Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Η δροσολουσμένη χλωροσιά άπλονε τάπητας μακρύς μαργαριτοκέντητος και απάνω της χιλιάδες εχαμοπετούσαν έντομα κ' εβούιζαν. Ο γαλανός αιθέρας επεντοβολούσε από χίλιων λογιών μελωμένα αρώματα και ηχολογούσεν από χίλιων πουλιών γλυκόφωνα κελαδήματα.

ΑΜΛΕΤΟΣ Να μη πιστεύης, όχι, πως κολακεύω· τι θα περιμένω τάχ' από σε, που θησαυρόν δεν έχεις άλλον ή μόνον το έξυπνό σου πνεύμα να σου δίδη τροφήν κ' ενδυμασίαν; Και διά ποίον λόγον θα κολακεύωνται οι πτωχοί; Τα μελωμένα χείλη ας γλείφουν την μωράν πομπήν του πλούτου· τα λυγιστά στροφίδι' ας κλίνη των γονάτων εκείνος οπού ελπίζει ν' απολαύση κέρδος απ' την χαμέρπειάν του.

Αυτά 'πε, κ' εγώ σκέφθηκα μες της ψυχής τα βάθη, το μακρύ ξίφος σύροντας απ' το παχύ μερί μου, να κόψω αυτού την κεφαλήτο χώμα να κυλήση, 440 αν και στενόν μου συγγενή τον είχα, αλλά μ' εκράτουν εδώθ' εκείθε οι σύντροφοι με λόγια μελωμένα• «τούτον ας τον αφήσουμε, διογέννητε, αν προστάζεις, να μένητην ακρογιαλιά και να φυλά το πλοίο• κ' εμάς εις τ' άγια δώματα οδήγα συ της Κίρκης». 445

Είπα, και τότ' εχόλιασε χειρότερα η ψυχή του, 480 και απ' όρος μέγα κορυφήν ξεκόλλησε και πέρα του καραβιού την έρριξεν εμπρόςτην μαύρην πλώρη, εγγύς, ώστ' εκοντόφθασετου πηδαλιού την άκρα• και η θάλασσα εταράχθηκεν ως εποντίσθη ο βράχος. ήλθε το κύμα κ' έφερεν οπίσω τα καράβι 485 απ τ' ανοικτά και προς την γη τ' ανάγκασε να φθάση. κ' εγώ παρέξω τ' άμπωσα μ' ένα μακρύ κοντάρι, και τους συντρόφουςτα κουπιά πρόσταξα ευθύς να πέσουν, να φύγουμε τον όλεθρο, και με την κεφαλήν μου τους ένευα• κ' ερρίχθηκαν αυτοί κ' έλαμναν όλοι. 490 αλλ' ότε διάστημα διπλό πήραμε της θαλάσσης τον Κύκλωπα προσφώνησα και τότε, αν και τριγύρω δεν μ' άφιναν οι σύντροφοι με λόγια μελωμένα• «άνθρωπον άγριον, δύστυχε, τι θέλεις κ' ερεθίζεις; είδες πετριάτην θάλασσα, 'που γύρισε το πλοίο 495 κατά την γην, ώστ' είπαμε 'που αυτού θ' αφανισθούμε. και αν άκουε τότε να ομιλή κάποιον ή να φωνάζη, ταις κεφαλαίς μας θα 'σπανε και τ' άρμενα του πλοίου, με κάποιο μάρμαρο σκληρό• τόσο μακρυ' ακοντίζει».

Αυτά 'πε, και χρυσόθρονη Ηώτον κόσμο εφάνη• κ' εμένα εκείνη εφόρεσε χιτώνα και χλαμύδα• μανδύαν λαμπροΰφαντον μέγαν ενδύθ' η νύμφη χαριτωμένον και λεπτόν, κ' εζώσθη ακόμη ωραίο χρυσό ζωνάρι, κ' έβαλετην κεφαλήν καλύπτρα. 545 τα δώματα εγώ διάβηκα και τους συντρόφους ηύρα, και τους κεντούσ' από σιμά με λόγια μελωμένα• «πάψτε το γλυκανάσασμα του ύπνου, αγαπητοί μου• ας πάμε• η Κίρκ' η σεβαστή μ' εδίδαξε τον δρόμο». είπα, κ' εκαταπείσθηκεν η ανδρική ψυχή τους. 550

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν