United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις τοιαύτην περίπου κατάστασιν ευρίσκετο και η ημετέρα ηρωίς, ότε εσπέραν τινά, ενώ εκάθητο παρά το χείλος του ιχθυοτροφείου μοιράζουσα μελαγχολικώς το δείπνον της εις τους κυπρίνους, επλησίασεν αυτήν μυστηριωδώς ο κηπουρός της Μονής, και στρέψας κύκλω ανήσυχα βλέμματα, ενεχείρισεν αυτή μυστηριωδώς επιστολήν γεγραμμένην διά πορφυράς μελάνης επί λεπτού δερματος Θνησιγενούς αρνίου.

Και παραπέμπει εις το έβδομον κεφάλαιον του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, εις την «προς Εβραίους Επιστολήν», 6, 15· ηδύνατο να παραπέμψη ασφαλέστερον εις την μαρτυρίαν του Λουκά, ότι όταν ο πειρασμός εν τη ερήμω τον αφήκεν, «απέστη απ' αυτού ά χ ρ ι κ α ι ρ ο ύ», τουτέστιν έως ότου παρουσιασθή νέα ευκαιρία καταλληλοτέρα.

Ο μέγας Καγκελλάριος ανήγγειλεν εις τον βασιλέα του την πρεσβείαν μου, και την ερχομένην ημέραν επαραστάθην εις τον βασιλέα, και προσκυνήσας κατά τον συνηθισμένον τρόπον, του ενεχείρισα την επιστολήν και τα δώρα τα παρά του βασιλέως Καλίφη.

Αλλ' εσκέπτετο πάλιν ότι ενδέχεται να βραδύνη ένεκα των κωλυμάτων, άτινα ήθελεν απαντήσει, και τότε εσχεδίαζε την επιστολήν, ην ήθελε γράψει προς αυτόν, αν εγίνωσκε την γραφήν, εις απάντησιν της επιστολής του Μάχτου, ην η Αϊμά δεν ηδυνήθη ν' αναγνώση. Απεκοιμήθη δε συντάττουσα καθ' εαυτήν απάντησιν τοιαύτην «Αδελφέ Μάχτο. Η επιστολή σου μοι επροξένησε πολλήν χαράν, διότι μοι λέγεις ότι θα έλθης.

Τέλος μετά έτος και πλέον, ηκούσθη μία αόριστος φήμη, ότι ο Μώρος διέπραξε φόνον εντός του πλοίου, με το οποίον αρμένιζε. Αι αδελφαί του, όταν το ήκουσαν, εις τον κόσμον είπαν ότι δεν ηξεύρουν τίποτε, και ολοψύχως ηύχοντο να ήτο ψευδής η φήμη. Αλλ' η μήτηρ ενδομύχως επίστευεν εις το αληθές της ειδήσεως. Ολίγας ημέρας ύστερον, έλαβον επιστολήν φέρουσαν την ταχυδρομικήν σφραγίδα Χαλκίδος.

Εάν αναγνώσης ποτέ την επιστολήν μου, θα αναγνωρίσης πόσον το πνεύμά σου έγεινεν αδιάφορον προς παν ό,τι δεν είναι η Λίγεια, μέχρι τίνος βαθμού περί αυτής και μόνης μεριμνάς, πώς αυτήν μόνην σκέπτεσαι αδιαλείπτως, πώς ο νους σου περιίπταται περί αυτήν, όπως ο ιέραξ περί την λείαν, την οποίαν εποφθαλμιά. »Ναι.

Τότε ο Οδυσσεύς πλησιάσας κρυφά από την Πηνελόπην μου έδωκε επιστολήν διά να την δώσω προς την Καλυψώ εις την νήσον Ωγυγίαν, ο δε Ραδάμανθυς μου έδωκε τον πορθμέα Ναύπλιον να μας συνοδεύση και μας χρησιμεύση διά να μη μας συλλάβουν, εάν προσεγγίσωμεν εις τας νήσους, ως φυγάδας, ή άλλως παρεξηγούντες τον σκοπόν μας.

Θέσασα την χείρα εις τα βάθη του κόλπου της απέσυρεν από τας πτυχάς του μεταξωτού υποκαμίσου επιστολήν και την έτεινε προς τον ιατρόν. Αλλ' ιδούσα ότι ο ιατρός δεν επρόσεξεν, εναπέθεσε πάλιν την επιστολήν εις τον κόλπον της και εκάθισεν. Εν τούτοις η επελθούσα διακοπή καθησύχασε την αγανάκτησίν της. Ο έπαρχος ήνοιξε το ωρολόγιόν του και είδε την ώραν.

Ιδέτε τι τω γράφω εν είδει αποχαιρετισμού: Έλαβεν υποκάτω ενός πορφυρού προσκεφαλαίου μίαν επιστολήν και ανέγνωσε: «Γνωρίζω, θεσπέσιε Καίσαρ, ότι με περιμένεις με ανυπομονησίαν και ότι εν τη ειλικρινεία της καρδίας σου με ενθυμείσαι νύκτα και ημέραν.

Παραλαμβάνομεν τέλος, από την πρώτην αυτήν επιστολήν του «Αγρινιώτου» ένα χαριτωμένον επίγραμμα: «Ο ωφελιμώτερος τρόπος να μεταχειρίζωνται μερικοί άνθρωποι το μελάνι των θα ήτο αν εμαύριζον με αυτό τα υποδήματά των». Εις την δευτέραν επιστολήν ο Αγρινιώτης «Σουρλής» ομιλεί περί «Ηθικής»: η μεγαλυτέρα ανηθικότης, λέγει ο επιστολογράφος, είναι ν’ αποκοιμίζη κανείς τον αναγνώστην του.