Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Αλλ' ο φόβος, τον οποίον προ πολλού χρόνου ενέπνευσεν εις τους πολίτας, και η ακριβής πειθαρχία των δορυφόρων του διετήρησαν την εξουσίαν του εις πληρεστάτην ασφάλειαν και δεν ησθάνθη τας δυσκολίας εκείνας, τας οποίας θα ησθάνετο, εάν ήτο νεώτερος του αδελφού του και κατά συνέπειαν είχεν ολιγωτέραν πείραν εις το να άρχη.

Λευκή το πρόσωπον, λευκή την περιβολήν, λευκή και την καλύπτραν, υπό την οποίαν εξηνεμίζοντο ξέπλεγα τα μαλλιά της, μόνον το πρόσωπόν της ήτο εκτάκτως και θαμβητικώς λευκότατον, ο αθέρας του λευκού. Εις την ψυχήν του ο ιερεύς ησθάνθη χαράν και αγαλλίασιν ενεκλάλητον. Δεν ηδυνήθη να κρατηθή και ώρμησε να την εναγκαλισθή κράζων περιπαθώς: — Κουκκίτσα μου! Κουκκίτσα μου!

Ταύτην κράξας επρογεύθη ευθύμως· ότε δε η Αμαρρυλλίς εκείνη, λαβούσα χάλκινον νόμισμα και ασπασθείσα την χείρα του καλογήρου απεμακρύνθη, ενούσα το εύθυμον άσμα της εις την φωνήν των κορυδαλών, ενώ ο άνεμος της πρωίας έπαιζε εις της εσθήτος της τας πτυχάς, ανυψών αυτάς μέχρι μέσης κνήμης, θεωρών αυτήν ο Φρουμέντιος τότε κατά πρώτον ησθάνθη ότι πλην της Ιωάννας υπήρχον και άλλαι εις τον κόσμον γυναίκες.

Η Σμάλτω ήκουσε το κάρρον απόμακρυνόμενον μετά πατάγου και ησθάνθη την καρδίαν της συγκλονιζομένην μετά του εδάφους υπό τους ογκώδεις τροχούς του. Η αναχώρησις του ανδρός της κατ' εκείνην την ώραν την ετάρασσε μεγάλως και την κατέθλιβεν, ως μία παντελής εγκατάλειψις.

Είπε και έγυρεν εκεί παρά την πυράν της καμίνου της πλύσεως, τυλιχθείς μ' έν παλαιόν ράκος. Η σύζυγός του ήρχισε την πλύσιν, κύπτουσα με όλον το βάρος της, παρά την μεγάλην και κτιστήν εκεί σκάφην του πλυντηρίου, ότε μετά μικρόν, σαν να ησθάνθη οδυνηρόν πόνον κ' έβαλε κραυγήν.

Ο Βινίκιος έτριψε τους οφθαλμούς του εμβρόντητος και είδεν υπεράνω του το γιγάντιον ανάστημα του Λιγείου Ούρσου· ούτος έμεινεν ακίνητος και ησυχώτατος, αλλ' οι οφθαλμοί του εξακοντίζοντες βλέμματα επί του Βινικίου, είχον έκφρασιν τόσον παράδοξον, ώστε ο νέος ησθάνθη το αίμα του να παγώνη. Έπειτα ο γίγας έλαβε την δέσποινάν του εις τας αγκάλας του και με βήμα κανονικόν εξήλθε του τρικλίνου.

Σμάλτω! ε, Σμάλτω!. . . ηκούσθη φωνή περιχαρής, ανακόπτουσα αίφνης το βήμα της. Η λυγερή στραφείσα παρετήρησε τον Μήτρον ερχόμενον από μακράν με το ποίμνιόν του. Αλλ' ουδεμίαν ησθάνθη ήδη ταραχήν εις την θέαν του.

Τέλος κατώρθωσε ν' ανάψη το κερί, αλλά μίαν στιγμήν το έσβυσε το αεράκι. Τέλος ο Παπάςτοιούτον παρατσούκλι έφερεν είς κηπουρός, όστις ήτο εις εκείνο το μέρος, δεν ειξεύρω διατί ο αυτός εκαλείτο και Σκαρλάτος, αλλά το καθαυτό όνομά του δεν κατώρθωσα να το μάθωμας ησθάνθη ότι ευρισκόμεθα προς εκείνο το μέρος, και ήλθεν εις βοήθειάν μας προτού φωνάξωμενδιότι εντρεπόμεθα να φωνάξωμεν.

Και επειδή δεν της είχεν απευθύνει ακόμη τον λόγον, ηγέρθη και υπεκλίθη ενώπιόν της και είπε τα έπη με τα οποία ο Οδυσσεύς εχαιρέτησε την Ναυσικάν, «Γονούμαί σε . . . θεά ή θνηνή . . . Ει δε συ έσει θνητών επιχθονίων, τρισμάκαρές τοι πατήρ και πότνια μήτηρ, τρισμάκαρες δε και κασίγνητοι . . .» Και αυτή η Πομπονία ησθάνθη την ευφυά φιλοφροσύνην του ματαιοδόξου εκείνου.

Διήρκεσε δε η περιοδεία επί πολύν εισέτι χρόνον, και απεπερατώθη εις την βασιλεύουσαν πόλιν, όπου μείνας επί τινας εβδομάδας, επανήλθεν είτα εις το άντρον του. Ψήγματα ευτυχίας. Ουδέποτε η Αϊμά ευρέθη εις τοσαύτην αμηχανίαν, όσην ησθάνθη ότε έστη αιφνιδίως αντιμέτωπος του Γεωργίου Γεμιστού.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν