United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και καν-καμμιά δεν αγαπά και καν-καμμιά δεν θέλει Κι’ εσένα μόνον αγαπά κι’ εσένα μόνον θέλει.... Σε θέλει για γυναίκα του, για ποθητό του ταίρι, Και να σου φέρω μώδωκε τη τίμια του αρραβώνα.... Πάρε την, Μάρω, φόρα την κι’ ευτυχισμένη να είσαι!

Κατόπιν τα σκαρώνει πάλιν με την άλλην, και γυρίζει πίσω την αρραβώνα εις αυτήν. Ακολούθως πετά τα σημάδια της Σμαράγδως και τα σάζει πάλιν με την Αφέντραν. Και ήτον εύμορφος γαμβρός, να έχη ζωήν, και τον αγαπούσαν και η δυο. Από την άλλην ήτο βεβαίως πλέον εύμορφος, εφρόνει η Αφέντρα, άσπρος, γαλανός, κοκκινοροϊδίτης.

Εγνώριζαν όμως εξ άλλου ότι η Καλιώ σχεδόν καθ' εκάστην εύρισκε τον Μανώλην και του επιπίλιζε το μυαλό. Και αυτός ο Σαϊτονικολής, καίτοι θέλων να φαίνεται ότι δεν απέδιδε σημασίαν εις τον έρωτα του υιού του προς την Ζερβουδοπούλαν, ανησύχει σοβαρώς, μάλιστα όταν επλησίασεν ο καιρός ο ωρισμένος διά τον αρραβώνα και τον γάμον του με την Πηγήν, αυτός δ' εξηκολούθει να δεικνύη παντελή αδιαφορίαν.

Κι’ η Μάρω απολογήθηκε με μια μεγάλη λύπη : — Αρχόντισσα σ’ ευχαριστώ κι’ εσένα και τον Γάννο.... Την τίμιαν αρραβώνα μου δεν έχω δώσει σ’ άλλον, Κι’ ουδέ το Γιάννον αγαπώ, κι’ ουδέ κανέναν άλλον Είν’ η καρδιά μου μάρμαρο, είναι μια κρύα πέτρα, Που δεν αιστάνθηκε ποτέ τη γλύκα της αγάπης, Κι’ όταν μου φέρουν προξενιές και μου μιλούνε γι’ άντρα Αιστάνομαι μι’ αποστροφή κι’ ενόχληση μεγάλη.

Να ετοιμάσουμε, μαθές. | — Όχι, κυρά-μητέρα! Όχι ακόμα! απήντησε θλιβερώς ο κυρ-Δημάκης· Η γραία-Αχτίτσα απελιθώθη. Τόσον βέβαιον εθεώρει το πράγμα, αφ' ης ημέρας ο κυρ-Δημάκης έδωσε τον λόγον του, ώστε εκοινολόγησε τούτο, ως είδομεν, και, χάρις τη γραία Φουλίτσα, τον αρραβώνα εγνώριζε πλέον όλον το χωρίον. Διά τούτο τώρα εμαρμάρωσεν η πτωχή μητέρα.

Κι’ αν είσαι συ πεντάμορφη και ταίρι σου δεν έχεις Στη χάρη και στην ωμορφιά και στο γλυκό τραγούδι Κι’ ο Γιάννος είν’ ασύγκριτος στα παλληκάρια μέσα.... Κι’ αν συ ταιριάζης μοναχά του Γιάννου για γυναίκα, Κι’ ο Γιάννος γι’ άντρας, Μάρω μου, μονάχα εσένα πρέπει!.. Γιατί τα φλογερά σου αυτά τα μάτια χαμηλόνεις; Μη δε σ’ αρέσει η προξενιά; Μη σ’ άλλον έχεις δώσει Την τίμιαν αρραβώνα σου, την πολυγυρεμένη;

Διά να βολιδοσκοπήση τας διαθέσεις του, του ανήγγειλε μίαν ημέραν ότι επλησίαζε να συμπληρώση τον αριθμόν των φλωριών τα οποία θα προσέφερε κατά τον αρραβώνα εις την Πηγήν, η οποία εξ άλλου είχε σχεδόν έτοιμα τα προικιά της. Αλλ' ο Μανώλης δεν ήθελε ν' ακούση τίποτε πλέον περί αυτού του συνοικεσίου.