United States or Iraq ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο βασιλεύς με την Ζωμπαΐδα, εγύρισαν να ιδούν τι ήτον, ομοίως και ο Αμπτούλ κυττάζοντας δεν εγνώρισεν έτσι ευθύς εκείνην που ελιποθύμησε, μα ωσάν την εκαλοκύτταξε, ευθύς τα μάτια του εσκοτίσθησαν και η όψις του έγινεν ωσάν του αποθαμμένου, και ελόγιασαν ότι ήθελεν αποθάνει. Αλλ' ο βασιλεύς ευθύς τον έπιασεν εις τες αγκάλες του, και τον έκαμεν από ολίγον να συνέλθη εις τον εαυτόν του.

Πολλοί έπεφταν πληγωμένοι ή ο ένας απάνω εις τον άλλον, εις την στενήν έξοδον. Αλαλαγμός εκλόνιζε τους τοίχους του ναού. Όμοιος με καλοκαιρίαν, ο κύριος μου έλαμπε κάτω από τα αστράπτοντα όπλα, έως ότου μέσα από το ιερόν μία φωνή έδωκε θάρρος εις τους εχθρούς του, οι οποίοι εγύρισαν πίσω και επανέλαβαν την επίθεσιν.

Κι' όταν η αρμάδα έγεινε άφαντη, τότε το έμαθαν, κ' εγύρισαν πίσου στο νησί μας, για να θάψουν το Νικοτσάρα, που πέθανε κρατώντας με τα χέρια τ' άντερά του για να μη χυθούν, με τα δόντια την ψυχή του διά να μη φύγη. Κ' ήρθαν και τον έθαψαν, κάτου στο Λεχούνι, κοντά στην άμμο, στο γιαλό, και τότες του βγάλανε και τραγούδι.

Το άστρον της Ανατολής έσβυσε πλέον. Οι μάγοι με τα δώρατα τρία σύννεφαεγύρισαν οπίσω σαν να έχασαν τον δρόμον. Είχεν εξημερώσει. Διαταγή του νέου Μητροπολίτου είχε καταργηθή η νυκτερινή ακολουθία των Χριστουγέννων διά παντός. Ήλθαν και μου είπαν. — Όχι μέσα εις τα σκότη! Με τον ήλιο! Αι κατακόμβαι δεν υπάρχουν πλέον! . .

Έκανες εδώ, άκουες τ' όνομά σου· έκανες εκεί έχανες τη σκούφια σου. Έσκυφτες χάμω κ' αισθανόσουν άξαφνα φοβερή σφίνα να σου χωρίζη τα μηριά. Ευρέθηκαν άνθρωποι που εγύρισαν ημέραμεσημέρι θεόγυμνοι στα σπίτια τους.

Αφού δε εγύρισαν, την νύκτα, κ' εβόλεψε την βάρκα, και ήτο έτοιμος ν' αποβιβασθή και αυτός πηδών εις την άμμον, με τα ένα χέρι βαστάζων τα οψάρια εις ορμαθούς, τα μερίδιόν του, και με το άλλο τα παπούτσια του, εγλύστρησε κ' έπεσεν εις την θάλασσαν κ' εκτύπησετα μούτρα σε κάτι πέτραις οπού ήταν ένα μήνα πρισμένα.

Όταν είδε και τις γυναίκες, εξεστάθηκε κιαρώτησε τον πατέρα του τι ήσαν. «Αυτοί, παιδί μου, είν' οι δαιμόνοι», τούπε ο πατέρας του, για να τον φοβίση, γιατ' είδε πως τούκαμαν μεγάλην εντύπωσιν. Όταν εγύρισαν πίσω στον πύργον των, ο πατέρας του είπε: «Απ' όλα τα πράμματα που είδες στην πολιτεία, γυιέ μου, ποια σου άρεσαν καλλίτερα, για να σου τα φέρω;» — «Οι δαιμόνοι», αποκρίθηκε ο νέος αμέσως.

Εκτός τούτου ημπορούν και να διδάξουν έναν άνθρωπον να υπερασπίζεται τον εαυτόν του ενώπιον των δικαστηρίων, εάν κανείς ήθελε τον αδικήση. Τα λόγια μου φαίνεται αυτά επροκάλεσαν τον οίκτον των δύο αδελφών· εγύρισαν συγχρόνως και εκύτταξεν ο ένας τον άλλον και εγέλασαν· και ο Ευθύδημος είπε: — Δεν καταγινόμεθα πλέον, Σωκράτη, με αυτά, αλλά τα έχομεν έτσι μόνον ως πάρεργα.

Προβάτει· υποτάξου· τα νεύρα σου εγύρισαν παιδιάρικα, και δεν έχουν δύναμη μέσα τους.

Τότε ο φιλόσοφός μου με την τέχνην του έκαμε να γεννηθούν κάποιες ασυμφωνίες και διαφορές ανάμεσα του Σουλτάνου και του βασιλέως της Γάζνας, και τόσον επλήθυναν, που εγύρισαν τα άρματά τους εναντίον ο ένας του άλλου.