Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Επεχειρίσθης ποτέ, αναγνώστα, υψηλού όρους την ανάβασιν; Αρχίζεις μετά θάρρους την πορείαν• είναι τραχεία η άνοδος και ο ιδρώς περιβρέχει εντός ολίγου το μέτωπόν σου. Αλλ' η προς το τέρμα προσέγγισις σμικρύνει του κόπου την αίσθησιν. Την βλέπεις άνωθέν σου την κορυφήν. Προχωρείς προς αυτήν. Επλησίασες ! Ολίγα έτι μένουν βήματα. Έφθασες! Αλλ' όχι. Δεν ήτο τούτο η κορυφή.
Ήτο μίαν στιγμήν μετά την έξοδον του Πλήθωνος. Ιδρώς αγωνίας περιέβρεχε το μέτωπον αυτής, και στραφείσα προς τον Πρωτόγυφτον, όστις είχε ανοικτούς τους οφθαλμούς, τω είπε· — Σηκώσου γρήγορα να πάμε. Ο Γύφτος τρίψας τους οφθαλμούς απήντησε προς αυτήν· — Πού θέλεις να πάμε; — Να φύγωμε απ' εδώ! είπεν η Αϊμά ανορθωθείσα. — Τι σου ήλθε πάλι; είπε ψυχρώς ο Πρωτόγυφτος. Έπαθες τίποτε μες τον ύπνον σου;
Αλλά και πολλών ανδρών αι χείρες έφερον τα ίχνη των οδόντων των ποντικών. Πάντες εφαίνοντο κατάκοποι και απέσταζεν άφθονος εκ του μετώπου των ο ιδρώς, αν και ήτο παγερά η ομίχλη της πρωίας, ερριγούμεν δε ημείς της ομηρικής μάχης οι αργοί θεαταί. Υπάρχει παροιμία, καθ' ην αι σφοδραί συγκινήσεις ανοίγουσι την όρεξιν.
Ο νους του αδιακόπως εκάλπαζε ζητών κάτι το οποίον και αυτός δεν εγνώριζεν· ιδρώς αγωνίας και ταραχής απέσταζε κατά θρομβία από του μετώπου του εν τη ώρα εκείνη του χειμώνος.
Τα πρόσωπα των αντικατώπτριζον την προσδοκίαν, την φρίκην και την ελπίδα. Το φως αντενακλάτο εντός του λευκού των οφθαλμών, οίτινες είχον υψωθή προς τον ουρανόν. Επί των ωχρών μετώπων των έρρεεν ο ιδρώς. Οι μεν έψαλλον ύμνους, οι δε επανελάμβανον πυρετωδώς το όνομα του Ιησού, άλλοι δε έτυπτον τα στήθη. Πάντες ανέμενον κάτι το άμεσον και υπερφυσικόν.
Το παλαιόν φέσι του περιέδεε μανδήλιον βαμβακερόν, του οποίου αι λευκαί άκραι εκρέμαντο όπισθεν προς προφύλαξιν του ρυτιδωμένου αυχένος του. Υπό το φέσι έλαμπον οι ζωηροί οφθαλμοί του σκιαζόμενοι από δασείας πολιάς οφρύς. Ο ιδρώς έσταζεν από τους κροτάφους του.
Πώς να κάμω λοιπόν; Κρύος ιδρώς μου ήλθε την τελευταίαν στιγμήν. Η φωνή μου άρχισε να τρέμη, τα χέρια μου έτρεμαν, τα πόδια μου τρεμούλιασαν. Αλλά μόλις εκαλανάρχησα εις τον ψάλτην το τέλος «η προαίρεσις δίδου», και μου δίδει μια ο πατέρας και ευρίσκομαι αμέσως μπροστά 'στο στασίδι του δημάρχου πρώτα-πρώτα. Η προαίρεσις δίδου! Φωνάζει αντί για μένα ο πατέρας μου, σαν να με δίδασκε.
Αλλ' όταν απομακρυνθείς τους αφήκα εις την οδόν Πανεπιστημίου, η μελαγχολία και οι φόβοι τούς είχον κυριεύσει εκ νέου και ένας εξ αυτών έλεγε: — Φαντάσου όμως να σ' αφήσουν στην ίδια τάξι! Με τι μούτρα θα πας να το πης του μπαμπά; Επεθύμουν να ήμουν εις την ηλικίαν των, αλλά χωρίς να έχω τας εξετάσεις των. Συμβαίνει ενίοτε να βλέπω καθ' ύπνον ότι δίδω εξετάσεις και με κόβει κρύος ιδρώς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν