Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Πλην αίφνης, ενώ ήθελε να εξαγάγη τον δεξιόν πόδα και προχωρήση προς τα εμπρός, το κοντάριόν του το εμπηχθέν προηγουμένως εβυθίσθη ολόκληρον μη ευρόν στερεόν έδαφος· μέγα τεμάχιον χιόνος τότε απεκόπη αστραπιαίως και ο Μπάρμπα-Σταύρος εγένετο άφαντος με τα βαρέα ναυτικά του υποδήματα, με την παλαιάν του γούναν και το μισοτριμμένον αυτού φέσιον.
Ο Παύλος ανέβλεψε προς τον ουρανόν και προσηυχήθη: — Κύριε, έλεγεν, επίβλεψον επί του ταλαιπώρου τούτου. Αλλ' εις τους πόδας του αίφνης μία οιμώζουσα επίκλησις ηκούσθη: — Ναι, Κύριε Ιησού Χριστέ! . . . συγχώρησέ με!
Εις τους συναδέλφους και συνεργάτας ενέπνεεν εκτίμησιν, θαυμασμόν ή φθόνον . . . .. Εις Φιλικούς κύκλους επρώτευε. Την φιλίαν του εζήτει έκαστος· και τον εθώπευον και τον ετίμων. Και εις αυτόν τον έρωτα εφαίνετο αδιάφορος, ότε, αίφνης, συνηντήθη μ' εκείνην . . . την Κίρκην . . . Οι περιπατηταί την ενθυμούνται, αλλά δεν εγνώσθη τις την ωνόμασεν ούτω. Ήτο ανοίξεως ημέρα ότε το πρώτον την είδε.
Από του ευχαρίστου τούτου ονείρου αφυπνίζει αυτήν αίφνης ο υιός της, επιστρέφων από του καφενείου, όπου έπαιζε σφαιριστήριον, και φωνών από της θύρας· — Α, μητέρα! ξεύρεις ότι το πράγμα άρχισε να γίνεται αστείον; — Τι είνε, παιδί μου; — Όλοι οι φίλοι μου ήθελαν να τους κάμω γεύμα. Άλλοι ήθελαν δανεικά, άλλοι . . . Ο νέος Περδίκης αποσιωπά, ότι οι άλλοι εκείνοι εζήτουν την επιστροφήν δανεισθέντων.
Κ' εν ώ προβαίνουν ταχύπτεροι, αίφνης ίστανται και σε περιμένουν και σε κράζουν μετά μονοσύλλαβά των, γλαριστί: — Καλώς τον φίλον μας! Καλώς τον φίλον μας! Κ' εν ώ περιμένουν, θωπεύουν τον αέρα με τας κυρτάς των ως δαμασκιά πτέρυγας, και φιλούν το κύμα με τα ράμφη των.
Την αυγήν απεπλεύσαμεν με άνεμον όχι πολύ σφοδρόν το δε μεσημέρι, όταν πλέον δεν εφαίνετο η νήσος, ενέσκηψεν αίφνης κυκλών, ο οποίος περιέστρεψε το πλοίον και το εσήκωσεν εις τον αέρα εις ύψος τριών περίπου χιλιάδων σταδίων• δεν το αφήκε δε πλέον να κατέλθη εις την θάλασσαν, αλλά μετέωρον εις το ύψος εκείνο εφέρετο υπό του ανέμου, όστις εφούσκωνε τα πανιά του.
Ούτω δε αφίνομεν και ημείς ησύχους πάντας τους ασθενείς αλλ' ανυπομόνους σταδιοδρόμους, και αν ενίοτε γελώμεν βλέποντες αυτούς παραπατούντας και πίπτοντας, ουδόλως όμως ξενιζόμεθα, ως επί το πλείστον, οσάκις θεωρούμεν αυτούς ορθουμένους αίφνης εν μέση τη οδώ, ισχυριζομένους ότι επέραναν τον δρόμον των, και αξιούντας να τύχωσι του άθλου.
Και έμεινεν επί τινας στιγμάς σιγών, ακίνητος, βλέπων προς τον υπό τους πόδας του καταφερόμενον καταρράκτην. Ο Βράγγης συνέχων την αναπνοήν του, ήκουεν, έβλεπεν, ηπόρει, εσίγα. Ο άγνωστος έστρεψεν αίφνης προς τα οπίσω την κεφαλήν. Είχεν ακούσει ελαφρόν τινα κρότον, ον απετέλεσαν βεβαίως τα φύλλα υπό του ανέμου σειόμενα. Ηκροάσθη επί πολύ. Είτα επανέλαβε τον μονόλογόν του.
Συμβαίνει ενίοτε, — και ποσάκις μέχρι τούδε συνέβη! — να ανακαλύψωμεν βραδύτερον ότι ηπατήθημεν, η ευγενής δ' εκείνη φωνή, ην είχον έτι έναυλον τα πατριωτικά ημών ώτα, να σιγήση αίφνης αγενώς ή και ν' αλλάξη σκοπόν, γινομένη κατήγορος από υμνητού και επαινέτου. Λυπούμεθα βεβαίως διά το εθνικόν ατύχημα, αλλά δεν ταραττόμεθα και πολύ.
Τα κύματα δεν φοβίζουν πλέον. Ακτινοβολούν φως και ζωήν. Αρνάκια κάτασπρα, καμπουρωτά, σκιρτώσιν εν τη υγρά του Αιγαίου πεδιάδι και ακούεις τον γλυκύν βληχασμόν των. Χοροπηδούν. Κάθηνται. Γελούν. Φωνάζουν. Παίζουν. Συμπλέκονται. Φιλιούνται. Απορροφώνται. Χάνονται, κ' αίφνης αναγεννώνται.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν