο ένα ζωντανόν πόνον διά την σφαγήν του υιού της δεν ημπορούσε να βεβαιωθή, ότι η Ρεσπίνα ήτον αρκετή να κάμη ένα τέτοιο πράγμα, που της το έρριχναν επάνω της, όθεν λέγει του ανδρός της, ότι ήτον καλύτερον να την διώξη παρά να την θανατώση, μην ηξεύροντας βέβαια πως αυτή ήτον υπεύθυνη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν