Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


ΛΥΚΙΝ. Δεν μου λέγεις, Κράτων, αυτά τα οποία λέγεις περί ορχήσεως και των γινομένων εις το θέατρον, τα λέγεις κατόπιν ιδίας αντιλήψεως ή, χωρίς να γνωρίζης τα θεάματα εκείνα, τα κατηγορείς και τα ονομάζεις αισχρά και κατάπτυστα; Διότι εάν μεν τα είδες, ευρίσκεσαι εις την αυτήν θέσιν με εμέ, εάν δε όχι, πρόσεξε μήπως η κατηγορία σου είνε παράλογος και φανής ότι εξ επιπολαιότητος κατηγορείς πράγματα τα οποία δεν γνωρίζεις.

Διότι το Πάγκειον όρος ολόκληρον με τα μεταλλεία του είχε το μέγεθος ενός κεχριού. ΦίΛ. Πόσον σε ζηλεύω, Μένιππε, δι' όσα παράξενα είδες. Αλλά δεν μου λες, σε παρακαλώ, αι πόλεις και οι κάτοικοι των πόσοι εφαίνοντο από πάνω;

Ποιος είνε ο Χόμο; — Ο Χόμο είνε ο σκύλος μου, αυτός εδώ που σε γαυγίζει. Σιούτ, Χόμο. — Και ειμπορείς να μου κάμης μίαν εκδούλευσιν; επανέλαβεν ο ξένος. — Εκδούλευσιν, βέβαια. — Ειξεύρεις να μου πης ένα πράγμα που θα σ' ερωτήσω; — Ερώτησέ με πρώτα, και ύστερα θα σου αποκριθώ. — Είδες εις αυτό το μοναστήρι τίποτε αυτάς τας ημέρας; — Τι τίποτε; — Είδες μίαν νέαν που την έφεραν εδώ μέσα;

Αυτά 'πε, και ο Τηλέμαχος με κρότον επταρμίσθη, 'π' όλο το δώμα εβρόντησε• γέλασ' η Πηνελόπη, και προς τον Εύμαιον έλεγε με λόγια πτερωμένα• «Άμε, τον ξένον κάλεσε, και φέρε τον εμπρός μου• δεν είδες πώς πταρμίσθηκετα λόγια 'που 'πα ο υιός μου; 545 δηλοί 'π' άσφαλτος θάνατος θε ναύρη τους μνηστήραις όλους• κανείς τον θάνατον, την μοίρα, δεν θα φύγη. και άλλο τι ακόμη θα σου ειπώ να το φυλάξη ο νους σου• αν τον γνωρίσω αληθινόν εις όσα μου διηγείται, θα τον ενδύσω μ' εύμορφη χλαμύδα και χιτώνα». 550

Από την γλυκειά μουσική εβούλωσαν τ' αυτιά μου, από την χρυσή λάμψι των μαλλιών των εθάμπωσαν τα μάτια μου. Κάμνω να μιλήσω, δεν ημπορούσα. Μου πήραν την μιλιά γιατί τους χάλασα τον χορό. Έκαμα τρεις μήνες να μιλήσω. Από τότες μου απόμεινε ένας φόβοςτην καρδιά και κάμνουν άσπρα-άσπρα τα μάτια μου μερικές φορές. 'Σ τον πόλεμο με είδες, καπετάνιε, αλλάτης Νεράιδες να μη με ιδής.

Έως τώρα λοιπόν, εξηκολούθησεν ο Σωκράτης, είδες καμμίαν φοράν κανέν από τα τοιαύτα με τους οφθαλμούς σου; Διόλου, είπεν ο Σιμμίας.

Είδες ποτέ γαλήν αναβάσαν επί τραπέζης και πίνουσαν του αυθέντου το γάλα; λοξά τα βλέμματα αυτής, ανήσυχα τα ώτα, ορθαί αι τρίχες υπό του φόβου και έτοιμοι οι πόδες εις φυγήν. Ούτω γεύονται και αι κοσμικαί αύται δέσποιναι του απηγορευμένου καρπού.

Ίσως, φίλε μου Θεόδωρε, αυτούς τους ανθρώπους τους είδες μόνον την ώραν που πολεμούν, και δεν τους επέτυχες όταν έχουν ειρήνην, διότι δεν είναι φίλοι σου. Εγώ όμως νομίζω ότι αυτά τα λέγουν εις τους μαθητάς των, την ώραν του σχολείου, τους οποίους θέλουν να τους κάμουν ομοίους με τον εαυτόν των. Θεόδωρος.

Χρειάζεται σαπούνι και τρίψιμο.,, Τώρα κι' από μέσα στην τραχηλιά και στη ράχη., Είδες! Τέλειωσε ως που να πεις έλα Χριστέ. Από δω κι' από κει οι άλλοι κληρωτοί πλαίνανε με προθυμία και πείσμα. Άλλοι τα καταφέρνανε, κι' άλλοι κυττάζανε να τελειώσουν όπως-όπως. Ο Ρένας πήρε τους δυο κουβάδες και τους ξαναγέμισε με καθαρό νερό από την τρούμπα.

Η κωμικοτραγική μου διήγησις της παρελθούσης εβδομάδος τόσον εξετάθη, ως είδες, ώστε με εμπόδισε να εκκαθαρίσω μαζή σου τον εβδομαδιαίον μου λογαριασμόν, και μ' αφήκε μάλιστα υπό το βάρος καθυστερούντων, άτινα σπεύδω να πληρώσω σήμερον, μη θέλουσα να μιμηθώ κατά τούτο τους μάλλον φ ο ρ ο λ ο γ ο υ μ έ ν ο υ ς ευδαίμονός τινος χώρας, ων αι προς το δημόσιον ταμείον οφειλαί αναβαίνουσι μέχρι σήμερον εις το ασήμαντον ποσόν των εβδομήκοντα περίπου . . . εκατομμυρίων.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν