Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Η απάντησις ήτο λακωνική, αλλ' είχε τι το καθησυχαστικόν ο τόνος του χωρικού και ο τρόπος δι' ού επρόφερε το όνομά μου μετά της φωνητικής του Κάππα αλλοιώσεως. Δεν εζήτησα πλειοτέρας εξηγήσεις, αλλά τα πάντα με έδιδον να εννοήσω ότι επλανάτο εισέτι ο φόβος των Τούρκων εις την ατμοσφαίραν της Χίου.

Κ ώ σ τ α ς. Αγάπη μου! Μ α ρ ί α. Δεν μ' αγαπάς όπως πριν Κ ώ σ τ α ς. Δεν πιστεύεις ό,τι λες. Γιατί λοιπόν γράφεις εις την φίλην σου ότι ζούμεν τόσον ευτυχισμένοι... Μ α ρ ί α. Πώς! εδιάβασες αυτό το γράμμα; Κ ώ σ τ α ς. Ναι! Νομίζω ότι μπορούσα.. Μ α ρ ί α. Όχι! Εγώ δεν εζήτησα ποτέ να διαβάσω γράμματά σου. Κ ώ σ τ α ς. Μα εγώ είμαι άλλο, αγαπητή μου.

Να! αυτή η μετοικεσία Βαβυλώνος. Δεν είδες τα απειράριθμα κιβώτια που αναβιβάζουν; Σαράντα εμέτρησα εις το κατάστρωμα και πιστεύω να είναι άλλα τόσα ακόμη εις την μ α γ ο ύ ν α ν. Εζήτησα να μάθω τίνων είναι, αλλά φαίνεται, ότι δεν έφθασεν ακόμη η Σ ά ρ α και η μ ά ρ α κ α ι η κ ό κ κ ι ν η χ ο υ λ ι ά ρ α.

ΙΟΕΣΣΑ. Με περιφρονείς, Λυσία; Έχεις δίκιο γιατί ούτε χρήματα σου εζήτησα ποτέ, ούτε την πόρτα σούκλεισα να σου πω ότι έχω άλλον μέσα, ούτε σε ηνάγκασα ν' απατήσης τον πατέρα σου, ή να κλέψης τίποτε από την μητέρα σου και να μου το φέρης ως κάνουν η άλλες, αλλ' από την πρώτη στιγμή σ' εδέχθηκα χωρίς πληρωμή και χωρίς δώρα.

Η μέθοδος αυτή ουχ ήττον δεν μου επέτρετε κατ' ουδένα τρόπον τα υπολογίσω τας διαστάσεις του μπουντρουμιού μου, διότι μπορούσα απατώμενος να κάνω όλον τον γύρον και να επανέλθω εις αυτό το σημείον της αναχωρήσεώς μου χωρίς να το αντιληφθώ. Τόσον ο τοίχος ήτο ομοιόμορφος. Εζήτησα λοιπόν το μαχαίρι μου, που το είχα εις την τσέπην την στιγμήν καθ' ην με εισήγαγον εις την αίθουσαν των ιερεξεταστών.

Μία πεταλούδα όμως επέταξε πολύ κοντά εμπρός της, τα πτερά της ήσαν στολισμένα με πολλά χρώματα και έλαμπεν όλη, σαν να ήτο κεντημένη με πετράδια. Επετούσεν ελεύθερα από άνθος εις άνθος. — Τι ευτυχής είνε αυτή· ημπορεί και πηγαίνει, όπου θέλει, και εγώ κάθομε εδώ ριζωμένη, δεμένη σ' αυτήν την γωνιά, τι κρίμα που δεν εζήτησα να γίνω πεταλούδα.

Και όταν με είδον έστειλαν το καΐκι έξω, διά περιέργειαν να ιδούν δηλαδή τι θέλω, ή τις είμαι· και φθάνοντας το καΐκι εκεί πλησίον, τους ωμίλησα και τους εζήτησα διά έλεος να με σηκώσουν από εκεί, διότι εκινδύνευα να θανατωθώ.

Εκεί εγνώρισα και τον ιδικόν μας λύχνον και αφού τον εχαιρέτισα του εζήτησα πληροφορίας περί της οικογενείας μου, τας οποίας μου έδωκε. Την νύκτα λοιπόν εκείνην εμείναμεν εις την Λυχνόπολιν την δ' επιούσαν αποπλεύσαντες επλησιάσαμεν εις τα νέφη, όπου είδαμεν κ' εθαυμάσαμεν και την πόλιν Νεφελοκοκυγίαν , αλλά δεν εξήλθαμεν εις αυτήν, διότι ο άνεμος δεν ήτο βοηθητικός.

Αν δ' επλανήθην 'στών σοφών την μαύρην ερημίαν ως πρόβατον απολωλός ως έλαφος διψώσα, μικράν δεν ηύρα όασιν, μηδέ πηγήν καμμίαν, να δροσισθή το στήθος μου κι' η φλογερά μου γλώσσα. Κι' εκ των ερήμων έρχομαι ως γέρων κεκυφώς κι' είν' έγκυον το πνεύμα μου με χίλιαις δυο ψευτιαίς, ανέσπερον εζήτησα και καταυγάζον φως, αλλ' εις το τέλος μ' άφησαν με της κολοφωτιαίς.

Δεν εζήτησα πλειοτέρας διασαφήσεις, αλλ' έκυψα σιωπηλώς την κεφαλήν. Ο Παππά-Σεραφείμ ενόησε την στενοχωρίαν μου και εξηκολούθησεν ως εξής·Επί τέλους και μετά πολλά έπεισα και τον Χρήστον και τους — ή μάλλον ταςπερί αυτόν, και απεφασίσθη να υπάγη εις Αθήνας. Ήθελε ν' αναχωρήση την επαύριον. Επέμεινα και επί τέλους κατώρθωσα να φύγη αμέσως, υποσχεθείς να τον συνοδεύσω.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν