Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Ο ερημίτις, γέρων, πολιός, οστεώδης, μαραμμένος, εξήρχετο από τινος κελλίου προβαίνων εις τον ναόν. Και ιδών εκ των όπισθεν τον κυρ-Δημάκην, ιστάμενον και θεωρούντα προ της θύρας θαμβωμένον, εξεπλάγη, διότι ουδεμία λέμβος είχε προσεγγίσει από τινων ημερών ένεκα του χειμώνος.
Αλλά μίαν εσπέραν πολύ δυσαρέστως εξεπλάγη, όταν, επανελθών από το χωράφι, εύρεν εις την θύραν του τοιχοκολλημένην αγωγήν «περί πληρωμής, δραχ. 19,892 και 85% εντόκως, από της επιδόσεως μέχρις εξοφλήσεως». Ο αυθάδης κλητήρ, όστις μόνος αυτός ετόλμησε να λησμονήση την οφειλομένην προς τον απόγονον των προεστώτων αβρότητα, παρεπονέθη ότι δεν εύρισκε ποτέ τον εναγομένον, ότι ήτο αιωνίως εις το χωράφι, ότι ποτέ ούτε κατά Κυριακήν δεν κατέβαινεν εις την αγοράν, και επειδή αι γυναίκες δεν είξευραν να υπογράψουν, ούτε ήθελαν να δεχθούν το έγγραφον, προεικάζουσαι ότι θα ήτο φοβερόν τι, εκόλλησε την αγωγήν επί της θύρας, κ' επήγε να πίη το ορεκτικόν του.
Ο Πετρώνιος, καθήμενος πλησίον της Πομπονίας, ευχαριστείτο εις το θέαμα του δύοντος ηλίου, του κήπου και των ανθρωπίνων μορφών, των χρυσιζομένων από την λάμψιν του μεγάλου φωστήρος. Η γαλήνη της εσπέρας περιέβαλλε τους ανθρώπους, τα δένδρα, όλον τον κήπον. Ο Πετρώνιος εξεπλάγη εκ της γαλήνης ταύτης.
Και η αφελής καρδία του εξεπλάγη ότι ο Θεός είχεν εμπιστευθή την γην εις το τέρας εκείνο. «Ραβδί, είπεν εν τη ψυχή του, τι θα κάμω εντός της πόλεως ταύτης, εις την οποίαν με έστειλες; Εις αυτήν ανήκουν ήπειροι και θάλασσαι, εις αυτήν όλα τα βασίλεια και αι πόλεις. Ραββί, είμαι αλιεύς λίμνης και βυθίζομαι. Τι θα κάμω; Και πώς θα δυνηθώ να νικήσω το κακόν;» Βινίκιος Λιγεία, χαίρειν.
— Και πώς θέλεις, ω μακάριε άνθρωπε, να μη ευρεθώ εις απορίαν, είπεν ο Σωκράτης, και εγώ και οποιοσδήποτε άλλος, όταν πρόκειται να ομιλήσω έπειτα από λόγον τόσον λαμπρόν και ποικίλον; Και όλα μεν ήσαν θαυμάσια· αλλά ιδίως εις το τέλος ποίος ακούων δεν εξεπλάγη από το κάλλος των λέξεων και της εκφράσεως; Εγώ τουλάχιστον, αισθανόμενος ότι ούτε κατά προσέγγισιν θα είμαι ικανός να ειπώ τόσον ωραία πράγματα και εντρεπόμενος, θα το έσκαζα, εάν ημπορούσα.
Ο Καμβύσης ακούσας το όνομα του Σμέρδιος εξεπλάγη εκ των λόγων και του ενυπνίου το οποίον είχεν ιδεί· καθότι τω εφάνη εις τον ύπνον του ότι τω ανήγγελλε τις ότι ο Σμέρδις, καθήμενος επί του βασιλικού θρόνου, έψαυε διά της κεφαλής του τον ουρανόν.
Τα γεγονότα ταύτα δεν επίστευεν η Σιξτίνα ότι έμελλόν ποτε ν' αναζήσωσιν εν τη μνήμη της, και διά τούτο εξεπλάγη ότε ησθάνθη εν εαυτή νυγμόν τινα, ως ωδίνας εγκυμοσύνης, τας μόνας ας ποτε υπέστη. Η αφορμή δε της αναμνήσεως ταύτης εδόθη εκ της παρουσίας ξένου τινός προσώπου εις το μοναστήριον.
Εξέβαλε ποτήρια χρυσά και αργυρά, και οι μεν υπηρέται τα εκαθάριζον, αυτός δε κατ' εκείνην την στιγμήν εξήλθε διά να συνομιλήση μετά του Κλεομένους του Αναξανδρίδου, βασιλέως της Σπάρτης, τον οποίον έπειτα έφερεν εις την κατοικίαν του. Όταν ο Κλεομένης είδε τα ποτήρια, εθαύμασε και εξεπλάγη.
Αλλ' ο Μαύρος δεν είχε μελετήσει, διότι εξετασθείς και εις το προηγούμενον μάθημα υπέθεσεν ότι δεν θα εκαλείτο τόσον ταχέως. Εν τη αμηχανία του παρεκάλεσε παρακαθήμενον μαθητήν να τον αναπληρώση. Αλλ' εις τον καθηγητήν είχε, φαίνεται, κάμει εντύπωσιν, κατά το προηγούμενον μάθημα, ότι ο Μαύρος ήτο και κατά το χρώμα μαύρος. Διό εξεπλάγη όταν είδεν εμφανιζόμενον ενώπιόν του ένα κατάξανθον νέον.
Μόλις προέβη ολίγα βήματα, και ιδού δύο άγνωστοι άνθρωποι παρουσιάζονται ενώπιόν του και του κόπτουσι τον δρόμον. Εφόρουν ασυνήθη αναβολήν, και το ήθος των εφαίνετο όχι πολύ άγριον, αλλ' οπωσούν αλλόκοτον. Ο βοσκός δεν εφοβήθη, εξεπλάγη μόνον. Ο μικρός σκύλαξ, προπηδήσας εις υπάντησίν των, τους υπεδέχθη με οργίλους υλακάς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν