Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Κλαίγεστε κι' όντας πέφτουνε τα φύλλ' από τα δέντρα Κ' έρχεται το χινόπωρο κι' ο μαύρος ο χειμώνας, Που η πλάση ξεστολίζεται, που χάνεται κι' ο ήλιος, Που κατεβάζει ο πόταμος, που δέρνουνε τον πύργο Τα φλογερά αστραπόβροντα, κ' η καταχνιαίς τα πλάια, Τους κάμπους τ' ανεμόβροχα, και τα βουνά, η χιονούραις, 'Στους κάμπους ανεμόβροχο, και τα βουνά χιονούρα.
Κ' εβγήκε απ' τα χαμόδενδρα ο θείος Οδυσσέας, και με το χέρι το τρανό πολύφυλλο απ' το δάσος κόπτει κλαδί, 'ς το σώμα του την γύμνωσι να κρύψη• και ως θαρρετό 'ς την δύναμι, θρέμμα βουνού, λειοντάρι, 130 'που μ' όλο τ' ανεμόβροχο κινά, και μέσα καίουν τα μάτια του• και χύνεται 'ς τα βώδια ή και 'ς τ' αρνία, ή 'ς τ' άγρι' ελάφια, και ζητεί, καθώς τον σπρώχν' η πείνα, και εις κτίριο μέσα στερεό τα πρόβατα ν' αρπάξη• όμοια 'ς ταις καλοπλέξουδαις κόραις ο Οδυσσέας 135 ολόγυμνος εσίμονεν, ότ' ηύρε αυτόν ανάγκη. τρομακτικός τους φάνηκε φθαρμένος απ' την άρμη, και τρέμοντας εσκόρπισαν ς' τ' ακροθαλάσσια βράχη• μόνη τ' Αλκίνου εστέκονταν η κόρη, ότ' εις το στήθος θάρρος της έβαλ' η Αθηνά, και αφαίρεσε τον φόβο. 140 και αγνάντια στάθη ασάλευτη• και εδίσταζ' ο Οδυσσέας, δεόμενος της κορασιάς τα γόνατατ' αν θα πιάση, ή από μακρυά θα δεηθή με λόγια μελωμένα, την πόλι να του δείξη αυτή κ' ένδυμα να του δώση. και τούτο συμφερώτερο του εφάνη, με τα λόγια 145 τα μελωμέν' από μακρυά να δεηθή, μην ίσως, αν πιάση αυτής τα γόνατα, βαρυφανή της κόρης. κ' ευθύς λόγον επρόφερε σοφόν και μελωμένον•
Απόψι πώχουμε βροχή κι' αγέρα και χιονούρα, Δεν θε να βγουν 'ςτή ρεμματιά να παίξουν η Νεράιδες, Θε να χορέψουν 'ςταίς σπηλιαίς, και κάποια θα φιλήσω. Αχ!... να με φίληε, νάπεφτε κι' αυτή 'ςτήν αγκαλιά μου, Βασίλισσα του παλατιού ν' αρχόνταν να την κάμω, Κι' ας έβρεχε, κι' ας χιόνιζε, κι' ας χάνονταν ο κόσμος!... 'Στους κάμπους ανεμόβροχο και 'ςτά βουνά, χιονούρα.
Κατόπι ξανάλθε τ' ανεμόχολο με χοντρές στάλες βροχής, και της βροντής οι αντίλαλοι μας εσίμωναν. Ως που τ' ανάριο ανεμόβροχο έγεινε πυκνότατο κι ως που τ' αστροπελέκια τ' ουρανού έσκαγαν κατακεφαλής μας. Τότε σα νάνοιξαν αποπάνου μας καταρράχτες αρίφνητοι.
Κατόπι ξανάλθε τ' ανεμόχολο με χοντρές στάλες βροχής, και της βροντής οι αντίλαλοι μας εσίμωναν. Ως που τ' ανάριο ανεμόβροχο έγεινε πυκνότατο κι ως που τ' αστροπελέκια τ' ουρανού έσκαγαν κατακεφαλής μας. Τότε σα νάνοιξαν αποπάνου μας καταρράχτες αρίφνητοι.
Το λυχναράκι έτρεμε τόσο τρεμουλιαστά, που μόδοσε πολύ παράξενη εντύπωση. Γύρω μου ροχάλιζαν όλοι και κάτω στο βάθος το παράθυρο 'μισανοιγμένο, άφινε να μπαίνη μέσα το ανεμόβροχο και να φωτίζεται απ' τις αστραπές ένα ξερόδεντρο του κήπου, κ' ένα κομμάτι ουρανού συγνεφιασμένου, ντιπ πίσσα. Δε κουνήθηκα, μονάχα μισόκλειστα τα μάτια μου για να ξανακοιμηθώ. Άξαφνα εκεί δίπλα μου ένιωσα αναδέμματα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν