Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Καλά που ήρθαμε και το στρώσαμ' εδώ, είπεν ο Νικολός· εάν κανέν' απ' αυτά τα κοριτσάκια τώρα εξεθάρρευε ν' ανεβή παραπάνω, ή αν ταις ήρχετο να παν να προσκυνήσουν ως την εκκλησιά — ή αν ταις είχε δώσει παραγγελία η μαννού τους ν' ανάψουν τα καντήλιαπου προλάβαμε ημείς και τ' ανάψαμεβέβαια θα μας έβλεπαν να σκάβουμε 'κει απάνω.

Μετέπειτα, καθόσον ησύχαζον τα πράγματα και ελάμβανον σημασίαν υπερτέραν της αληθούς αξίας των αι μικραί μέριμναι του βίου, ανεφάνησαν και πωληταί και αγορασταί βαφής εις Ερμούπολιν. Αλλά τότε θα επέσυρε την έκπληξιν και την ειρωνείαν του κόσμου ο Μάρθας, εάν ήρχετο εις τον νουν του να επιδιώξη διά τοιούτων μέσων το ομόχρουν των τριχών του.

Η αγάπη θέλει φρόνησι, θέλει ταπεινωσύνη ... Δεν το λέει και το τραγούδι; έτσα διάχνουνε, Μανώλη, οι τιμημένοι άντρες. Η Ρηγινιώ ανεστέναξε και το ρεμβόν της βλέμμα εβυθίζετο εις την μακρυνήν εποχήν από την οποίαν της ήρχετο εξησθενημένη η απήχησις ενός διστίχου του χορού: Να τα χαρώ τα μάτια σου όντε τα κλίνης κάτω ...

Ήδη δε ήρχετο να ποτίση τον ίππον του και να κατευθυνθή εις Ανδραβίδα, όπου τον ανέμενον οι σύντροφοί του. Αλλ' ο ίππος δεν ήθελε να πλησιάση εις το νερόν. Ήνοιγε τους οφθαλμούς, ανώρθου την χαίτην του, εκαμάρωνε την κεφαλήν, εφρύμαζε στρεφόμενος εδώ κ' εκεί κ' ετριπόδιζεν ωσεί διακρίνων κάτι μέσω των φυλλωμάτων και θέλων να υποχωρήση.

Το μέγεθος της θλίψεώς του ηδύνατό τις να το συμπεράνη από τα παράξενα και μανιώδη κινήματά του. Ύβριζε τον αίτιον και τους αξιωματικούς, όσους ενόμιζεν ότι δεν εφρόντισαν όσον έπρεπε διά να προλάβωσιν, ή να εμποδίσωσι το δυστύχημα, αναθεμάτιζε την ώραν και ό, τι άλλο ήρχετο εις τον νουν του εκείνην την στιγμήν.

Τώρα τελευταία ήλθα στη βρύση και ηύρα μίαν νεάνιδα υπηρέτριαν ήτις είχε βάλει το σταμνί της εις το τελευταίον σκαλοπάτι και εκύτταζε τριγύρω μήπως ήρχετο καμμία φιλενάδα της διά να την βοηθήση να το βάλη στο κεφάλι της. Κατέβην, και την εκύτταξα κατάματα. Να σε βοηθήσω, κορίτσι μου! της είπα. — Αυτή κατακοκκίνησε. Κύριέ μου, είπεν, ευχαρίστως! Ετοίμασε το στεφάνι της, και εγώ την εβοήθησα.

Η θέα της γενικής εκείνης κατηφείας με κατετάρασσε και μου ήρχετο να φωνάξω ερωτών τους προ των εργαστηρίων πραγματευτάς:― Δι' όνομα θεού, τι έπαθεν η Χίος; τι συμβαίνει; Αλλ' εβάδιζα κατόπιν του πατρός μου ακολουθών τα ίχνη του, και δεν ήμην συνειθισμένος να λαμβάνω την πρωτοβουλίαν ποτέ, εκείνου παρόντος.

Οίμοι! δυστυχής τις έκρουε την θύραν σου, τον οποίον ο βορράς κατεδίωκε, και εμιμήθη τον στεναγμόν του διά ν' απατήση αυτόν. Δυστυχής, τον οποίον έτυπτεν η παγωμένη βροχή, και έχυνεν ίσον ποσόν δακρύων, διά να θερμανθή με την θέρμην του άλγους του. Δυστυχής, τον οποίον είς Θεός άγιος εγκατέλιπεν άνευ στέγης, και ήρχετο ίνα ζητήση αυτήν από ένα άνθρωπον αμαρτωλόν!. . . — Περίμενε!

Π. ήρχετο και παρήρχετο απ' έμπροσθέν μου, με τας χείρας πάντοτε δεδεμένας όπισθεν, με τους οφθαλμούς πάντοτε προσηλωμένους εις το άκρον του εν τω στόματι σιγάρου του, και με βήμα το οποίον καθίστα αδύνατον την εξακολούθησιν της διακοπείσης συνομιλίας μας. Εν τούτοις δεν παρήλθε πολλή ώρα, και επεφάνη ζωηρά και φιλομειδής η Μάσιγγα τρέχουσα προς εμέ.

Και βεβαίως καλόν θα ήτο αν ήρχετο ο καθείς εις την αποικίαν έχων ίσα και όλα τα άλλα.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν