United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο πατέρας του με κανένα τρόπον δεν υπόφερνε να βλέπη τον υιόν του να ζητή ελεημοσύνην, και ο υιός του διά να τον ευχαριστήση αποφάσισε διά να μην πηγαίνη πλέον εις ζητιανιά, μα να εβγάλη την ζωοτροφίαν τους με τους κόπους του, και ούτως επήγε διά να κάνη τον βαστάζον· μα διά κακήν του τύχην απέρασε σχεδόν όλη η ημέρα, και δεν ημπόρεσε να κερδίση ούτε ένα δηνάρι· και θλιβόμενος δι' αυτό επήγεν εις ένα λόγγον, και κλαίοντάς με μεγάλον πόνον της καρδιάς του, και με μεγάλον παράπονον εζητούσε βοήθειαν από τον Ουρανόν, διατί δεν ημπορούσε πλέον να υποφέρη τα βάσανα· και ωσάν αποσταμένος που ήτον, αποκοιμήθη υποκάτω εις ένα δένδρον, και αφού εξύπνησε βλέπει ολίγον μακράν ένα γεράκι πολλά εύμορφον, με μίαν άλυσσον χρυσήν εις τα ποδάρια εγκοσμημένην με ρουμπίνια και διαμάντια.

Τι άλλο τάχα παρ' η θλίψις του θανάτου του πατρός του εδυνήθη να τον καταντήση να μη γνωρίζη αυτός τον εαυτόν του πλέον, να φαντασθώ δεν ημπορώ· και σας τους δύο, ως παιδιόθεν είσθε συνανάτροφοί του, και κατόπι αδελφοίτην νειότη καιτην γνώμην, παρακαλούμεν να σας έχωμεν ολίγον καιρόν εις την Αυλήν μας, και να τον κινήτε εις ξεφαντώματα μαζί σας να πηγαίνη, ώστε να δυνηθήτε από ταις ευκαιρίαις να συνάξετε κάτι, και αν τον βασανίζει τι άγνωστοεμάς, κ' εάν φανερωμένο το πάθος θαύρισκε απ' εμάς την ιατρείαν.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Ποιός το λέει; ούτε όταν μέσ' στο σπίτι θα κοιμάσαι, όπως εγινόταν πρώτα, ή στην πόρτα έξω θάσαι. ο καθένας σας το βιος του μεσ' στην πολιτεία θάχη κι' όποιος κλέψη, κι' όποιος γδύση, θα του βγαίνη από τη ράχι• Τι χρειάζοντ' οι καυγάδες, η φωνές, τα νταβατούρια; θα πηγαίνη στο ταμείο και θα παίρνη πειό καινούργια. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μα οι άνθρωποι, για πες μου, δεν θα παίζουν πειά το ζάρι;

Ξεύρεις, μητέρα, παρατηρεί ο Τηλέμαχος, ότι αν πηγαίνη έτσι το πράγμα, αι εκατόν χιλιάδες θα γείνουν πολύ γρήγορα παραμύθι; — Αι, καλά! απαντά μειδιώσα η μήτηρ του. Ο άνθρωπος πρέπει να βοηθή, όταν ειμπορή και όσον ειμπορή. Μ' εκατό και με διακόσια φράγκα δεν θα μας λιγοστευτούν, παιδί μου, κ' έννοια σου. — Εμένα μου έρχεται μία ιδέα, υπολαμβάνει ο νεαρός Περδίκης διαρρηγνύμενος εις γέλωτα.

Άρεσεν αυτή η γνώμη του βασιλέως, και αποφάσισε να πηγαίνη ο ίδιος εις την Μπέσρα διά να βεβαιωθή καταλεπτώς.

Και ποτέ δεν θα τη δήτε τη γυναίκα, κατά πόδα να πηγαίνη με τη μόδα. Άφησε τα πειά και τάλλα. Αν πεισθήτεόσα είπα και μ' ακούσετε κ' εμένα, θα περάσετε, πολίται, τη ζωή ευτυχισμένα. Α’ ΓΥΝΗ Ώ Πραξαγόρα μου γλυκεία! τα είπες μια χαρά. Και όλ' αυτά πού τάμαθες, φτωχή μου;

Γιατρό, θα σου δώσω, γιατρό με το ψηλό καπέλλο, να σε πηγαίνη περίπατο, επανελάμβανε ζωηρότερον η καλή μήτηρ, διακόπτουσα την οδυνηράν ανάμνησιν. Και εκάγχαζον αι νεάνιδες και έτρωγον μπαμπακούλες και εκρότουν οι λοβοί του ξανθού αραβοσίτου εν τη τέφρα της εστίας επικροτούντες και αυτοί τας φαιδράς της μητρός αστειότητας. — Γελάτε Αρί-σείς, παρετήρει η μήτηρ. Μεθαύριο βλέπετε.

Μα όταν ερχόταν η άνοιξη και το νερό άρχιζε να τρέχη από τη στέγη στην αυλή, ο Σβεν λησμονούσε όλα τάλλα, εξόν από το πως είταν ένα μικρό αγόρι, που ήθελε να πηγαίνη βαθιά στο δάσος.

Αφού και της έδειξε μεγάλες δεξίωσες, την επήρεν από το χέρι με πολλήν ευγένειαν, και βάνοντάς την να καθήση μαζί του, την ηρώτησε από τι προέρχεται αυτή η τιμή, που του κάνει να πηγαίνη να τον εύρη.

Ίσως δε είναι ορθόν αντιστρόφως να πηγαίνη κανείς εις μεν τους ατυχούντας απρόσκλητος και προθύμωςδιότι ιδιότης του φίλου είναι να ευεργετή και προ πάντων τους ευρισκομένους εις ανάγκην, και αν ακόμη δεν το εζήτησαν, διότι τούτο είναι και διά τους δύο καλλίτερον και ηδονικώτερον.