Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Πιάστε την! πλεξίδες απ' τα μακρυά μαλλιά της να μείνουν κολλημένες στου Παρνασσού τους βράχους, εκεί, που το κορμί της θα πέση από ψηλά. ΚΡΕΟΥΣΑ Όχι! Μη με σκοτώσης. . . ω! όχι! σ' εξορκίζω στόνομα το δικό μου και στου θεού αυτό! ΙΩΝ Και τάχα ο Απόλλων με σε τι σχέσιν έχει; ΚΡΕΟΥΣΑεκείνον παραδίδω το σώμα μου ιερό. ΙΩΝ Κι' όμως τον άνθρωπό του ήθελες να σκοτώσης.

ΙΩΝ Από τους Αθηναίους ποιός σε πήρε για γυναίκα; ΚΡΕΟΥΣΑ Δεν είνε ντόπιος• ήλθε εκεί από πατρίδα ξένη. ΙΩΝ Ποιός; νάνε κάποιος ευγενής απ' τη γενειά του πρέπει. ΚΡΕΟΥΣΑ Ο Ξούθος, του Αιόλου γυιός, που ήταν γόνος του Διός. ΙΩΝ Και ξένος αφού ήτανε πως πήρε σε την ντόπια; ΚΡΕΟΥΣΑ Υπάρχει πόλις Εύβοια κοντά εις την Αθήνα. ΙΩΝ Λένε πως έχει σύνορα τριγύρω από νερά.

ΚΡΕΟΥΣΑ Τι λες, παιδί μου;! Τι ζητείςαυτόν να φανερώσω! ΙΩΝ Πώς είπες; ΚΡΕΟΥΣΑ Άλλος κι' όχι αυτός εγέννησεν εσένα. ΙΩΝ Αλλοίμονο! νόθον λοιπόν μ' εγέννησες εμένα; ΚΡΕΟΥΣΑ Ούτε χοροί στο γάμο μου ούτε λαμπάδες ήσαν, παιδί μου, σαν σ' εγέννησα. ΙΩΝ Από κακή γενηά, αλλοίμονο! γεννήθηκα, μητέρα, κι' από ποιά; ΚΡΕΟΥΣΑ Μάρτυς μου ας είνε η Αθηνά!. . . ΙΩΝ Γιατί αυτός ο λόγος;

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πέθανε; κι'ο Απόλλων πώς, δεν ήλθε βοηθός του; ΚΡΕΟΥΣΑ Δεν βοήθησε, και τώρ' αυτό στον Άδη μεγαλώνει. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Και ποιός το άφησεν εκεί; βέβαια συ δεν θάσαι. ΚΡΕΟΥΣΑ Εγώ, που με τα πέπλα μου το τύλιξα στο σκότος. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Κι' ότι άφησες εκεί παιδί δεν το 'μαθε κανένας; ΚΡΕΟΥΣΑ Η μυστικότης το 'ξερε κ' η συφορά μονάχα.

ΚΡΕΟΥΣΑ Στους Κεκροπίδες σύμμαχος ο Ξούθος, την εγκρέμισε. ΙΩΝ Σύμμαχος ήλθε; κ' ύστερα γυναίκα του σε πήρε; ΚΡΕΟΥΣΑ Του κονταριού του αμοιβή και προίκα του πολέμου. ΙΩΝ Και ήλθες με τον άνδρα σου για τους χρησμούς ή μόνη; ΚΡΕΟΥΣΑ Μ' αυτόν και τώρα βρίσκεται στου Τροφωνίου το ιερό. ΙΩΝ Ήλθε στον τόπο αυτό να ιδή, ή μάντεμα να πάρη; ΚΡΕΟΥΣΑ Από τον Φοίβο κι' απ' αυτόν να πάρη ένα λόγο.

Ποιός σου 'φερε στην αγκαλιά, γυναίκα, το παιδί σου; Εις του Λοξία το ναό ποιά χέρια το έχουν φέρη; ΙΩΝ Ήταν αυτό απ' το θεό• Μα από 'δω και πέρα ας ευτυχούμε, δύστυχοι σαν είμαστε ως τώρα. ΚΡΕΟΥΣΑ Παιδί μου! δίχως δάκρυα δεν σ' έχω γεννημένο• δεν βγήκες απ' τα χέρια μου χωρίς βαρειά να κλάψω• τώρα που παίρνω αναπνοή κοντά στο πρόσωπό σου, την ηδονή επέτυχα, την πειο ευτυχισμένη.

Αλλά παραξενεύομαι γιατί τα μάτια σου κρατείς χαμηλωμέν' απ' τη στιγμή που είδες τα μαντεία, και δάκρυα τα ευγενικά τα μάγουλά σου βρέχουν. Ποιά σκέψι στον ναόν αυτόν σε φέρνει, ω γυναίκα; Εδώ που άλλοι χαρωποί βλέπουν τους τόπους του θεού, εδώ θα χύση δάκρυα το μάτι το δικό σου; ΚΡΕΟΥΣΑ Άγνωστε, δεν γελάσθηκες και άδικο δεν έχεις για τα δικά μου δάκρυα, που βλέπεις, ν' απορήσης.

Βρίσκεται μια πόλι στην Ελλάδα που δεν είν' απ' της άσημες, και τόνομα έχει πάρη απ' την Παλλάδα τη θεά με το χρυσό κοντάρι, — εκεί που ο Φοίβος με τη βια, την κόρη του Ερεχθέως απόλαυσε, την Κρέουσα, στου βράχου της Παλλάδος του βορεινού τους πρόποδας, στην άκρη της Αθήνας, που οι άρχοντες της Αττικής Μακρά τη λένε Πέτρα.

Η Κρέουσα, βασίλισσα των Αθηνών και θυγάτηρ του Ερεχθέως, τεκνοποιήσασά ποτε μετά του Απόλλωνος, αφήκε το τέκνον της, εκ φόβου αποκαλύψεως, εις σπήλαιον εκτός των Αθηνών, παραλαβών δε ο Ερμής εκείνο μετέφερεν εις το μαντείον των Δελφών, ένθα ανετράφη υπό της Πυθίας.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Τι τάχα συ περίμενες που 'ριξες το παιδί σου; ΚΡΕΟΥΣΑ Επίστευα πως ο θεός θα σώση τη γενειά του. Αχ! του σπιτιού σου τη χαρά ποιά συφορά τη δέρνει! ΚΡΕΟΥΣΑ Τι κρύβεις το κεφάλι σου και κλαις, ω γέροντά μου; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πού βλέπω τον πατέρα σου και σε δυστυχισμένους. ΚΡΕΟΥΣΑ Έτσ' είν' ο κόσμος• τίποτε στη θέσι του δεν μένει. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Έ, τώρα η λύπες, κόρη μου, ας μη μας παρασέρνουν.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν