Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Τι τύχη, αλήθεια, που την είχαν! Κάποτες ο μικροπολίτης δεν καταλάβαινε κι ο ίδιος τι έγραφε. Δεν είναι τύχη κι αφτό; Οι μικροπολίτες είχαν ψιλή, ψιλούτσικη φωνή. Έλεγες και τραγουδούσαν. Είταν όλοι τους τενόροι. Δεν ξέρω τι είχαν πάθει οι μικροπολίτες. Δεν άκουγες όμως για κανένα μικροπολίτη, νάκαμε ποτέ του παιδί. Έτσι ζούσαν οι μικροπολίτες, έτσι ζούσαν και βασίλεβαν αναμεταξύ τους.
Δράκος με ράχη κόκκινη σαν αίμα, φρίκη τέρας, π' ατός του ο Δίας τόβγαλε στο φως, πηδά από κάτου απ' το βωμό, κι' ολόισα στην πλατανιά ανεβαίνει 310 Κι' εκεϊ είταν νιόσκαστα πουλιά, έτσι μικρούλια ακόμα, στην άκρη άκρη, στου δεντρού την πύκνα ζαρωμένα, οχτώ, κι' η μάννα τους εννιά που τάχε κλωσσισμένα. Και τ' άκουγες π' απάνου εκεί με κλάμα σπαρταρούσαν μέσα στο στόμα του φιδιού.
Είπε και ρήχνει, μα χωρίς σκοπό ναν τον βαρέσει. Και τ' όπλου η μύτη πέρασε δεξά απ' τον ώμο απάνου, και μέσα μπήχτηκε στη γης· κι' εκείνος ξαφνιασμένος στέκει, του φόβου πράσινος, παντού ριγοκοπώντας, και μες στο στόμα του άκουγες τα δόντια που χτυπούσαν. 375 Τότες λαχανιασμένοι οι διο τον φτάνουν, και τα χέρια του πιάνουν.
Έμειναν αμίλητοι μια στιγμή κ' οι δυο τους, πατέρας και μάννα. Ώσπου όμως να ξανανοίξη το στόμα του ο Μυλόρδος, που έτρεμε μην τύχη και τους παραταράξη, βρέθηκε ταντρόγυνο αγκαλιαστό, κι άλλο πια τώρα δεν άκουγες παρά κλάψες κι αναρρουφήματα. — Να σας πω τώρα και κάτι άλλο, κάνει ο Μυλόρδος, να μη χασομεράτε και πολύ.
— Σα να μας άκουγες κι απ' έξω, χαριτωμένο μου Βασιλόπουλο, γιατί βλέπω και χαμογελάς καθώς μπαίνεις. Το ξέρω πως τάμαθες όλ' αυτά που λέγαμε από τους δασκάλους. Μα τώρα δεν είναι ξερά μαθήματα. Είναι ζωντανά παραμύθια τώρα.
Κάποτες φοβάται μήπως τάχασε κι ο ουρανός. Έτσι φοβήθηκα και γω μήπως τάχασε η Αθήνα. Παρατηρούσα κάτι περιστατικά που δεν τα χωρούσε ο νους μου. Πότε, να τους άκουγες, έλεγα τάδε πράμα, πότε πάλε το εναντίο. Ο ένας έγραφε ένα, ο άλλος άλλο, κι όλοι ανάποδα. Πώς να τα ταιριάξω; Άξαφνα φως μου κατέβηκε.
Και μέσα στο χαλασμό, μέσα στις φλόγες και στα κατρακυλίσματα των τοίχων, άκουγες άγριες φωνές και φώναζαν από παντού, Νίκα, Νίκα! καθώς συνηθίζανε να φωνάζουνε στους αρματηλάτες όταν τρέχανε στο ιπποδρόμιο. Από κει λοιπόν ονομάστηκε το φοβερό αυτό κίνημα Στάση του Νίκα . Τέσσερεις μέρες βάσταξε το κακό εκείνο.
Και στάθηκε η Αμάχη ομπρός στα πλοία του Δυσσέα, πούταν στη μέση κι' άκουγες καλά απ' τα διο τα μέρη, 5 δεξά απ' τα ξυλοκάλυβα του Αία, και ζερβά σου απ' τ' Αχιλέα, πούσυραν τα τρεχαντήρια οι διο τους στις διο άκρες της απλογιαλιάς απ' αφοβιά και θάρρος· εκεί η Αμάχη στάθηκε και σκούζει και στριγγλίζει 10 άγρια, και σ' όλων την καρδιά των Αχαιών πυρώνει το θάρρος, για να πολεμάν κι' ακούραστοι να σφάζουν.
Κι εδώ τα χελιδόνια διασταυρώνονταν με ταχύτητα, αλλά ψηλότερα, με φόντο το γαλακτερό ουρανό. Μέσα στο σπίτι άκουγες τις γυναίκες, που καθάριζαν τα δωμάτια και τακτοποιούσαν τα πράγματα για το Πάσχα. Μεγάλη ηρεμία βασίλευε τριγύρω. Ο Έφις δεν ξέχασε ποτέ εκείνες τις στιγμές.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν