Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Τη Λαοδάμη αγάπησε ο καρδιογνώστης Δίας και γέννησε το Σαρπηδό, χαλκόπλιστο λεβέντη. 199 Και σκότωσε τον Ίσαντρο ο θνητοφάγος Άρης 203 μια μέρα πούχε πόλεμο με τους τρανούς Σολύμους. Την κόρη θύμωσε η θεά με το χρυσό δοξάρι 205 και θέρισε.

Και στη μέση λεβέντη, με πρόσχαρη όψη, και μ' ολόξυπνα μάτια. Αυτός είναι που την πέταξε την πρώτη τη μπόμπα μέσα στη δασκαλήσια τη φάλαγγα. Ξαφνικό τους ήρθε σαν ξέσπασε. Κανένας τους δε βγήκε να τον ανταμώση και να του ρίξη, ας είναι και μια τουφεκιά. Παιδιά βάζανε και τούρριχταν πέτρες. Μα το «Ταξίδι» του ολονένα ταξιδεύει ανάμεσά τους, και τους σπέρνει φωτιά και καπνό.

Μα πιος, λεβέντη Πάτροκλε, σούμπηξε τ' όπλο πρώτος· δε σ' έσφαξε όμως, μον ξανά τ' άρπαξε εφτύς τρεχάτος κι' έφυγε πίσω ως στο σωρό χωρίς να σε προσμείνει. 814

Διό και τον θάνατόν του εθρήνησεν η λαϊκή ποίησις: Μην τον είδετε, τον απαντήσετε το Λύγκο το λεβέντη τον αρχιλιστή... Αλλ' οι άγριοι ήρωες του Διλεσίου, ένεκα του κακουργήματος των οποίων εκινδύνευσεν αυτή η ανεξαρτησία της Ελλάδος, κατά τον Τάκερμαν, ημαύρωσαν την ρωμαντικήν αίγλην της νεωτέρας κλεφτουριάς.

Για τούτο μ' έστειλε, όλα αφτά να σ' τα μαθαίνω, κι' έτσι λόγων να γίνεις ρήτορας και δουλεφτής πολέμων. Έτσι, παιδί μου, ξέρε το, μακριά σου εγώ δε μένω, κι' ακόμα αν μούταζε ο θεός τα έρμα γερατιά μου 445 να ξύσει, και λεβέντη νιο σαν πρώτα να με κάνει, σαν όταν τη ροδότσουπρη Ελλάδα πρωταφήκα για ν' αποφύγω διαφορές με τον πατέρα Αμύντα.

Ο Ζάχος ήθελε να φύγη και πάλιν εθρύπτετο προς τας μητρικάς εκείνας θωπείας, ως μικρός χαϊδεμένος. — Άσε με δα και δε θα πάω σε γάμο· είπε τέλος, χαμογελών προς αυτήν. — Κι' ο πόλεμος γάμος ένε· πήγαινε, λεβέντη μου.

Έτσι αφτοί πήγαν κι' οι διο στον Άδη. Και τον Οφέλτη ο Βρύπυλος σκοτώνει και το Δρήσο, 20 κι' έπειτα ορμάει τον Αίσηπο και Πήδασο να πιάσει, πούχε η νεράιδα Αβάρβαρη μια μέρα κανωμένους με το λεβέντη Βουκολιό. Αφτός του Λαομέδου ο πιο μεγάλος είταν γιος, κρυφά ξεγεννημένος, και τάψησε όξω στη βοσκή με τη χρυσή νεράιδα, 25 κι' εκείνη αγόρια δίδυμα γκαστρώθηκε και κάνει.

Χαδέβει ταλαφρά σημάδια της φωτιάς σταγαπημένο χέρι του λεβέντη της, και μας θυμίζει πάντα·Τι βραδιά κ' εκείνη, Χριστούλη μου! Μου την έσκισε την καρδιά! Δόξα νάχης που μου το φύλαξες!.. .

Άφησε, Έπαρχε, ξανά να του μιλήσω, ίσως και να τον πείσω. Πρέπει να του μιλήσω, δεν βαστώ. Και σεις, Μαννάδες, αν τυχόν και αποστάσω, κρατήστε με γερά, κατάχαμα μη σωριαστώ. Πώς η καρδιά μου σπαρταρά! Λεβέντη μου, το βλέπω φανερά, αν δεν αλλάξης γνώμη, νεκρό θε να σε κλάψουν η πλατείες και οι δρόμοι.

Ο κυρ λοχίας έστειλε τον Κραβαρίτη, τον λεβέντη, να μάση κάνα κούτσουρο ακόμη, για τη φωτιά πάρχισε να σβύνη, εκεί γύρα. — Άιντε, ορέ, για κάνα ξυλάκι κι η νύχτα είνε χρόνος τόρα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν