United States or El Salvador ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΛΥΣ. Επειδή ήκουσα δύο αναπνοές, στην αρχή ενόμισα ότι εκοιμάτο μαζή της η Λυδή• είχα όμως λάθος, διότι όταν έψαξα ευρήκα το πρόσωπον ενός νέου χωρίς γένεια, πολύ τρυφερού, ο οποίος είχε σύρριζα κομμένα τα μαλλιά, εμύριζε δε και αυτός από αρώματα. Αν είχα μαζή μου την στιγμή εκείνη σπαθί, σας ορκίζομαι ότι... Τι γελάτε, Πυθιάς; Σου φαίνονται ότι είνε για γέλοια αυτά που λέγω;

Ήτο προ ολίγων μηνών χηρευμένος ο Καλάνης, η δε ζωή του συνεκεντρούτο εις του ορφανού του τέκνου την αγάπην. Ποτέ δεν το απεχωρίζετο• η δε χαρίεσσα μορφή του ενδεκαετούς εκείνου κορασίου, και η τεθλιμμένη του τρυφερού προσώπου του έκφρασις, είχον, από των πρώτων ημερών της εις τον Πύργον αφίξεώς μας, ελκύσει πάσαν της ψυχής μου την συμπάθειαν.

Αι δύο αδελφαί πλέξασαι προχείρους στεφάνους αγροτικούς εκ της αγριαμπελιάς και κοσμήσασαι τούτους με αγριολούλουδα και τριαντάφυλλα εν ωραία αντιθέσει χρωματισμών έθεσαν αυτούς εις την κεφαλήν των, και αποδιώκουσαι ούτω από του τρυφερού προσώπου των τας ακτίνας του οχληρού ηλίου έτρεχον εδώ και εκεί ως ψυχαί πτερωταί, ως νύμφαι ορεστιάδες επί των ανθέων εν χαρά και αγαλλιάσει μικρών παιδίων.

Κατέλιπε βαρυθυμών τον δυσώδη περίβολον, και χαιρετίσας διά τρυφερού βλέμματος την απέναντι μεγάλην οικίαν, ης μαθητής ποτε προ χρόνων πολλών είχε κατοικήσει έν στενόν δωμάτιον, επροχώρησεν αναβαίνων την λεωφόρον Πανεπιστημίου. Ωραία, πολύ ωραία του εφάνη η Ακαδημία. — Τι θα το κάμουν άραγε το κατάχρυσον αυτό οικοδόμημα; είπε καθ' εαυτόν, και ενθυμηθείς τους στίχους του Bodenstedt

Εγώ το κατάλαβα, Κρατήρα, είπε τέλος ο Μπάρμπα-Σταύρος, οσφρανθείς και αυτός της ευωδίας του τρυφερού κρέατος. Τον κολλήγαν σας τον έπιασε λίγο. — Χριστός και Παναγία! ανεκραύγασεν η Κρατήρα ακούσασα την βαρείαν φράσιν. — Το κρασί, καλέ! διώρθωσεν αμέσως ο Μπάρμπα-Σταύρος. Στρώσε λοιπόν το τραπέζι, Κρατήρα.

Έν είδος μισανθρωπικού αισθήματος ενεφώλευεν εν τη καρδία μου· έν πικρόν, απεριγράπτως συγκινητικόν παράπονον εκάθητο επί των χειλέων μου. Παράπονον ασθενούς τρυφερού παιδίου προς την μόνην αυτού μητέρα, την Φύσιν, προς τας αγκάλας της οποίας έλκεται υπ' εμφύτου στοργής, μικρόν αφού έχει υποφέρει τας σκληροτέρας συνεπείας του αλλοπροσάλλου χαρακτήρος της.