Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025
ΤΡΟΦΟΣ Απελπίζεσαι, επειδή εσκέφθης να σκοτώσης την άλλην γυναίκα του ανδρός σου; ΕΡΜΙΟΝΗ Κατηραμένη η σκέψις μου, που ετόλμησα να το κάμω αυτό, εγώ η κατηραμένη, η μισητή εις τους άνδρας. ΤΡΟΦΟΣ Ο άνδρας σου θα σου συγχώρηση αυτήν την αμαρτίαν. ΕΡΜΙΟΝΗ Γιατί μου επήρατε το σπαθί από τα χέρια; Δόσε μου το, δόσε μου να περάσω το στήθος μου. Γιατί μ' εμποδίσατε να κρεμασθώ;
Το γράμμα τούτο δόσε το ‘ς τα χέρια του πατρός μου πρωί πρωί. Δος μου το φως. Αν θέλης την ζωήν σου, ό,τι κι' αν τύχη να ιδής και ό,τι κι' αν ακούσης, μη πλησίασης κύτταξε και μη με διακόψης!
Ιδέ τας όσας είν' εκεί, και άκουσέ τας όλας, και δόσε την προτίμησιν 'ς εκείνην που τ' αξίζει· 'ς ταις άλλαις μέσα ταις πολλαίς κ' η κόρη μου θα ήναι, κι αν δεν αξίζη 'σαν αυταίς, ας μετρηθή μαζή των. Έλα μαζή μου. — Συ, μωρέ, τα πόδια σου 'ς τον ώμον, και την Βερώναν κύτταξε να πάρης δρόμον δρόμον.
ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ω! εύρς μου τον! Δόσε του αυτό το δακτυλίδι· 'πέ του να έλθη να με ιδή, να μ' αποχαιρετήση. Το κελλίον του πάτερ Λαυρεντίου. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Έλα, Ρωμαίε. Άνθρωπε της δυστυχίας, έλα. Η λύπη ερωτεύθηκε, κακότυχε, μαζή σου, και έγεινεν η συμφορά γυναίκα σου.
Να μην το ξεχάσης αυτό που σου είπα· «στο ρωμαίικο ό,τι δεν είναι πάρε και δόσε, είναι δασκαλήσιο πράμα». Πού είδες Ρωμιό ν' αφιερώνη όχι ζωή, μόνο στάλα ζωής σε κοινό καλό! Μην πετιέσαι απάνω σα να θυμώνης!
ΡΩΜΑΙΟΣ Απ' την Βερώναν μήνυμα! Τι γίνεσαι, Βαλτάσσαρ; Του καλογήρου γράμματα μου φέρνεις; δόσε μου τα. Πώς είναι η γυναίκα μου; Τι κάμνουν οι γονείς μου, Τι κάμν' η Ιουλιέτα μου; Το ερωτώ και πάλιν. Όταν εκείν' ήναι καλά, κανείς κακά δεν είναι.
Κ' εκρύπτετο όπισθεν του κορμού ενός δένδρου και όταν η Μάρω τον ανεκάλυπτεν υπεχώρει εις έτερον, απώτερον, πάντοτε προχωρών εις τα ενδότερα του κήπου, από αποστάσεως εις απόστασιν διά να μη τον χάνη από τους οφθαλμούς της η κόρη, η οποία τον κατεδίωκε πάντοτε φωνάζουσα. — Δόσε μου τα χτένια μου, — δος μου τα μπερτσέμνια μου!. . .
Πάρε τα σημάδια και τη θυγατέρα σου· μα παίρνοντάς τηνε δόσε τη στο Δάφνη γυναίκα· και τους δυο τους πετάξαμε· και τους δυο τους εβρήκαμε· για τους δυο ενοιάστηκαν ο Πάνας κ' οι Νύμφες κι ο Έρωτας. Παραδεχότανε τα λόγια αυτά ο Μεγακλής κ' έστειλε κ' εφώναξε τη γυναίκα του τη Ρόδη κ' εκρατούσε τη Χλόη στην αγκαλιά του· κ' εκοιμηθήκανε μένοντας αυτού.
Βάβω κι' αγγονιά είταν δυο πράγματα στον κόσμο, που το ένα είχε τόσο την ανάγκη τ' αλλουνού, που δε μπορούσε να ζήση το ένα χωρίς το άλλο! Αχ! δόσε, Θε μου! νερό στην κρουσταλλένια κι' αργυρογάργαρη βρυσούλα να ποτίζη τη γέρικη και κουφαλιασμένη βαλανιδιά!
Δόσε μου και ολίγο τυράκι, δυο ελήτσαις ή άλλο τίποτα. Η οικοδέσποινα τη έδιδε τότε ό,τι ευρίσκετο εις το ερμάριον. — Νάχης την ευχίτσα μου, έλεγεν η Εφταλουτρού. Δόσε μου και λίγο λαδάκι, ν' ανάψω το καντήλι. Και ανέσυρεν εκ του θυλάκου, ον είχεν εις την εσθήτα της εις βάθος τριών σπιθαμών, μικράν φιάλην, και την επαρουσίαζε προς την οικοδέσποιναν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν