Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Και τους εδιηγείτο πάλιν ο Μοναχάκης, λεπτομερώς τώρα και πολύ ζωηρά, το πώς εσώθη με την βοήθειαν της Παναγίας της Πορταΐτισσας, πώς επανέκτησε την πρώτην του γαλήνην και φιλοπονίαν σαν να ξαναγεννήθηκε, και πώς λαβών με ευκολίαν ποσόν ικανόν απέναντι του ναύλου από τον έμπορόν του, ανεκαίνισε τα άρμενα όλα του πλοίου του, οπού είχαν παραλύσει και αυτά από την ασωτείαν του, το εχρωμάτισε και το έκαμε πάλιν σαν να τώρριξεν εκείνην την ώραν εις την θάλασσαν ο πατέρας του.

Ο Δημητράκης εμάντεψε τη στενοχώρια των αλλουνών κ' έκαμε την αρχή. Αμέσως εκείνοι άφηκαν ελεύθερη την όρεξη τους. Το σαράβαλο χτίριο βούιξε σαν ταβέρνα. Ο Αρχαιολόγος ξαφνίστηκε και τους κύτταξε με θολά μάτια, σα να τους ρωτούσε την αιτία. Έπειτα όμως συνήρθε, κούνησε το κεφάλι.... — Γελάτε; γελάτε; είπε στα σοβαρά εκεί να σας είχα για να ιδώ αν θα γελούσατε...

Είχεν ερευνήσει, τω όντι, επί χρόνους πολλούς, εις τα βουνά και τας φάραγγας, όπως εύρη «παλληκαροβότανο» διά την κόρην της, αλλ' εκείνο το οποίον της είχε δώσει δεν επέτυχεν εξ εναντίας, ενήργησε μάλλον ως «κοριτσοβότανο». Και όμως εις αυτήν άλλοτε, όταν της το έδωκεν η ανδραδέλφη της, είχε τελεσφορήσει, διότι έκαμε τέσσαρας υιούς, και μόνον τρεις θυγατέρας.

Όπισθεν του δυτικού τοίχου του μονυδρίου, όστις ήτο χθαμαλώτερος, απλούς και άνευ κελλίων, σπινθήρες τίνες ανήρχοντο εις τον ουρανόν φωτίζοντες τον θόλον και το δυτικόν της οροφής του ναΐσκου, ως να ήτο πυρά τις αναμμένη εντός του περιβόλου. Η θεια-Συνοδιά έκαμε τον σταυρόν της κ' εστέναξε·Παναΐτσα μου! — Τι να είνε τάχα; είπεν ο Παγώνας, αναγκασθείς να διακόψη και δευτέραν φοράν το άσμα του.

Εσίμωσεν εις ημάς, και αφού μας εκύτταξεν ολίγον, άπλωσε το χέρι του εις εμένα πρώτον και πιάνοντάς με από τον λαιμόν, με εκλωθογύρισεν ωσάν ο μακελλάρης όταν πιάνη το πρόβατον από τον λαιμόν, και το δοκιμάζει αν είναι παχύ διά να τα σφάξη, έτσι μ' εκλοθωγύρισε στο δάκτυλό του και βλέποντάς με λιγνόν, και αχαμνόν, με άφησε, και έπιασεν ένα προς ένα και τους άλλους, και τους έκαμε τα ίδια.

Την ερχομένην ημέραν όταν υποκάτω εις τον ίσκιον ενός δένδρου ανεπαυόμουν, ιδού βλέπω όφιν πτερωτόν και ήρχετο προς με με την γλώσσαν έξω, ωσάν να εζήτει βοήθειαν και με το κεφάλι χαμηλόν και δακρυρροών και βλέπω να τον κρατή από την ουράν ένας άλλος όφις πτερωτός πολύ μεγαλύτερος διά να τον καταφάγη· πρώτον εφοβήθην, αλλ' η ανάγκη με έκαμε να λάβω τόλμην.

Η Φαραζάνα βλέποντας πως αυτά δεν ήσαν μέτωρα αλλά λόγια αληθινά του Αράπη, έδειξε το σοβαρόν της· και με θυμόν άρχισε να τον υβρίζη καθώς του ετύχαινε, λέγοντάς του πως αυτό δεν θέλει το κρατήσει κρυφόν, αλλά θέλει το φανερώσει του Μπρακμάνου, διά να τον παιδεύση κατά πως του πρέπει με την τόλμην που έλαβε να της μιλήση με τέτοιον τρόπον· καθώς και το έκαμε και τον επαίδευσεν ο Μπρακμάνος σκληρότατα.

Μ' τι ήταν τούτ' ωρέ Καράλ'! Σα διατάν' μώμοιαζαν όλοι ντυμέν' έτσι. Σαν εκείνους π' γλέπω τ' Λαμπρή 'στν Αγιά-Παρασκευή 'στν εκκλησιά, πώχουν ζουγραφσμέν' την κόλασ'. Κ' εκείν' οι δρόμ', κ' εκείνα τα σπίτια; Μπα, θε μ', φύλαξέ με!» Κ' έκαμε το σταυρό του ο άνθρωπος. «Μωρέ πώς ζαν έτσ' απανουτοί, πώς παίρνουν αέραΈλεγε. Ο Καράλης γέλαε, τι νάκανε.

Ο Στάθης έλαβε την άλλην άκρην, έκαμε θηλειάν, κ' εδέθη μοναχός του από τας μασχάλας.

Ου μόνον δε τούτο, αλλά τους έκαμε να αισθανθώσιν ότι είνε προσφιλείς τω Θεώ, ότι, καίτοι πλανώμενα τέκνα, είνε τέκνα Του. Και διά τούτο εις τας παραβολάς του Απολωλότος προβάτου και της Απολομένης Δραχμής επιπροσέθηκε την του Ασώτου υιού.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν