United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόνον ο ιερεύς ανησύχει και ήτο άγρυπνος. — Τα ξέρω εγώ απ' όξου τα πλειότερα τα γράμματα, παπά, του έλεγεν η θειά το Μαθηνώ, διά να του δώση θάρρος· τα κανοναρχώ κειδά στ' αυτί του γέρο-Φιλιππή, κι' ο γέρο-Φιλιππής, οπούν θεοφοβούμενος άνθρωπος, θα τα λέη κειδά όπως-όπως... — Να δα η ώρα να σε κάμουμε και ψάλτη, Μαθηνώ! απήντησε γελάσας ο ιερεύς. — Ψάλτης δε θα γίνω, μόνε κανονάρχος.

Να τώξορα έτσι δα. .. καλλίτερα να μην ερχόμουνα . . . Δεν ήλθα εγώ για να σπείρω σκάνδαλα στ' ανδρόγυνο . . . Η θύρα ηνοίχθη και εισήλθεν ανελπίστως ο Μανώλης ο Πολύχρονος. Ο Σπληνογιάννης ηγέρθη αυτομάτως με βλέμμα εκπλήξεως και αμηχανίας. Η γυνή εξεπήδησεν εκ του σκίμποδος εφ' ου εκάθητο, και προέβη εις υποδοχήν του. Ο Λάμπρος ο Βατούλας ουδ' εσάλευσεν από την θέσιν του,

Τώρα λοιπόν, εν ονόματι του Διός, ειπέ μου εκείνο, που τώρα δα εβεβαίωνες, ότι πολύ καλά γνωρίζεις.

Και πού δεν μ' επήγε το παιδί μου ο Κιαμήλης! και πού δεν μ' επήγεν η χανούμισσα! Πρώτα πρώτα επήγαμεν εδώ κοντά στην ΑγιάΣοφιά. Ύστερα μ' επήγαν κ' επροσκύνησα στον τάφο του Κωνσταντίνου, στο Μ ε φ ά — μ ε ϊ δ ά ν ι. Να πας και συ δα, παιδί μου! Εδώ μεριά έχουν τον Αράπη, που τον εσκότωσε, σκεπασμένο όλο λ α χ ο ύ ρ ι α και χ α λ ι ά.

Φίλος Και δεν μας διηγείσαι λοιπόν την συνομιλίαν σας, εάν δεν έχης κανέν εμπόδιον, καθίζων εδώ δα, αφ' ου σηκώσης τούτο εδώ το παιδίον; Σωκράτης Πολύ ευχαρίστως· και θα σας χρεωστώ βεβαίως χάριν, εάν δώσετε ακρόασιν. Φίλος Και ημείς επίσης θα σου χρεωστούμεν χάριν, εάν μας είπης. Σωκράτης Θα είναι λοιπόν αμοιβαία η χάρις. Αλλά δώσατε λοιπόν ακρόασιν.

Ο Άδης τότε ανέβηκε στου Δία τα παλάτια και στον απέραντο Έλυμπο με την καρδιά θλιμένη, πονώντας σ' όλο το κορμί· και τ' όπλο καρφωμένο στην πλάτη τη βασταγερή τον κατατυραγνούσε. 400 Μα βάζοντας ο Γιρτρεφτής μαλαχτικά βοτάνια τον γιάτρεψε· τι δα θνητός δεν είτανε πλασμένος. 402 Τώρα η κουκουβαγιόματη θεά Αθηνά κι' εσένα 405 σούστειλε αφτόν ... Θεότρελος! που δε λογιάζει ο νους του, σαν πολεμάς με τους θεούς πως δεν πολυχρονίζεις, ούτε απ' τον πόλεμο γυρνάς κι' απ' τη σφαγή ν' ακούσεις στα γόνατά σου τα γλυκά λογάκια των παιδιών σου.

Πάντα με σκοπό πολεμικό, να ρίξη κάθε τι που θα μπορούσε ορθό να απομείνη για την αξία του «Κόδρου», μα και φερμένη σε τέλος με αρκετή δεξιοσύνη, οδηγημένη από κάποια μάθηση, όχι και πολύ συνειθισμένη για την εποχή, καθώς δα πάντα συμβαίνει. Έτσι το δαφνοφορεμένο αυτό ποίημα απόμεινεν ένα απλό μαθητικό γύμνασμα μ' ένα γυάλισμα μόνο αγυρτικό.

Αλλ' όλη όμως αύτη η φαντασμηγορία ολίγα μόνον δευτερόλεπτα διήρκεσεν. Ο Περδίκης έβαλε βραγχώδη κραυγήν, μίαν μόνην και μονοσύλλαβον· Και εξήλθε της αιθούσης. — Κύριε Περδίκη, κύριε Περδίκη! — Δικός σας είνε ο πρώτος; — Σας συγχαίρομεν! — Και εις άλλα! — Σταθήτε δα! — Μη λησμονήσετε την προίκα του κοριτσιού.

Κάνει το κέφι του, μας αφίνει και μας στο ραχάτι μας. Μα δεν είναι δα και πολλοί που μας φεύγουν. Πόσοι φύγανε από το χωριό μας; το πολύ δύο τρεις· έγειναν αβοκάτοι, κ' έμειναν εκεί, ν' ακονίζουν τη γλώσσα τους. Ένας τους, που έγεινε γιατρός και γύρισε πίσω, μου τα είπε όλα· πως εκεί τα λόγια παίρνουν και δίνουν.

Κι αν ημπορούσα δα κ' εγώ να την καταφρονέσω, καθόλου δε θα μ' έμελε κι όλα καλά θε νάταν. Μα εγώ είμαι στην αγάπη της πιστάγκωνα δεμένος και μήτε βρίσκω γιατρικό στον άτυχο έρωτά μου. Ξέρω πως όταν άλλοτε κι ο συνομήλικός μου ο Σίμος ερωτεύτηκε μια τέτοια ψεύτρα κόρη, ταξίδεψε στην ξενιτειά και γιατρεμμένος ήρθε.