Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Μα τώρα αφτά ας κουρέβουνται· γραφτό 'ταν να μη μείνει 60 πάντα η καρδιά μου αμέρωτη, κι' εγώ δα πούπε ο νους μου πως πριν δεν πάβω το θυμό πριν καταντήσει πρώτα ως στα καράβια αφτά μου εδώ η μάχη κι' η αντάρα.

Άλλος λεν άντρας είτανε ο ξακουστός γονιός μου, ο Ηρακλής, πούχε άτρομη καρδιά σαν το λιοντάρι, πούρθε για τ' άτια μια φορά εδώ του Λαομέδου 640 μ' έξη καράβια μοναχά και μετρητούς νομάτους, κι' όμως το κάστρο κούρσεψε κι' ερήμωσε τις στράτες. Μα εσύ, κι' εσύ είσαι ανάψυχος, ανάξιος κι' ο στρατός σου.

Κι' οι άλλοι αθάνατοι θεοί κι' οι άντρες, καρωμένοι από βαθύ ύπνο μαλακό, κοιμούντανε όλη νύχτα· μα του Ερμή τ' αργοφονιά δεν του κατέβαιν' ύπνος, τι όλο λογάριαζε το πώς να βγάλει οχ τα καράβια 680 το γέρο Πρίαμο, κλεφτά απ' των φρουρών το λόχο.

Κι' ο γοργοπόδης Αχιλλεύς, ένδοξος υιός Πηλέως, Εκάθουνταν εις τα γοργά καράβια κακιωμένος. Ποτέ δεν πήγαιν' εις βουλήν, ούτε ποτ' εις πολέμους· Μόνον προσμένοντας αυτού, έτηκε την καρδιά του, Αλαλαγμόν, και πόλεμον υπερεπιθυμώντας. Aλλ' όταν έκτοτ' έγινεν η δωδεκάτ' ημέρα, Τότ' οι αιώνιοι θεοί πήγαντον Όλυμπ' όλοι Μαζί, προπορευόμενος ο Ζευς.

Κ' έχοντας πια τα καράβια γεμάτα από κάθε λογής άρπαγμα αποφασίσανε να μη τραβήξουν πιο πέρα, παρά γυρίζανε στην πατρίδα τους, επειδή εφοβόντανε και το χειμώνα και τους εχτρούς. Εφεύγανε λοιπόν και τυραννιστήκανε τραβώντας κουπί γιατί δεν εφυσούσε.

Πάντα μαλώματ' αγαπάς, και πόλεμους και μάχαις. Ει δε πολ' είσαι δυνατός, τούτ' ο Θεός σε το 'δωσ'. Ύπαγετην πατρίδα σου με τους δικούς σου φίλους, Και μ' όλα τα καράβια σου, και δα τους Μυρμηδόνας Βασίλευε. Κ' εσέν' εγώ δεν σε ψηφώ, αλλ' ούτε Φροντίζω, αν εθύμωσες· αλλά και σε καυχηούμαι.

Και τέχνην αν είχον διδαχθή, την εγκατέλειπον χάριν της αστάτου ερωμένης, της θαλάσσης. Εν τοσούτω ο πρώτος υιός του μαστρο-Στεφανή δεν έπαυσε ποτέ να είνε και ολίγον βαρελάς αν και τον περισσότερον καιρόν εταξείδευε με τα καράβια. Κατά Ιούλιον ή Αύγουστον ήρχετο πάντοτε, κ' έμενεν επ' ολίγους μήνας βοηθών τον πατέρα του. Εμεγάλωσεν, ενυμφεύθη, κ' έγεινε καλός και φρόνιμος άνθρωπος.

Απεκεί λοιπόν και εις το εξής με είχεν εις άκραν αγάπην ωσάν ίδιόν του υιόν, και με εκήρυξε διά υιόν και κληρονόμον του. Εις εκείνο το αναμεταξύ έφθασαν τα καράβια με τους πραγματευτάς, που ήρχοντο επί τούτο διά την πραγματείαν των Ελεφαντοδοντιών· εις τους οποίους πωλήσαντες όλα όσα είχομεν συνάξει, εβγάλαμεν ένα θησαυρόν αναρίθμητον.

Μα αν τρέχοντας τυχόν μας προσπεράσει, με τ' όπλο εσύ από τους οχτρούς προς τα καράβια πάντα περιόριζέ τον, μην τυχόν στο κάστρο μας ξεφύγει

Ο υιός του Διός και της Λητούς· αυτός τον βασιλέα Ωργίσθη· καιτο στράτευμα κακήν σήκωσ' αρρώστιαν. Και οι λαοί εχάνουνταν· γιατί ο βασιλέας Ατρείδης τού ατίμασε τον ιερέα Χρύσην. Ότ' ήρθ' αυτός εις τα γοργά των Αχαιών καράβια, Δια την θυγατέρα του να την ελευθερώση, Άπειρα λύτρα φέροντας, βαστώντας καιτα χέρια Το στέμμα του Απόλλωνος με το χρυσόν το σκήπτρον.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν