United States or Belize ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν σκέπτεσαι, κόρη μου, ότι είμεθα φτωχοί άνθρωποι, ούτε θυμάσαι πόσα μας έχει δώσει αυτό το παιδί και πώς θα περνούσαμε τον περασμένο χειμώνα αν η Αφροδίτη δεν μας τον έστελνε; ΦΙΛ. Μπα, και γι' αυτό θ' ανέχωμαι να με προσβάλλη; ΜΗΤ. Καλά να θυμώσης για τις προσβολές, αλλά να μη τον προσβάλλης και συ.

Φτωχοί και πλούσιοι, μικροί και μεγάλοι, όλοι μας, αυτά να έχουμε στο νου, κι αυτά να τα κάνουμε πράξη, κ' η προκοπή θαρθεί μονάχη της. Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ή το χωριό που μας γέννησε, είναι η μ ι κ ρ ή μ α ς π α τ ρ ί δ α, είτε σε νησί βρίσκεται, είτε σε κάμποσε μεσόγειο ή σε παραθαλάσσιο. Στα χωριά τα σπίτια είναι γνώριμα, και οι άνθρωποι σα να συγγενεύουν.

Η θειά το Μαθηνώ, γηραιά ευλαβής κατά τους μεν, ψευτομετάνισσα κατά τους δε, ενάρετος γυνή, αποβλέπουσα προς το κτίριον τούτο μετά στεναγμού είπεν: — Ημείς τρώμε, κορίτσια· να έχουν τάχα κ' οι φτωχοί, να φάνε! — Τρών' οι πεθαμένοι, θειά Μαθηνώ, είπε το Αγλαώ, η δωδεκαέτις παιδίσκη του ιερέως.

Νέοι και γέροι, φτωχοί και πλούσιοι, τρέχανε και την ακούγανε σαν ξηγούσε με μαγευτική ευγλωττία τα μυστήρια της Επιστήμης. Σειρήνα μονάχη, που πρόβαλε κ' έψαλε τολοΰστερο άσμα της κλασσικής αρχαιότητας.

Και βρίσκοντας τονέ μαλακώτερο κατά καλή τύχη, έχοντας και τη βοήθεια των άλλων που αναφέραμε παραπάνω, τονέ μετάπεισε και φιλιώθηκε πάλι με την Αντιόχεια, Ξαναπόχτησαν τότες οι πλούσιοι τα υπάρχοντά τους κ' οι φτωχοί την ησυχία τους, και γλύτωσε η Αντιόχεια από μεγάλη καταστροφή. Κι αυτά ως τόσο δεν είναι τίποτις ομπρός στα πολύ φοβερώτερα που έπαθε η Θεσσαλονίκη τρία χρόνια κατόπι .

Πολλές φορές έμπαιναν και στο χωριό, ανακατώνονταν στα σπίτια, σε χαρά και σε λύπη, σε γάμους και τραπέζια, σε πανηγύρια, ακόμα και στα μαλώματα. Όλοι την ήξεραν την Ελπίδα κι όλοι την καλοδέχονταν. Μικροί μεγάλοι την αγαπούσαν· φτωχοί και πλούσιοι την είχαν πάσα ημέρα στα χείλη τους. Μια τέτοια ζωή άλλαξε σημαντικά το Δημητράκη. Η κόρη με τ' απλά λόγια της, ξύπνησε μέσα του κάποια νέα σκέψη.

Και μεις φτωχοί λεγόμαστε, Κυρ-Λοχία μου· μα δεν το φκιάνουμ' έτσι μάτα, Κυρ- Λοχία μου... — Κι αφού και δεν έχει, ωρέ παλιόλιγδα, τι τον παλιέβς, ωρέ, να σου δόνη τόρανες; α; Έτσ' για, το λοιπόν, τς πνιουν τς ανθρώπους;.. α;.. Όσο τούλεγε, τόσο άναβε κ' εφούντωνε πλιότερο ο Κυρ-Λοχίας. Μπραφ! τον έχει του κόβει κ' έναν κατακέφαλο στο τέλος.

Πρέπει να καταλάβουμε, μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, πως το ξενίτεμα δεν είναι καλό πράμα, όσο έμεινε αδούλευτος ο τόπος μας και το έθνος μας δεν έγινε δυνατό και μεγάλο για να μπορεί να ζήσει δίχως τη βοήθεια όλων των παιδιών του. Μας χρειάζεται σιμά της η πατρίδα, να μας έχει στο χέρι. Δεν είναι σωστό να της ξεφεύγουμε.

Η πόρτες του παλατιού ανοίχτηκαν σε όλο το λαό: πλούσιοι και φτωχοί στρώθηκαν στο τραπέζι, και για να πανηγυρίση την ημέρα, ο Βασιληάς Μάρκος έδωσε την ελευθερία σε εκατό σκλάβους, και ώπλισε με τα χέρια του είκοσι ιππότες, δίνοντάς τους το θώρακα και τάλλα ιπποτικά άρματα.