United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Περιπλέον δε δεν εφανέρωσε την κρύπτην ούτε εις την μητέρα ούτε εις τον αδελφόν, αλλά προώριζε τον θησαυρόν να δαπανηθή όλος προς ανεύρεσιν της Αϊμάς, και ό,τι ήθελε περισσεύσει, θα διηρείτο πάντοτε εις τέσσαρα ίσα μέρη, διότι και το μερίδιον του πατρός του επεθύμει να μένη εν τη κρύπτη ανέπαφον. Ούτως έκρινεν εύλογον να εκτελέση την διαθήκην του Γύφτου.

Πριν απομακρυνθή ο Μπάρμπ'-Αποστόλης, φθάνει ο γέρο- Μανώλης ο Άπαντος και ζητεί και ούτος το μερίδιόν του. Ο μπάρμπα-Γιάννης ηναγκάσθη να δώση εις αυτόν από τα εννέα δερματοτύρια τα τέσσαρα. Μόλις απήλθεν ούτος και παρουσιάζεται ο μάστρο-Κωσταντής ο Καλαφάτης, δανεισθείς ξένην βάρκαν, διά να έλθη και ούτος να ζήτηση το μερίδιόν του.

Εις τούτον τον λειμώνα την μεν νύκτα μεταφέρουσι τα κρέατα εκείνοι εις ους είναι ανατεθειμένη η φροντίς αύτη, λαμβάνοντες παρά των πολιτών το αναλογούν εις έκαστον μερίδιον, την δε ημέραν έρχεται όστις θέλει και τρώγει· οι εγχώριοι όμως λέγουσιν ότι αναδίδει ταύτα εκάστοτε η γη. Και η μεν καλουμένη τράπεζα του ηλίου τοιαύτη λέγονται ότι είναι.

Τούτο δεν έπεισε τον παπά-Κυριάκον, τω ενέπνευσε μάλιστα πλείονας υποψίας· αλλ' ότε ηρώτησε την γνώμην του συλλειτουργού του, ήτο ήδη κατά τα εννέα δέκατα αποφασισμένος να υπάγη· έπειτα υπεχρέωσε τον υιόν του Ζάχον, μορφάζοντα και μεμψιμοιρούντα, να παραμείνη εν τω ενοριακώ ναώ κατάσκοπος εις το ιερόν βήμα, να παραλάβη το μερίδιον των προσφορών και συλλειτουργικών, και μόνον μετά την απόλυσιν της λειτουργίας, ότε θα ανέτελλεν ήδη η ημέρα, ν' ανέλθη εις τα Καλύβια παρ' αυτώ.

Α’. ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Τώρα θα έλθουν, σύντροφε· μερικοί απ' αυτούς δεν στέκουν καλά στα πόδια, ολίγος αέρας αν τους φυσήση, θα τους ρίξη κάτω. Β' ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Ο Λέπιδος είναι κατακόκκινος. Α’. ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Τον έκαμαν να πιή και το μερίδιον των άλλων.

Ο μπάρμπα-Γιάννης ευχαριστημένος ότι δεν έχασε την ημέραν του ητοιμάζετο ν' απομακρυνθή δι' άλλης οδού, να μεταφέρη ασφαλώς οίκαδε τα δεκατρία δερματοτύρια. Αλλά την ιδίαν στιγμήν φθάνει με την βάρκαν του ο Μπάρμπ'-Αποστόλης ο Κρισοχέρης και του ζητεί μερίδιον από την λείαν. Ο μπάρμπα-Γιάννης ηναγκάσθη να του δώση από τα δεκατρία δερματοτύρια τα τέσσαρα.

Αφού δε εγύρισαν, την νύκτα, κ' εβόλεψε την βάρκα, και ήτο έτοιμος ν' αποβιβασθή και αυτός πηδών εις την άμμον, με τα ένα χέρι βαστάζων τα οψάρια εις ορμαθούς, τα μερίδιόν του, και με το άλλο τα παπούτσια του, εγλύστρησε κ' έπεσεν εις την θάλασσαν κ' εκτύπησετα μούτρα σε κάτι πέτραις οπού ήταν ένα μήνα πρισμένα.

Λοιπόν το εξής θέλει να μας επιβάλη ο λόγος μας, δηλαδή λέγει ότι μία πόλις μη έχουσα μερίδιον από αυτά δεν είναι δυνατόν να πολιτευθή καλώς. Βεβαίως πώς είναι δυνατόν; Αφού λοιπόν το μεν έν ησπάσθη την μοναρχίαν, το δε άλλο την ελευθερίαν περισσότερον από όσον έπρεπε, κανέν από τα δύο δεν κατέχει τα μέτρια από αυτάς.

Εγώ πάλιν κινηθείς από αδελφικήν αγάπην τους είπα· ιδού αφού έχω έξ χιλιάδες φλωριά να πάρη ο καθένας, από χίλια και να ψωνίσωμεν διά το ταξείδι μας και τας άλλας τρεις χιλιάδας ας τας κρύψωμεν εδώ εις το σπίτι διότι, αν εις το ταξείδι μας ήθελε μας συμβή η δυστυχία, γυρίζοντας καν να έχωμεν ταύτα διά να ζήσωμεν εις το εξής· και ούτω κρύψαντες αυτά εις ένα μέρος του σπιτιού και ψωνίσαντες καθένας διά το μερίδιόν του ανεχωρήσαμεν με ένα πλεούμενον διά το διωρισμένο μας ταξείδι· και μετά τρεις μήνας εφθάσαμεν εις την διωρισμένην πολιτείαν και πουλήσαντες τας πραγματείας μας εγώ εκέρδισα δεκαπλάσια από την ποσότητα που είχα, οι δε αδελφοί μου ολίγον τι κέρδος έλαβον.

Ο Πραγματευτής λοιπόν άρχισε να διατάξη τα υπάρχοντά του με την διαθήκην του, να τα μοιράση εις τους υιούς του, να αφήση επιτρόπους εις τα ανήλικα παιδιά, να διορίση τον μερίδιον της γυναικός του, και άλλα παρόμοια· έπειτα ελευθέρωσεν όλους τους σκλάβους και σκλάβες του, διεμοίρασεν ελεημοσύνας εις τους πτωχούς· και τέλος πάντων εφιλοδώρησε τους φίλους του και τους απεχαιρέτησεν.