Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Ω κακότυχε, εφώναξεν ο βασιλεύς βλέποντάς τον πεσμένον από το άλογον, ετούτος είναι ο καρπός του δισταγμού σου και της απιστίας σου, εσύ δεν ηθέλησες να δώσης πίστιν, και ο προφήτης δικαίως σε επαίδευσε· και ύστερον κάνοντας να τον σηκώσουν, τον επήγαν εις το σπήτι του σακατεμένον.

Αλλοί εις ημάς, είπε τότε η Μάλχα, ημείς είμεθα χαμένοι· ετούτος είνε ο εξωτικός, εγώ τον γνωρίζω από την φωνήν του, είναι αμετάθετος ο χαμός σου· τίποτε δεν ημπορεί να σε διαφυλάξη από την οργήν του· αχ βασιλόπουλον δυστυχισμένον, ποία κακή σου τύχη ήτον, που σε έφερεν εις τούτο το καστέλλι; αν εγλύτωσες από την ωμότητα των Μώρων, αλλοί εις εμέ εσύ δεν ημπορείς να φύγης από την βαρβαρότητα του αρπακτού μου.

Στάσου, μου είπε, διατί θέλεις να μισεύσης; Ω κύριέ μου, του απεκρίθηκα, εγώ δεν είμαι άξιος να σταθώ έμπροσθέν της μεγαλειότητός σου· σταμάτησε, μου εξαναείπε, και πες μου ποίος είσαι. Ο γέροντας που με είδεν αντραλωμένον, απεκρίθη διά εμένα λέγοντας· Αυθέντη, ετούτος είναι δούλος μου, και είναι πολλά έμπειρος διά το περιβόλι, και είμαι ευχαριστημένος που έκαμα τέτοιαν απόκτησιν.

ΑΣΤ. Άλλος διάολλος ετούτοςκαι γιατί μουρέ λάβωσες τον Κρητικό; ΑΛΒ. Πωγιατί να το λες ορέ έφαγες κουράδιαις, το χτύπησες ψύχα ψύχα. ΑΣΤ. Εγώ μουρέ; να ξαφνικό να σ' ούρτη. ΑΛΒ. Ορέ εσύ εγώ, εγώ εσύ, πώ χτύπησες Κριτίκα. γιατί να το τρως κουράδιαις ΑΣΤ. Όρσαι κοπλιμέντα! ΑΛΒ. Ορέ Αστρονόμο! = πρα πώς το κάνεις έτζι ορέ; πού ορέ να το πηγαίνη μέσα; ΑΣΤ. Στη φυλακή Μπώγια.

Αυτή έμεινε πολλά ευχαριστημένη εις την απολογίαν που της έκαμα, και εις καιρόν που ετοίμαζε διά να μου δώση σημείον της αγάπης, που εις εμέ έδειχνεν, ιδού που ακούμε ένα μεγάλον κτύπον εις την πόρταν του χοντζερέ όπου ευρισκόμασθε. Ημείς εμείναμεν ωσάν νεκροί από τον φόβον μας· ω ουρανέ, φώναξεν η Δαρδενέ, ημείς είμασθε χαμένοι· ετούτος είνε ο βασιλέας.

Ετούτος ο βεζύρης φοβούμενος μήπως και ο βασιλεύς της Μπάσρας ήθελε μάθει τα όσα ακολούθησαν, εστοχάσθη να του το ομολογήση. Ο βασιλέας αφού και άκουσε τον βεζύρην με μεγάλην προσοχήν, και θέλοντας να βεβαιωθή καλλίτερον έστειλε και με έκραξε έμπροσθά του· και ωσάν επήγα με εδέχθη με χαροποιόν πρόσωπον και άρχισε να με εξετάζη διά τον θησαυρόν μου, παρακινώντας με διά να του τον φανερώσω.

Ακούοντας έτσι ευθύς εμίσευσα από αυτόν, και ύστερον από ολίγην ώραν, ηύρα τον δεύτερον γέροντα· ετούτος εφαίνονταν νεώτερος από τον άλλον, και τότε άρχιζαν να ασπρίζουν τα μαλλιά του, ώστε που ημπορούσε να νομισθή υιός του πρώτου και όχι μεγαλύτερός του. Τον ερώτησα και αυτόν ωσάν τον άλλον, αν ήξευρε ποίος εκατασκεύασεν εκείνο το χαμαϊλί.

Ετούτος ο πραγματευτής βλέποντας την ωραιότητα της Τζέλικας έκρινεν εύλογον να την φέρη εις τον βασιλέα διά να την αγοράση· αυτός ο βασιλεύς έμεινεν εκστατικός βλέποντάς την, και χωρίς καμμίαν εξέτασιν μας αγόρασε και τες δύο, και μας έβαλεν εις το χαρέμι των γυναικών του.

Εις ετούτα τα λόγια ο βασιλεύς Βεδρεδίν, λέγει του βεζύρη του· Ταλμούχ, εσύ ήκουσες ωσάν και εμένα τα λόγια του διδαχτή, διά το οποίον ιδού δεν έχω πλέον χρέος να ταξειδεύσω, ηύρα εκείνο που εζητούσα· ετούτος ο διδαχτής είνε ένας άνθρωπος ευτυχέστατος.

Ετούτος ο τόπος ήτον ένα βαθύτατον και πλατύ υπόγειον, η πόρτα του οποίου ήτον από τζελίκι μίαν πήχυν χοντρή· την οποίαν ανοίγοντας ήλθον ευθύς εις ένα χοντζερέ πολλά σκοτεινόν και απερνώντάς τον, ήλθον εις μίαν σάλαν μεγάλην, την οποίαν τα πολλά καρβούνια την έκαναν πολλά φωτεινήν, τότε ο Αμπτούλ έλυσε τα μάτια του βασιλέως, ο οποίος με μεγάλην έκπληξιν εκύτταξεν εκείνα που επροσφέροντο εις τους οφθαλμούς του, μία λεκάνη από μάρμαρον άσπρον, που είχε τον γύρον της σαράντα πήχες και το βάθος εικοσιπέντε, εφαίνονταν εις την μέσην της σάλας, η οποία ήτον γεμάτη από μεγάλα κομμάτια χρυσάφι, αυτή η λεκάνη ήτον επάνω δώδεκα στύλων από το ίδιον χρυσάφι, και αναμεταξύ των στύλων ήσαν άλλα τόσα αγάλματα από πέτρες πολύτιμες.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν