United States or United States Minor Outlying Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξέχασες πως είμαι φτωχοκόριτσο και ξένο, πως μ' έφεραν εδώ για να συντροφέβω την Ελένη, να κάθουμαι μαζί της; Έχουμε καιρό. Βλέπουμε κατόπι. Αν το πης, θα μας χωρίσουν και μου αρέσει τόσο να μιλής και να σε κοιτάζω! Ίσως πάλε φταίω γω που σ' άκουσα εκείνο το βράδυ, που αποκρίθηκα ναι. Τι να κάμω; Αχ! δεν ξέρεις· μου φαίνουνταν τόσο παράξενο! Δε φαντάζουμουν πως θα μ' αγαπήση κανένας.

Θα είμαι όλως αυτεξούσιος, μου υπεσχέθη, και επειδή συνεννοούμεθα μέχρι τινός σημείου, θα ρίψω τον κύβον και θα πάω μ' αυτόν. 19 Απριλίου. Ευχαριστώ για τα δύο σου γράμματα. Δεν αποκρίθηκα γιατί άφησα άγραφο αυτό το χαρτί, έως ότου ήθελε φθάσει από την αυλή η παραίτησίς μου· εφοβήθηκα μήπως η μητέρα μου απευθυνθή προς τον υπουργό, και δυσκολεύση τον σκοπόν μου.

Ό,τι και αν έκαμνα και όσον και αν εφώναζα δεν θα κατώρθωνα τίποτες, εν ω αν εσώπαινα, ημπορούσε να γίνη κάτι για μένα, ως π. χ. να βάλουν την κόρη μου χάρισμα εις το φρενοκομείο, δεν αποκρίθηκα τίποτες, γιατί την απόφασί μου την είχα πάρη. Έγραψα του πεθερού μου να φροντίση, όσο πτωχός και αν είνε, για την κόρη του και την εγγονή του.

Σ' έναν ξένο, που για να μ' ευχαριστήσει, μου επαινούσε τους αρχαίους Έλληνες, αποκρίθηκα πως εμείς οι τωρινοί Έλληνες δε θεωρούμε δικά μας τα έργα που έκαναν εκείνοι, και μας αρέσει να πλάσουμε εμείς άλλα. Και μου είπε τότε αυτός, πολύ σοφά: ― Έ χ ε τ ε κ α ι ρ ό μ π ρ ο σ τ ά σ α ς!

Δεν το ήθελα για όλον τον κόσμο. — Εξοχώτατε, τον διέκοψα, και ζητώ χιλιάκις συγγνώμην· έπρεπε να το ενθυμηθώ προτήτερα, και ηξεύρω ότι θα μου συγχωρήσετε αυτήν την ασυνέπεια· ήθελα προ πολλού ήδη να απέλθω, ένα κακόν δαιμόνιον με εμπόδισε, αποκρίθηκα χαμογελώντας, ενώ προσέκλινα. Ο κόμης έσφιξε το χέρι μου, με έν αίσθημα, το οποίον έλεγε το παν.

Τα διάβαζα, διασκέδαζα, γελούσα, όταν άξαφνα είδα κάπου ένα άρθρο, που βέβαια δε γύρεβε να πη τίποτις δυσάρεστο ή να με πειράξη στην αγάπη μου για την Ελλάδα, μα που ήθελε ναποδείξη πως η δημοτική μας είναι γλώσσα της σκλαβιάς και πως πατριωτικό δεν είναι να τη γράφουμε. Αποκρίθηκα τότες, και πολύ πρόθυμα δημοσίεψαν το γράμμα μου στην «Εφημερίδα».

Α π ο φ υ γ ή Μου είπε γνώριμος, απαριθμόντας Για τον Κοκρόγλωσσο, κακά πολλά. Του αποκρίθηκα χαμογελόντας, Λες δικαιότατα, μιλείς καλά. Μον τι πειράζεσαι στο φέρσιμό του Μη δεν τον γνώρισες καμμιά φορά; Αν του εδόθηκε για φυσικό του Να κρίνη άτζαλα, και βρομερά. Μ' οχτρούς και φίλους του να ωμιλήση, Ή μ' όπιον έλαχε να πρωτοϊδή, Κακά ενάντια τους θα τζαμπουνίσει, Σα να τον ξύλιζαν με το ραβδί.

Και ποίαν είδησιν, εφώναξεν αυτός, ημπορείς να μου δώσης δι' αυτήν; μήπως θέλεις μου φανερώσης τον θάνατόν της; εσύ χωρίς αμφιβολίαν εστάθης μάρτυρας του δυστυχισμένου τέλους της, που τώρα είναι τρεις χρόνοι· αλλοί εις εμέ που την εστερήθηκα, χωρίς να ηξεύρω τι έγινε, με όλες τες μεγάλες εξέτασες που έκαμα. Όχι, όχι, του αποκρίθηκα, αυτή ακόμη ζη, και εις τούτην την ημέραν θέλεις την ιδεί.

Ας είνε, ω ακριβέ μου νυμφίε, μου απεκρίθη, θέλω ομιλήσει αύριον του πατρός μου, και χωρίς αμφιβολίαν θέλει στείλει εδώ όλα τα πλούτη του. Όχι όχι της αποκρίθηκα δεν είναι αναγκαίον να του ομιλήσης· ολίγον με συμφέρουν οι θησαυροί του με το να μου είνε άχρηστοι· μου φθάνει ότι με το χέρι σου να μου δώσης κανένα διαμαντικόν, αυτό θέλει είνε η μοναχή προίκα που σου ζητώ.

Αυτό είνε έν υποκείμενον απαρομοίαστον, του αποκρίθηκα εγώ, που είνε αξία διά τον μεγαλύτερον βασιλέα του κόσμου. Αυτή ετούτην την νύκτα θέλει έλθει εδώ· εσύ θέλεις την ιδεί με τα μάτια σου, και θέλεις ειπεί την αλήθειαν αν δεν είνε έτσι. Ολίγον υστερότερα ήλθεν η Τζελίκα την οποίαν επαρακάλεσα να δεχθή να της συστήσω τον Φακύρην.