United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καίτοι δε ορέξεις δύνανται να είναι εναντίαι προς αλλήλας, ως συμβαίνει, όταν είναι εναντία ο λόγος και αι επιθυμίαι , γίνεται τούτο μόνον εις τα όντα τα οποία έχουσι το αίσθημα του χρόνου. Αριθμητικώς όμως πολλαί κινητικαί δυνάμεις δύνανται να είναι εν αυτή.

Ο Έφις, καθισμένος στο σκαλάκι, με ένα γιασεμί στο χέρι και το κεφάλι ακουμπισμένο στον τοίχο, περίμενε να γυρίσει ο Τζατσίντο με ένα ακαθόριστο αίσθημα φόβου. Ο Τζατσίντο δεν γύριζε. Είχε μάθει, το δίχως άλλο, τη συμφορά και δίσταζε να γυρίσει. Πού ήταν; Ακόμη στην Ολιένα ή στο Νούορο ή πιο μακριά;

Και τις να ερμηνεύση δύναται, τις ισχύει να εισδύση εις το ριγηλόν αίσθημα της θείας συμπαθείας, το οποίον εις την θέαν εκείνην διέπνευσε την ψυχήν του Σωτήρος; Καθώς προσέβλεψεν εις την «μάζαν εκείνην χιόνος και χρυσού», δεν υπήρξεν υπερηφάνεια, δεν υπήρξεν έξαρσις εν τη καρδία του αληθούς βασιλέως της; Πόρρω τούτου! Είχε χύσει σιγηλά δάκρυα· επί του τάφου του Λαζάρου· εδώ έκλαυσε μεγαλοφώνως.

Α! ο Θεός ευλόγησε την γη που της έδωκεν αίσθημα. Όχι εκείνο το αναίσθητο στοιχειό που το αυλακώνεις και τρέχει να σβύση τ' αχνάρι σου σαν να μη θέλει ν' αφίση άλλος σημάδι στην αιωνιότητα· που το καλοπιάνεις, το παινεύεις, το τραγουδάς κ' εκείνο σε σπρώχνει σαν να σου λέγη «τι θες εδώκαι βρυχέται να σου ανοίξη τον λάκκο, τίγρις ανήμερη. Ο Κάης θαλασσινός έπρεπε να πάη έπειτ' από το κακούργημα.

Μπορούσε να ελπίζη πως ο σύζυγός της θα την έβλεπε με την αληθινή της όψη; θα την εδέχετο χωρίς καμμιά προκατάληψη; και θα επιθυμούσε να διαβάση εκείνος στην ψυχή της; Και όμως, πάλι, μπορούσε να προσποιηθή μπροστά στον άντρα της, εμπρός τον οποίον πάντοτε σαν κρύσταλλο ήτανε ανοικτή και ελεύθερη και εις στον οποίον ποτέ δεν έκρυψε κανένα αίσθημά της, ούτε μπορούσε ν' αποκρύψη; Και το ένα και το άλλο της έδινε φροντίδες και την έβαζε σε στενοχώρια· και πάντοτε γύριζαν η σκέψεις της πάλι προς τον Βέρθερο, ο οποίος ήτανε γι' αυτήν χαμένος, τον οποίον, δεν μπορούσε ν' αφήση στον εαυτό του και εις τον οποίον, αν την έχανε, δεν έμενε τίποτε πια.

Αίσθημά τι αμφιβολίας περιεχύθη μεταξύ των παρόντων Περσών· δεν ηδύναντο να πιστεύσωσιν ότι οι μάγοι κατέλαβον τα πράγματα, αλλ' υπώπτευσαν ότι ο Καμβύσης έπλασε την διήγησιν του θανάτου του Σμέρδιος διά να τους απατήση και επαναστατήσωσι κατά του αδελφού του.

Γλυκύ αίσθημα και ισχυρόν η αγάπη της πατρίδος ! Ότε από του τρεχαντηριού είδα περί εμέ καταπράσινον την φύσιν, και τ' απέχοντα χωρία, και την επί της άμμου μικράν συνάθροισιν, η καρδία μου ηυφράνθη.

Συχνά την έβλεπεν εταστικώς, ωσάν να ήθελε κάτι ν' αναγνώση επί του προσώπου της, κάτι να μαντεύση· ούτε παρατήρησιν όμως τη απηύθυνε ποτέ, ούτε τίποτε. Εκείνη έβλεπε ταύτα και ηδημόνει. Θα επροτίμα θόρυβον μάλλον παρά την ησυχίαν αυτήν. Αντί της απαθείας του, θα επροτίμα παρατηρήσεις, ανακρίσεις φανεράς, ελέγχους. Ταύτα θα εδείκνυον ενδιαφέρον, πάθος τι, έν αίσθημα.

Τώρα όμως του γενούσαν άλλο αίσθημα. Έφτανε ένα και μοναχό λιθαράκι για να του φέρνη μπροστά ατόφιο κ' ζωντανό το καλλιτέχνημα· και κείνο πάλι έφτανε για να του δείχνη κινούμενη την προγονική ψυχή. Όσο που κατάντησε ατός και μοναχός του να σμίγη την ψυχή του βιβλίου με του μαρμάρου την ψυχή και να βγάνη μια ζωή ολόχαρη, παλληκαρίσια και δοξολουσμένη.

Μα, καϋμένο παιδί, έλεγε η μάνα μου, μέλι 'χει αυτή η κοπελιά; Εγώ τώξερα τι μέλι είχεν ή μάλλον τώρα άρχιζα να το νιώθω, διότι έως τότε η αγάπη μου ήτο αίσθημα κατά πολλά αυτοαγνοούμενο και μιμητικό. Τώρα όμως άρχιζε να καίη και να διαφωτά μέσα μου μια φωτιά που δε μ' άφηνε να την αγνοώ. Αλλά σ' αυτή την αυτοανακάλυψη με βοήθησε και το Βαγγελιό.