Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Εψιθύριζον δε άλλοι δειλώς και με τρόμον, ότι και αυτή η σύζυγός του, η μήτηρ του Αλεξάνδρου, τον οποίον δεν επανείδαμεν πλέον, είχε πέσει θύμα του αγρίου θυμού του, κτυπηθείσα ίσως, όπως είχε κτυπηθή προ ολίγων ημερών και ο γεωγράφος μας.
— Τότε να πηγαίναμε ως εκεί να βλέπαμε, είπε δειλώς η Αφέντρα, ήτις προς τον σκοπόν τούτον, ως φαίνεται, έσπευδε να αποκοιμήση τα δύο παιδία. — Δεν είνε φρόνιμο ναρθής εσύ, είπεν η Συνοδιά. Σα ξυπνήσουν τα παιδιά, και ιδούν πως είνε μοναχά τους, θα κτυπηθούν, θα ζουρλαθούν από το φόβο τους. — Πώς να κάμουμε; είπεν η Αφέντρα.
— Εμείς έχομε δόξα για πούλημα, αυτός έχει παρά για δόσιμο· το λοιπόν τράμπα! — Τράμπα! φωνεί ο χορός. — Κι' αν κάμη τον κουφό; λέγει δειλώς ο μικρός Μουχαδή. — Κάνουμε κ' εμείς το στραβό, απαντά αποφθεγματικώς ο Γιακούπ. — Ο λόγος μας, που του δώσαμε;
— Πρέπει να πάρω τα βουνά, δυχατέρα! είπεν αίφνης. Αν προφτάσω! — Γιατί, μάννα; είπεν εν αγωνία η Δελχαρώ. — Γιατί . . . με γυρεύουν για να με φυλακώσουν. — Αλήθεια; . . . Εσύ το έρριξες, μάνα, το κορίτσι στο πηγάδι;! — Όχι, μάρτυς μου ο Θεός! . . . Αυτό δεν το έκαμα, είπεν η Φραγκογιαννού. — Τότε; . . . — Σιώπα! — Η αμαρτία σε κυνηγά, μάνα, είπε δειλώς η Δελχαρώ. — Σιώπα!
Προς τι ταύτα πάντα; Το εννόησα μετ' ολίγας στιγμάς, ότε ανοιγείσης δειλώς της θύρας του κομμωτηρίου, εισήλθεν ελαφρά και χαρίεσσα κορασίς, απλούστατα μεν αλλά κομψότατα ενδυμένη, λευκόν φέρουσα περίζωμα περί την λιγυράν αυτής οσφύν και λευκόν σκούφωμα επί των μελανών αυτής βοστρύχων.
Ακολούθως αναβάσα πάλιν έφερε την βασιλόπητταν, μίαν μεγάλην και εύμορφα και αυτήν κεντημένην διά χαραγμένων ρόμβων και τριγωνιδίων, και παρέμεινεν επί μικρόν η κόρη προ του φούρνου με ελαφρά ροδισμένας τας παρειάς, συμπαθώς αδύνατος η επί τρία έτη τώρα βασανιζομένη γλυκεία παρθένος, ως με μίαν μυστηριώδη σκέπην προ του τρυφερού λευκού προσώπου της, υπό την οποίαν δειλώς εφαίνοντο μαραμμένα μικρόν τα παρθενικά της κάλλη.
Προς τι; Ήτο προφανές του λοιπού ότι έπλεον «εις τα πέρα βουνά». Ο Μαθιός εκάθισε δειλώς όχι πολύ πλησίον αυτής, από την άλλην πλευράν της πρύμνης, και έβλεπε την θάλασσαν, διά να μη κυττάζη παραπολύ την συνταξειδιώτιν του, και την φέρη εις αμηχανίαν.
Και όμως τόση ήτο η περιέργεια, ήτις ηρέθιζεν αυτούς, ώστε μεθ' όλον τον φόβον και την αποστροφήν ην ησθάνοντο, προέβαλλον δειλώς τας μορφάς έξω της εισόδου, οσάκις διέβαινον πλησίον εκεί όπως ίδωσι τι συνέβαινεν εντός. Μάλιστα αι γυναίκες υπέκειντο εις τον πειρασμόν τούτον.
Δειλώς και μακρόθεν, δύο μόνον εκ των Αποστόλων είχον αναλάβη μέχρι τούδε εκ του πρώτου πανικού των, ώστε ν' ακολουθήσωσι μακρόθεν την θλιβεράν πομπήν. Ο είς τούτων, ο αγαπημένος μαθητής, γνωστός ίσως εις τον οίκον του Αρχιερέως ως νέος αλιεύς εκ της λίμνης της Γαλιλαίας, είχεν εύρη εύκολον την είσοδον, χωρίς ν' αποπειραθή να κρύψη τας συμπαθείας του ή την ταυτότητά του. Όχι όμως ο έτερος.
Με παρεκάλεσε τόσον πολύ . . . . απαντά δειλώς, μ' όλον αυτής τον μύστακα, η Κυρία Πηνελόπη· προσθέτει δε αμέσως, βλέπουσα δυσαρέστως μορφάζον το πρόσωπον του συζύγου της· — Της εκράτησα από τον μισθόν της τα τρία φράγκα. — Δεν έπρεπε να της την δώσης· ας ήνε. Αυτό είνε τύχη, και την τύχην του κανείς δεν την πουλεί, ούτε την χαρίζει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν