United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο παραμητρυιός του επήρεν άλλην παραμητρυιάν, κ' εκατοίκησεν αλλού. Τέλος, η θεια η Χαρανίνα επήρε τον Στάμον εις την οικίαν της και εις αυτής τας χείρας εμεγάλωσεν ο νέος.

Και τέχνην αν είχον διδαχθή, την εγκατέλειπον χάριν της αστάτου ερωμένης, της θαλάσσης. Εν τοσούτω ο πρώτος υιός του μαστρο-Στεφανή δεν έπαυσε ποτέ να είνε και ολίγον βαρελάς αν και τον περισσότερον καιρόν εταξείδευε με τα καράβια. Κατά Ιούλιον ή Αύγουστον ήρχετο πάντοτε, κ' έμενεν επ' ολίγους μήνας βοηθών τον πατέρα του. Εμεγάλωσεν, ενυμφεύθη, κ' έγεινε καλός και φρόνιμος άνθρωπος.

Είπαν γουν τινες ότι το πορφυρογέννητον εκείνο νήπιον το είχαν αρπάσει Αθίγγανοι και το ανέθρεψαν, και εμεγάλωσεν εις μέσον τους μη γνωρίζοντας τους γονείς του, και όλον τούτο έγεινε διά τας αμαρτίας του βασιλέως, διά να παιδευθή εις αυτόν τον πρόσκαιρον κόσμον, και ν' αποφύγη εις τον άλλον την αιώνιον κόλασιν, οπού υπήγε να προσκυνήση τον αντίθεον Πάπαν.

Τέλος, να μη τα πολυλογούμε, εμεγάλωσεν ο Παπαδράκος, εμεγάλωσε και το κεφάλι του, και η ώμορφη Παπαδράκαινα με το στρογγυλοπρόσωπο κεφαλάκι, το έδιωξε το παιδί της: — Να μη σε βλέπω μπροστά μου, σημειωμένο πράμα!

Και ο Μανώλης εγέλα με την ανοησίαν ή την δυστυχίαν του ζωοκλέπτου. «Όχι, μωρέ κουζουλέτου εφώναζε. — Όχι μωρέ κουζουλέ, εφώναζε και ο πάντοτε αδιόρθωτος Θοδωρής. Και ούτω δεν ησθάνετό ποτε μόνωσιν ο Μανώλης και ήτο πάντοτε ευχαριστημένος με την ζωήν του. Αλλ' έπειτα συνέβη μία μεταβολή. Πρώτον ο Μανώλης εμεγάλωσεν.

Εδοκίμασε πολλάκις να εισπράξη τα οφειλόμενα· αλλ' «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Το είχεν ακούσει το ρητόν αυτό και εις το σχολείον, μικρός ακόμα, που τα εξηγούσε με ιδιαιτέραν αγαλλίασιν ένας μέθυσος διδάσκαλος, καταχρεωστών εις όλα τα μαγαζεία, και εκ των πραγμάτων τότε το εννοούσεν ως αληθές. Και τώρα δε, ότε εμεγάλωσεν, έβλεπε πάλιν εκ των πραγμάτων ότι ήτο αληθές.

Όταν λοιπόν εξενιτεύθησαν εις την Αμερικήν οι δύο μεγαλείτεροι υιοί, και η Δελχαρώ εμεγάλωσεν, ανάγκη ήτο αυτή η μήτηρ να φροντίση διά την αποκατάστασιν της κόρης, καθότι ο γέρων, ο «Λογαριασμός», δεν διέπρεπεν επί δραστηριότητι. Λοιπόν ηξεύρει όλος ο κόσμος τι σημαίνει μία μήτηρ να είναι συγχρόνως και πατήρ διά τας κόρας της, και να μην είναι τουλάχιστον μήτε χήρα.

Οσάκις ακούεις ότι απέθανε φιλάργυρος, να πιστεύης ότι επανεδόθη κάτι εις τον κόσμον, ότι η γη ελάφρωσεν, ότι εμεγάλωσεν η ημέρα, ότι τα άνθη ευωδιάζουν περισσότερον, ότι ο ήλιος έγινε θερμότερος, ο ορίζων διαυγέστερος και αι σκιαί διαφανέστεραι. Η φήμη είνε η γελοιωδεστέρα θεότης, η οποία δύναται να έχη εκατό στόματα, αλλ' οφθαλμού ούτε ίχνος έχει.