Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Σας προτείνω λοιπόν τώρα να εμπιστευθήτε όλοι στης γυναίκες μας τη χώρα, που της έχουμ' επιστάτες και ταμίες μεσ' στο σπίτι! Α’ ΓΥΝΗ Εύγε! εύγε! Μα τον Δία!. . . Β’ ΓΥΝΗ Πες τα! πες τα, συμπολίτη ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Πόσο είνε η γυναίκα απ' τον άνδρα πειό καλή, θα σας τ' αποδείξω τώρα. Πρώτον, πλένει το μαλλί πάντα σε θερμό νερό, σύμφωνα μ' αυτό το νόμο, πούταν στον παληόν καιρό.

Ο Δημήτρης εσκέφθη να ζητήση από τον Νάσον τας τριακοσίας δραχμάς και ούτω να τ' αποκτήση πάλιν όλα. Αλλ' ευθύς ανελογίσθη ότι ο Νάσος δεν είχε παρά ογδοήκοντα πρόβατα· χρήματα ούτε λεπτόν. Οι βλάχοι τρεις φοράς καθ' όλον το έτος βλέπουν χρήματα εις τας χείρας των όταν πωλούν το τυρί, το μαλλί και τ' αρνία των.

Από όλα τα τραγούδια, που έλεγε ο Σβεν, ωραιότερα τραγουδούσε το εξής: Μπε μπε, άσπρο αρνί, έχεις και μαλλί; Ναι, ναι, μικρό παιδί, γεμάτο το σακκί! Για τον μπαμπά σακκάκι, για τη μαμά τρικό και δυο ζευγάρια κάλτσες για το μικρό αδερφό. Το τέλος του τραγουδιού αυτού είταν η μεγαλήτερη επιτυχία του Σβεν.

Δεν έχω διόλου ιδωμένα πολιτεία, που να μη θέλη την καταστροφή της γειτονικής πολιτείας, ούτε οικογένεια που να μη θέλη το ξεπάτωμα άλλης οικογένειας. Παντού οι αδύνατοι μισούνε τους δυνατούς, που μπροστά τους σέρνονται κι' οι δυνατοί τους μεταχειρίζονται σαν κοπάδια και πουλούνε το μαλλί τους και το κρέας τους.

Του Νίκου, πούτονε γυρισμένος κατά τον τοίχο, μόλις φαινότανε λίγο το κατσαρό μαλλί που τόχε τούφφα πάνω απ’ το μέτωπο. Μα της Βεργινίας το πρόσωπο ήτον όλο απόξω, σα να φοβότανε μην πνιγή, κι άσπριζε σα μια χούφτα αφρός απάνω σ'ένα κύμα απλωτό- αφρός που δεν ήθελε να λυώση.

Αυτή θέλει όλο και στα ζεστά και να τη δης που θα σου γείνη θρεφτάρι. . . Και τόλουσε το νεογνό μέσα σε χλιαρό νερό, πούτρεξε και τόφερε από το πλυσταρειό, κ' έπειτα το τύλιξε μέσα σε λίγο μαλλί, που το τράβηξε απ’ το στρώμα, και σε κάτι φανελλίτσες πούψαξε και τις ηύρε μέσα στον κομμό, παλιές της Βεργινίας, και το φάσκιωσε με τα παννάκια πούχε η Λιόλια ετοιμάσει κάτι λιγοστά, από καιρό, και της τόβαλε της Λιόλιας στο κρεββάτι... Κοιτόταν η Λιόλια, πονεμένη και χλωμή στο κρεββάτι, ολομόναχη, χωρίς να ξέρη τίποτα ο Νίκος, χωρίς τη θεια Ελέγκω κοντά της, γιατί κανείς δεν τόβαζε με το νου του αυτό το ξαφνικό. . έτσι γερή και δυνατή που ήτον. . . Ως που να πάη και νάρθη η Κερά Γιώργαινα που πετάχτηκε σπίτι της να πάρη κάτι χρειαζούμενα για τη λεχώνα και για το παιδί: κάτι βαμπάκια, κάτι στύψες, λίγο γλυκοπόδιο, μια χούφτα γλυκάνισο να βράση του παιδιού, που τάχε απ’τις δικές της γέννες, πλάκωσαν κι άλλες γειτόνισσες γιατί άλλο δεν είναι να τις τραβήξη, όπως το κρέας τη μύγα και το ψάρι τη γάτα, από λείψανο και γεννητούρια κι όπου φανή η Κερά Γέννα κι ο Κυρ Χάρος σέρνουν όλο το γυναικομάνι αποπίσω τους, όπως ο Φασουλής κι ο Καραγκιόζης τη μαρίδα.

ΣΗΜ. Μέσα εις την αίθουσαν των ανακτόρων της, η οποία ήστραπτεν όλη από χρυσόν, από άργυρον, από ήλεκτρον και από ελεφαντοκόκκαλον, η ωραία βασίλισσα της Σπάρτης Ελένη ήλθε και εκάθισεν εις τον θρόνον της και η θαλαμηπόλος της έφερε και ετοποθέτησεν εμπρός της επάνω εις μικράν τράπεζαν ένα ασημένιο κάνιστρον εργασίας με διάφορα νήματα· εις αυτό ήτο και η ρόκκα της τυλιγμένη με μαλλί λιλά χρώματος.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν