United States or Western Sahara ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και κοίτα εκεί το Δομενιά που στέκει απ' τ' άλλο μέρος 230 όμιος μ' αθάνατο θεό στων λόχων του τη μέση με γύρω του των Κρητικών τα πρώτα παλικάρια. Συχνά τον φιλοξένεβε ο καστανός Μενέλας σπίτι μας, πέρα οχ το νησί σαν έρχουνταν της Κρήτης.

Όχι! δεν είνε όνειρο, κι' ουδέ κοιμάσαι ακόμα Σ' έφερε τ' άλογό σου εδώ κομμάτια 'ςτό δισάκι Κ' εγώ, που μ' εξεγλύτωσες απ' τη σκλαβιά μια μέρα Εγώ με την αγάπη μου και με τα δάκρυά μου, Εγώ μ' αθάνατο νερό σ' ανάστησα, λεβέντη. Τώρ' αρματώσου γλήγορα, ανέβα 'ςτ' άλογό σου Και χτύπα το, σαν αστραπή 'ςτό σπήτι να φέρη.

Κι ανίσως κ' είτανε γραφτό μας να φανή και να λάμψη τέτοιο αθάνατο χάρισμα μερικά χρόνια πρι να στήση ο Ουρβανός το κανόνι του έξω από τους τοίχους της Πόλης, δε θα πρόφταινε μήτε να ραγίση το κανόνι εκείνο, μόνο θα γινότανε μια και καλή θρούβαλα μαζί με το κεφάλι του Μωχαμέτη. Μας ήρθε όμως αργά το μεγάλο το χάρισμα.

Και τον ξεχωρισμό τούτο φανερώνει και το χαριτωμένο τραγούδι, που γεννήθηκ' εκεί σε παλιά χρόνια κι ακόμα ζη αθάνατο κι άγγιχτο από στόμα σε στόμα: Στα Γιάννινα είν' η ώμορφες, στην Άρτα η μαυρομμάτες Και στην καϋμένη Πρέβεζα κοντούλες και γιομάτες. Όλες αυτές η ηπειρωτικές μορφές είχαν συμμαζωχθή την ημέρα κείνη απάνου στα πλατιά της Καστρίτσας χαλάσματα.

ΑΜΛΕΤΟΣ Τι; Ποιος θα 'ναι ο φόβος; Δεν λογαριάζω ουδέ βελόνι την ζωήν μου· όσο διά την ψυχήν μου, τι μπορεί να πάθη από αθάνατο πνεύμ' αθάνατη κ' εκείνη; Με καλεί πάλι πέρα· θα το ακολουθήσω.

Είπε, και μέσα τούσταξε παλικαρήσο θάρρος, κι' έπειτα αθάνατο νερό μες στο νεκρόνε στάζει απ' τα ρουθούνια, π' άλιωτες οι σάρκες του να μείνουν. Κι' εκείνος πήρε το γιαλό άκρη άκρη, ο Αχιλέας, 40 φριχτά αλυχτώντας σήκωσε των Αχαιών τ' ασκέρι.

Μα το αθάνατο νερό από τότε δεν εξαναφάνηκε. Μόνον δύο φορές τον χρόνο, στην πρώτη Ανάστασι και του Σωτήρος, την ώρα που ανοίγουν τα Επουράνια, ο βράχος ρίχνει, δώρον ακριβό από μία στάλα στη γη. Αλλά κανείς δεν την βλέπει. Πολλοί πηγαίνουν και ξενυχτούν μέσα στη σπηλιά, καλόγηροι και λαϊκοί, άντρες και γυναίκες, με τα μαντήλια στο χέρι και τα μάτια κολλημένα στου βράχου το μακαριστό μαστάρι.

Και τον ξεχωρισμό τούτο φανερώνει και το χαριτωμένο τραγούδι, που γεννήθηκ' εκεί σε παλιά χρόνια κι' ακόμα ζη αθάνατο κι άγγιχτο από στόμα σε στόμα: Στα Γιάννινα είν' η ώμορφες, στην Άρτα η μαυρομμάτες Και στην καϋμένη Πρέβεζα κοντούλες και γιομάτες. Όλες αυτές η ηπειρωτικές μορφές είχαν συμμαζωχθή την ημέρα εκείνη απάνου στα πλατιά της Καστρίτσας χαλάσματα.

Χρόνια και μήνες πλάνεσα, σαν διψασμένο αλάφι Ναύρω τ' αθάνατο νερό να πιω να μην πεθάνω. Τάχα από ποιο βουνόκορφο και ποιόν γκρεμό να πέφτη; Σε τι λαγκάδι να περνά.

ΦΟΡΤΙΜΠΡΑΣ Τα λείψανα, οπού βλέπω, φόνους καταβοούν! — 'Σ τ' αθάνατό σου δώμα, ω Θάνατε δοξομανή, τι κάλεσμά 'χεις και τόσους βασιλείς εκτύπησες με μίαν βολήν φονικωτάτην; Α’ ΠΡΕΣΒΥΣ Φρίκης θεωρία!