Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025


Είχε λάβει μεθ' εαυτού μίαν κιθάραν, το απαραίτητον τούτο εφόδιον όλων των ερωτευμένων, και κατά πάσαν νύκτα υπό το φέγγος της Σελήνης εξήγειρε τας θαλασσίας ηχούς διηγούμενος τον πόνον του εις τας ποντιάδας αύρας και εις τας απογείους.

Άμα έφθασα, ερρίφθην επί της χλόης, εκυλίσθην επάνω εις παπαρούνες και χαμολούλουδα. Αλλ' όμως ησθανόμην κρυφήν ευτυχίαν, ονειρώδη απόλαυσιν. Ερρέμβαζον αναβλέπων εις τους κλώνους της τους κραταιούς, και ανοιγόκλειον ηδυπαθώς τα χείλη εις την πνοήν της αύρας της, εις τον θρουν των φύλλων της.

Τα δάχτυλά της τόσο πολύ είχαν αδυνατίσει που μόλις κρατούσε απάνω το δαχτυλίδι. Κοιμώντανε έτσι, σφιχτά αγκαλιασμένοι με το ένα χέρι του Τριστάνου περασμένο στο λαιμό της φίλης του, το άλλο ριγμένο στ' ωραίο της σώμα. Αλλά τα χείλη τους δεν άγγιζαν καθόλου. Ούτε ένα φύσημα αύρας, ούτε ένα φύλλο να τρέμη.

Το άσμα προέβαινε μελωδικώτερον πάντοτε, με τα ναξιώτικα τσακίσματά του και με την παθητικήν κρούσιν της Μαριγούλας του καπετάν-Γιακουμή, του ηδυμόλπου τσιβουρίου, όπερ ως παράπονον, το συνώδευε το παλαιόν άσμα, ηρέμα κρουόμενον, παράπονον ναύτου θαλασσοδαρμένου, παράπονον ξενιτευμένου, όπως ελαφρά-ελαφρά, κτυπά το θαλασσάκιτην ακρογιαλιά, εις τας πρωίας της αύρας του πελάγους πνοάς, ή όπως κλαίει ο πεύκος εις το πρωινόν του βουνού αγεράκι, ένα κλαύμα οπού χαίρεσαι να το απολαμβάνεις.

... Εκαθήμην μόνος εις μίαν άκραν της ακτής, και τα βλέμμα μου πλανώμενον συνήντα από καιρού εις καιρόν μίαν υψηλήν και λεπτήν γυναικείαν μορφήν, ορθίαν εις απόστασιν επί αλιπλήκτου βράχου και βλέπουσαν προς την δύσιν. Εν τω μεταξύ αι σκιαί επυκνούντο, ελαφροτάτη πνοή αύρας ήρχισε να ψιθυρίζη μυστηριώδεις λόγους εις την ακοήν μου και εις την λείαν επιφάνειαν της θαλάσσης διήρχοντο φρικιάσεις.

Αλλά διατί είσαι δυστυχής; τι σου λείπει; σε πρώτην χαιρετά η ηώς, και της πρωινής αύρας την πνοήν συ πρώτη ηδονικώς αναπνέεις. Ανεξάρτητος είσαι προσέτι, και όπου θέλεις πετάς. Στενάζει η Αηδών και απαντά: — Αλλοίμονον! ανεξαρτησία είνε της ψυχής, και ουχί του σώματος αι πτέρυγες.

Ο ουρανός πλήρης αστέρων, απλούται ως απέραντος οροφή άνω του πελάγους, το οποίον μαυρίζει προς τα κάτω και χάνεται εις τα σκότη, αφ' ων αόριστος, μυστηριώδης αναδίδεται ψίθυρος ως αύρας πνεούσης μακράν εν τω δάσει. Ψίθυρος ευάρεστος, μορμυρισμός ρυακίου, ρέοντος υπό την χλόην, μαλακά, υποκώφως.

Γέρων μάλιστα ποιμήν θελήσας ν' ασπασθή, ο ειθισμένος αυτός εις του βουνού τας καλλιμύρους αύρας, κατελήφθη υπό ζωηρού πταρνίσματος, ενοχληθείσης υπό του βαρέος εκείνου μύρου της ρινός του ως εάν είχε λάβει ταμβάκον.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν