Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Εκυριεύθη δε υπό τοσαύτης λύπης, ώστε επί πολύ περιεπάτει αλλόφρων, και εξετράπη απροσέκτως εκ της οδού. Ότε ήλθεν εις εαυτήν ενόησεν ότι ήτο μακράν της οδού αυτής, και είχεν ανάγκην να περιγράψη μέγαν κύκλον, όπως παρακάμψη τα βραχώδη μέρη της ακτής και επανέλθη εις την καλύβην της. Είχε δε δύσει αρτίως ο ήλιος, και η αμφιλύκη ήρχιζε να πίπτη επί την γην. Η νεάνις ετάχυνε το βήμα.
Γυρνώντας από την Πιατζέταν, πήγαινα σπίτι μου, μέσα απ' το Μεγάλο Κανάλι. Την στιγμήν όμως που η γόνδολά μου έστριβε στο κανάλι του Αγίου Μάρκου, μια φωνή γυναικεία ακούσθηκε ξάφνου μέσα στης νύκτας τα βάθη. Ήταν μια φωνή αγρία, αλλόφρων και εξακολουθητική. Κ' έτσι το ρέμμα που κυλιόταν απ' τη μεγάλη στη μικρή διώρυγα μας συνεπήρε.
Αλλά το λεπτόν και ήρεμον πυρ των οφθαλμών της έκαιε την καρδίαν του νέου. Τέλος την ηγάπα. Εκείνη, συχνά εξερχομένη εις τον εξώστην, τον εκύτταζεν επί μίαν στιγμήν, ρεμβή και αλλόφρων.
Ναι, ο Φραγκούλας ήτο γέρος, και ημπορεί να ήτο σχεδόν ανίκανος, παράξενος, στραβός, μισοπάλαβος, αλλοίθωρος, αλλόκοτος και αλλόφρων. Τον είχε διώξει η γυναίκα του. Επί τινα χρόνον έμενεν εις ένα κατώγι, διά ψυχικόν. Επήγαινε με της βάρκες, εις ψάρευμα ή μικρούς ναύλους, αλλά συνήθως εξενυχτούσε στο κατώγι.
Και αφού επί ώραν εθεώρει, αλλόφρων, άλλοτε τον ουρανόν, και άλλοτε την θάλασσαν, εισήλθε πάλιν εις τον ναΐσκον, ένθα είχεν αρχίσει η ιερά λειτουργία. Κατ' ευθείαν προχωρεί προς το άγιον βήμα και προκύπτει προς τα ένδον, ίνα ερωτήση τον Γέροντα περί της λέμβου.
Ήτο αφηρημένη όλην την ημέραν. Αι μοναχαί παρεπονούντο ότι το παρατεθέν αυταίς γεύμα ήτο άβραστον και ανάλατον. Η αδελφή Κλάρα, μία των φρονιμοτέρων καλογραιών, ελθούσα όπως τη μεταβιβάση παραγγελίαν τινά της ηγουμένης, ηναγκάσθη να επιστρέψη άπρακτος. Η Βεάτη δεν είχε την δύναμιν ν' ακούση, ουδέ να εννοήση τι. — Λοιπόν τι να της είπω; ηρώτησεν η αδελφή Κλάρα. — Ποίας; είπεν αλλόφρων η Βεάτη.
Ο Περδίκης εξήλθε του οίκου, αλλά δεν κατηθύνθη εις του φίλου του Ξανθάκη, ως είπεν εκ του προχείρου προφασιζόμενος εις την σύζυγόν του. Ανήλθεν αλλόφρων και βραδυπατών την οδόν Σταδίου, διέδραμε την πλατείαν του Συντάγματος, κ' ευρέθη μετ' ολίγον υπό την δενδροστοιχίαν του κήπου των Ανακτόρων, κατευθύνων το βήμα του προς τα Άντρα.
— Τι την τραβάς, πατέρα; έκραξεν ο Μάχτος. Ο Πρωτόγυφτος εφαίνετο αλλόφρων και δεν απήντα εις ουδέν ερώτημα. Το πράγμα τω εφαίνετο ανωφελές. Συγχρόνως μεταξύ της Γύφτισσας και του Βούγκου συνήφθη ταπεινή τη φωνή μικρός διάλογος. Οι δύο ούτοι μόλις είχον αποσείσει τέλος τον ύπνον, και ήρχισαν να εννοώσιν ότι συνέβαινέ τι. — Κοιμάσαι, μεγάλε; — Κοιμάσαι, μάννα; — Εγώ δεν κοιμούμαι. — Ουδ' εγώ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν