Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
«Θυμήσου εις την Αττικήν ο ήλιος πώς λάμπει, πώς μ' αιωνίαν άνοιξιν η φύσις λουλουδίζει, πώς πρασινίζουν τα βουνά τριγύρω της κι' οι κάμποι... καίει ο ήλιος εκεί, όταν εδώ χιονίζη. Χαιρέτησε τον έμπορον, χαιρέτησε τους χοίρους, και πέταξε επί πτερών ανέμου 'στην Ελλάδα, να βλέπης πάντα ουρανόν με κυανούς σαπφείρους, και να σφαλούν τα μάτια σου απ' την πολλή 'λιακάδα.
Είχον ήδη σταλή 155,000 λιρών . Οι αντιπρόσωποι τότε απελπίσαντες, έπεισαν τον εν Λονδίνω Χίον έμπορον Α. Κοντόσταυλον, άνδρα γνωστόν διά τον πατριωτισμόν και την τιμιότητα του, να μεταβή άκων εις Αμερικήν, όπως προσπαθήση να επιτύχη δάνειον προς αποπεράτωσιν των δύο φρεγατών ή τουλάχιστον όπως σώση την μίαν εξ αυτών θυσιάζων την άλλην .
Ηρώτησα κάποιον φίλον του, έμπορον ψιλικών, όστις επίσης τον εσυμπαθούσε και του επρομήθευε τους κολλάρους και τους χρωματιστούς λαιμοδέτας του επί αορίστω, εννοείται πιστώσει, αλλά και αυτός δεν τον είχεν ιδή προ πολλού. Ήμην εις αυτάς τας σκέψεις, ότε τον βλέπω ένα πρωί εις την οδόν Σταδίου ερχόμενον, ή μάλλον τρέχοντα κατ' επάνω μου. Μ' επλησίασε. — Το απόγευμα εις του Ζαχαράτου, μου λέγει.
Έξαφνα ένα πρωί μανθάνω ότι την προτεραίαν η άπιστη αυτή είχε στεφανωθή μ' ένα έμπορον, ένα κοθόνι, έναν . . . Τόσω μ' επείραξε που δεν επρόσεξα πλέον εις γυναίκα . . . » Εις τον περίπατον, μια πρωινή, συνηντήθημεν μ' ένα νέον καλού εξωτερικού, όστις μας εχαιρέτισε με πολλήν ευγένειαν. — Τι κάνεις Παναγιώτη; τον ερώτησεν ο Σοφοκλής. — Καλά, κυρ Σοφοκλή· κάτι δε φαινόσαστε απ' το μαγαζί;
Και ηξεύρεις, αυθέντα, πώς επληρώθην εις αντάλλαγμα; Μεταξύ Νεαπόλεως και Ρώμης μου έδωσε μίαν μαχαιριάν και επώλησε την σύζυγόν μου, την Βερενίκην μου, την τόσον νέαν και ωραίαν, εις ένα έμπορον δούλων. Εάν ο Σοφοκλής εμάνθανε την ιστορίαν μου . . . Αλλά τι λέγω; Ο ακούων με είναι μεγαλείτερος του Σοφοκλέους. — Δυστυχισμένε άνθρωπε! είπεν η Ποππέα.
Τότε λοιπόν ο Σιδώνιος έμπορος, εγώ, ειπέ, βασιλεύ, υπόσχομαι να σου δείξω οδόν σύντομον μεταξύ Περσίας και Αιγύπτου• εάν οι αγγελιαφόροι σου περάσουν επάνω από τα όρη— και προς τούτο θα χρειασθούν μόνον τρεις ημέρας—θα φθάσουν τάχιστα εις την Αίγυπτον. Και είχε δίκαιον. Ο Αλέξανδρος όμως δεν επίστευσεν, αλλ' εθεώρησεν απατεώνα τον έμπορον.
Αι οικογενειακαί παραδόσεις και η όλη μου αγωγή μ' εσχημάτισαν έμπορον, και συνησθανόμην ότι προορισμός μου ήτο το εμπόριον, ότι δι' αυτού και μόνου ηδυνάμην να προοδεύσω αποκαθιστάμενος χρήσιμος εις εμέ αυτόν, εις την οικογένειαν και εις την πατρίδα. Αλλά πόθεν ν' αρχίσω; Πού η βάσις επί της οποίας να στηρίξω τας ενεργείας μου ; Ιδού η δυσκολία.
Διότι, αφ' ου αγοράση κανείς τρόφιμα από κανένα παντοπώλην ή έμπορον, ημπορεί να τα μετακομίση μέσα εις δοχεία, και, προτού τα φάγη ή τα πίη και ούτω τα δεχθή μέσα εις το σώμα του, ημπορεί να προσκαλέση και τον ειδήμονα να τον συμβουλευθή ποίον δύναται να φάγη ή να πίη και πόσον από αυτό και πότε· ώστε εις την αγοράν τούτων δεν υπάρχει μεγάλος κίνδυνος.
Εκδαίρουσι το σώμα, και αφού είπωσι κατά της κεφαλής εκείνης πολλάς αράς, την φέρουσιν εις την αγοράν, εάν υπάρχη τοιαύτη, και την πωλούσιν εις Έλληνά τινα έμπορον, εάν ευρίσκεται τοιούτος εις την πόλιν· ει δε και δεν ευρίσκεται Έλλην έμπορος, την ρίπτουσιν εις τον ποταμόν.
Εις τούτο απέβλεψεν η μήτηρ μου, ότε μου τον επέβαλεν ως συνοδοιπόρον, κατορθώσασα να του δοθή δίμηνος άδεια απουσίας από τον έμπορον, εις του οποίου το γραφείον ειργάζετο ως υπάλληλος. Κύριος δε οίδε πόσας και οποίας οδηγίας έδωκε μυστικώς η προβλεπτική μου μήτηρ εις τον Μέντορά μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν