Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού δε αυτός εμίσευσεν, ο βεζύρ Αλής ερώτησε την βασίλισσαν ποίος ήτον αυτός ο νέος ο αγνώριστος και του εστάθη μέγας ο θαυμασμός εις το να ακούση από αυτήν πως αυτός είνε ο βασιλεύς της Κίνας.

Ο δε δικαστής, άμα ακούσας τον Αριστείδην, γνωρίζων την φιλαλήθειαν και το φιλοδίκαιον αυτού, ηθέλησεν αμέσως να καταδικάση τον αντίδικόν του άνευ τινός απολογίας. Αλλ' ο Αριστείδης θερμώς παρεκάλεσε τον δικαστήν να μη εκδώση απόφασιν, πριν ή ακούση και τους λόγους του αντιδίκου του. Τοιαύτη ήτο η προς την δικαιοσύνην αγάπη του!

Καλλίτερα την ξερριζώνη την καρδιά του, παρά να την ακούση να του μιλήση πλιο για την Σμαραγδούλα για την πιο άσπλαχνη, την πιο σκληρή γυναίκα που εγνώρισε στη ζωή του.

Αλλά και η Πηγή την ενθυμείτο την φράσιν εκείνην και το μεν εκ φόβου μήπως επαναληφθή, το δ' επιθυμούσα να την ακούση πάλιν, εβάδιζε κάτω νεύουσα, ενώ το πρόσωπον της εφλέγετο υπό ερυθήματος. Και την συγκίνησίν της ενέτεινεν έτι μάλλον η ιδέα ότι ο Σαϊτονικολής ωμίλει περί αυτής προς τον πατέρα της.

Άλλως δε η κόρη αύτη συνέλαβεν ένοχον σχέδιον. Ο σκοπός αυτής ήτο να μείνη, να υποστή τον γάμου τούτον ον τη επέβαλλεν ο Πλήθων, ν' ακούση αυθημερόν τας αποκαλύψεις αυτού, και ακολούθως.....να δραπετεύση. Τις ήθελε το πιστεύσει ότι ηδύνατο να διανοηθή τοιαύτα το ήμερον τούτο πλάσμα; Και όμως είνε αληθές.

Εκείνος εστράφη προς το πλήθος, ύψωσε την δεξιάν χείρα και ήρχισε να λέγη, ή μάλλον, να φωνάζη με στεντορίαν φωνήν, όπως όχι μόνον οι Αυγουστιανοί, αλλά και ο συρφετός όλος τον ακούση: — Λαέ της Ρώμης! εις τον θάνατόν μου ομνύω, ότι θανατούνται αθώοι! Ο εμπρηστής είναι αυτός: Και έδειξε τον Νέρωνα. Επήλθε στιγμή σιωπής. Οι αυλικοί έμειναν ως απολιθωμένοι.

Εγώ λοιπόν βέβαια, είπεν ο Κέβης, ήθελον ακούσει με ευχαρίστησιν ποίαν γνώμην έχεις περί αυτών των πραγμάτων. Εγώ τουλάχιστον δεν φρονώ, είπεν ο Σωκράτης, ότι, εάν κανείς ακούση τώρα, και κωμωδοποιός εάν είναι, όσα λέγω, ήθελεν είπει ότι πολυλογώ και ότι δεν ομιλώ διά πράγματα, τα οποία μας αποβλέπουν.

ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τίποτε , και όμως ό,τ' είν' εκεί το βλέπω. ΑΜΛΕΤΟΣ Τίποτε δεν έχεις ακούση καν; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τίποτε, ειμή τον εαυτόν μας. ΑΜΛΕΤΟΣ Ε! τήρα εκεί! γειά, τήρα εκεί, πώς φεύγει αγάλι! Είναι ο πατέρας μου καθώς όταν εζούσε! Ιδέ τον τώρα εκεί πώς βγαίνει απ' τον πυλώνα! ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Γέννημα εστάθη τούτο του μυαλού σου μόνον· πράγματ' ασώματα ως αυτό να πλάθη ξεύρει η έκστασις προ πάντων.

ΜΑΚΒΕΘ μόνος Αίμα πολύ εχύθη τους περασμένους τους καιρούς, προτού να ημερώσουν τον κόσμον νόμοι δίκαιοι, και από τότε πάλιν έγειναν φόνοι, που κανείς αν τους ακούση φρίττει! Ήτο καιρός που έφθανε να χύσης τα μυαλά του, κι' απέθνησκε ο άνθρωπος, — 'τελείοναν τα πάντα. Και τώρα, — ανασταίνονται κ' εβγαίνουν απ' τους τάφους κι' απ' τα σκαμνιά μας μάς σκουντούν!

Αλλά επί πολλά λεπτά η καρδιά εξηκολούθει να κτυπά με πνιγμένον ήχον. Αλλ' όμως κανείς τόσον αδύνατον ήχον δεν μπορούσε πλέον ν' ακούση διά μέσου του τοίχου. Τέλος εσταμάτησεν. Ο γέρων είχεν αποθάνει. Ξανάβαλα το κρεββάτι εις την θέσιν του και παρετήρησα τον νεκρόν. Ναι, ήτο άκαμπτος ως νεκρός. Εστήριξα το χέρι εις το μέρος της καρδιάς και το εκράτησα έτσι επί τινα λεπτά. Δεν εκτυπούσε πλέον.