Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Νύκτα τινά του Απριλίου του έτους 1453, καθ' ην ώραν οι αλιείς ητοίμαζον τους πυρσούς διά τας νυκτερινάς οψοθηρίας, αι δε γυναίκες των απεκοιμίζον τα βρέφη επί των γονάτων αυτών, συρίζουσαι το σύνηθες νανούρισμα και ημικλείστους έχουσαι υπό νυσταγμού τους οφθαλμούς, παράπηγμά τι ήτο ανοικτόν εις την άκραν της συνοικίας.

Δεν είνε σύνηθες πράγμα να βλέπη τις άνθρωπον, και μάλιστα χερσαίον, να κολυμβά τολμηρός τόσον πέλαγος, χωρίς να έχη ισχυρούς και σπουδαίους λόγους. Βεβαίως τοιούτος άνθρωπος δεν ηδύνατο να μην είνε παλληκάρι.

Εκτός του παιδός, ουδείς εφαίνετο εν τη αυλή. Εισήλθον εις το πλακόστρωτον και πως δροσερόν κατώγειον — κ' εδώ ούτε ψυχή. Εκάλεσα μετά τινος ανυπομονησίας την μητέρα μου, τον αδελφόν μου, ουδείς απεκρίθη. Η μικρά προς τον κήπον θύρα εις το βάθος του κατωγείου ήτο, παρά το σύνηθες, ολίγον ανοικτή.

Αρί-σείς, κορίτσια, επανέλαβεν η γειτόνισσα, είνε αλήθεια πως ταύρατε τα χρήματα; Μετά την τελευταίαν συνάντησίν των, ότε πρώτη η γειτόνισσα ανήγγειλεν εις την Γερακούλαν και τας θυγατέρας της ότι επάτησαν το Μοναστήρι, ησθένησεν αύτη, καταληφθείσα υπό τινος δεινού των νεφρών πόνουσύνηθες αυτήκαι είχεν ημέρας να έλθη εις την οικίαν του καπετάν-Θοδωρή.

Σύνηθες των τοιούτων ποιημάτων θέμα ήτο η νυκτερινή συνέντευξις δύο εραστών, εχόντων έξωθεν φύλακα, όπως εξυπνήση αυτούς την αυγήν, ότε μη θέλοντες εισέτι ν' αποχωρισθώσιν ερίζουσι προς αλλήλους, ή και μετά του φύλακος, και φιλονεικούσιν εάν το φως προέρχεται εκ του ηλίου ή εκ της σελήνης, εάν ψάλλη κορυδαλός ή αηδών.

Εν τούτοις ο Ζάχος μ' ελαφρόν και γοργόν βήμα, το σύνηθες εις τους κλέφτας, ηναγκασμένους να περιπατούν από λιθάρι σε λιθάρι ανά τα βουνά, διήλθε τους στενούς και πλήρεις χαλασμάτων δρομίσκους κ' έφθασε προ της πλατείας των Καλυβοσπίτων. Η νυξ είχεν επέλθει προ πολλού σκοτεινή και ασέληνος. Η φρουρά υπό τον Ραζικότσικαν ηγρύπνει παρά τους γεωτοίχους και τους προμαχώνας.

Την επιούσαν ήμεθα από πρωίας συνηγμένοι κατά το σύνηθες εις την ισόγειον της οικίας είσοδον, ήτις εχρησίμευεν ως κοινή αίθουσά μας. Καθήμενοι εις των θυρών τα κατώφλια και επί των βαθμίδων της κλίμακος συνεσκεπτόμεθα, ως πάντοτε, περί του πρακτέου, αναμένοντες τι η ημέρα θα μας φέρη και υπολογίζοντες πότε ηδυνάμεθα να περιμένωμεν απόκρισιν εκ Ψαρών. Η Ανδριάνα μόνη ήτο απούσα.

Ο Πετρώνιος εξύπνησε περί την μεσημβρίαν και, κατά το σύνηθες, ήτο πολύ κουρασμένος. Την παραμονήν, εις τα ανάκτορα του Νέρωνος, είχε παρακαθήσει εις συμπόσιον . . . Από τινος χρόνου η υγεία του δεν ήτο τόσον καλή και αι αφυπνίσεις του ήσαν περισσότερον επίπονοι.

Ωνειρεύθη ότι η μητέρα της την συνελάμβανεν επ' αυτοφώρω ερευνώσαν να εύρη το κομπόδεμα, κάτω εις το ισόγειον, ανάμεσα εις τα βαρέλια και τα πιθάρια και τον σωρόν των καυσοξύλων ως την είδεν, εμειδίασε πικρώς, το σύνηθες μειδίαμά της, και διά να την εβγάλη τάχα από τον κόπον, επήρε μοναχή της το κομπόδεμα, έβγαλε και της εχάρισεν από τα τόσα τάλληρα, τα σκυλοδεμένα, τρία γερμανικά τάλληρα, τρεις ρηγίνες, απ' εκείνας που είχαν και την εικόνα της Παναγίας επάνω, με την επιγραφήν «Patrona Bavariae». Η Φραγκογιαννού, μετά χαράς μεμιγμένης μ' εντροπήν, επήρε τα τρία νομίσματα, από τα χέρια της μητρός της πλην όταν τα εκύτταξε, είδεν ότι τα τρία εκείνα νομίσματα, με τα πρόσωπα που έφερον επάνω, ήσαν τρία προσωπάκια, μικρά, πελιδνά, με σβυσμένα ματάκια . . . . Ω! τρόμος! προσωπάκια μικρών κορασίδων!

Περί το μέτωπον και τον βραχίονά Του δεν κρέμανται τα φυλακτήρια, τα οποία τόσον επλάτυνον οι Φαρισαίοι· καίτοι δε υπάρχει εις πάσαν γωνίαν του ενδύματός Του η παρυφή και η κυανή ταινία την οποίαν επιβάλλει ο Νόμος, αύτη δεν φορείται κατά το επιδεικτικόν μέγεθος το επιτηδευόμενον υπ' εκείνων οίτινες συνείθιζον να «μεγαλύνωσι τα κράσπιδα των ιματίων αυτών». Φέρει το σύνηθες ένδυμα του καιρού Του και της πατρίδος Του.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν