United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρόσεξε λοιπόν να ιδής πού αποβλέπει όστις αποδίδει ορθώς τον έπαινον τούτον εις έκαστον και ομιλεί ορθώς.

Αν τύχη και νικήσης, προσκάλεσε με σάλπιγγα αυτόν, που σου το δίδει. Όσον κι' αν φαίνωμαι άθλιος, έχω να φέρω ένα που όσα μαρτυρούντ' εδώ θα τα υποστηρίξη! Αν νικηθής, τετέλεσται το έργον σουτον κόσμον, και παύει κάθε βάσανον. Η Τύχη βοηθός σου! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Να το διαβάσω πρόσμενε. ΕΔΓΑΡ Μου είν' εμποδισμένον. Όταν θα έλθη ο καιρός, οι κήρυκες ας κράξουν και τότε πάλιν θα με ιδής.

Κ' ήλθε η ψυχή του παλαιού Θηβαίου Τειρεσία• 90 σκήπτρο κρατούσε ολόχρυσο• μ' εγνώρισε και μου 'πε• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, ει πάλιν, ω ταλαίπωρε, από το φως του ηλίου ήλθες να ίδης τους νεκρούς, τον άτερπνο τον κόσμο; σύρου απ' τον λάκκο, το σπαθί βάστα μακρυά, να πίω 95 από το αίμα, να σου ειπώ κατόπι την αλήθεια».

ΤΥΧ. Όχι, σε βεβαιώ, αλλά σοβαρώς πιστεύω ότι δεν έχεις να αναφέρης τοιούτους. ΠΑΡ. Φαίνεται ότι δεν ανέγνωσες ποτέ βίους φιλοσόφων, άλλως θα ενόεις αμέσως ποίους θέλω να είπω. ΤΥΧ. Τέλος πάντων επιθυμώ ν' ακούσω ποίοι είνε. ΠΑΡ. Θα σου τους αναφέρω και θα ιδής ότι δεν είνε οι χειρότεροι, αλλά μάλιστα οι καλλίτεροι, ως εγώ νομίζω, και εκείνοι τους οποίους ολιγώτερον φαντάζεσαι ως τοιούτους.

Λοιπόν είπαμεν ότι η Τροία από τα υψηλά μετεφέρθη εις μεγάλην και καλήν πεδιάδα, εις κάποιον λόφον όχι υψηλόν, ο οποίος είχε πολλούς ποταμούς πηγάζοντας από τα υψηλά μέρη της Ίδης. Αυτό λέγουν τουλάχιστον. Λοιπόν δεν φρονούμεν άραγε ότι τούτο συνέβη εις το πολύ χρονικόν διάστημα το οποίον εμεσολάβησε μετά τον κατακλυσμόν; Πώς όχι εις το πολύ διάστημα;

Μην κατεβάζης το γεφύρι, πριν σου δώσουν την άδειαν οι προεστοί. Ας βάλουν βάρδια καιτο Πρεγάδι κι' αλλού για να μη σας πατήσουν νύχτα. Και ταύτα λέγων ο βοσκός ήρχισε ν' απομακρύνεται από την γέφυραν. — Είσαι στα συγκαλά σου; του εφώναξε διά τελευταίαν φοράν ο μπάρμπα- Δήμος. — Εγώ είμαι στα λογικά μου, ησύχασε· τώρα θα ιδής. — Και συ πού θα πας; τον ηρώτησεν ο πυλωρός.

Τέλος πάντων! του είπα, ετελείωσαν τα επεισόδια; Άρχισε πλέον την ιστορία! — Στάσου δα! απήντησεν εκείνος πειρακτικώς. Μήπως είμεθα εις την Ευρώπην που πουλούν το κρέας δίχως κόκκαλα; Σε λέγω την ιστορία καθώς εγένηκεν. Αν δεν σ' αρέση, άφησέ την κατά μέρος. Πάμε να διούμε την χανούμισα! — Σε ήθελα να είσαι από πουθενά, εξηκολούθησεν έπειτα, να ιδής την μητέρα, όταν το άκουσε.

Ησθανόμην ότι ηρυθρίαζα ενώ απεκρινόμην απαριθμών τας γνώσεις μου και εκφράζων την επιθυμίαν του να λάβω γραφικήν παρ' αυτώ υπηρεσίαν. ― Καλά, είπεν αφού ετελείωσα, καλά. Μου χρειάζονται νέοι ως συ. Θα σε τοποθετήσω καταλλήλως. Αλλ' ανάγκη πρώτον να ησυχάσωμεν ολίγον. Περίμενε να πάρωμεν το Ναύπλιον και έλα πάλιν να με ιδής. Να περιμένω μέχρις ου αλωθή το Ναύπλιον ! Ανεχώρησα αποκαρδιωμένος.

Και τι ακούς; — Κάτι τρέχει. — Τι είνε; — Ο αφέντης εσηκώθη. — Και τι κάνει; — Δεν ξέρω. — Σηκώσου να ιδής. — Νυστάζω, μάννα. — Α, τεμπέλη. — Όλη μέρα δούλευα. — Δεν λαγκεύει η καρδιά σου; — Διά τι πράγμα; — Δι' αυτό που γίνεται. — Τι με μέλει; — Σηκώσου ν' ανάψης τον λύχνο. — Τι να τον κάμης τον λύχνο; — Διά να ιδούμε τι είνε. — Δεν 'μπορούμε να ιδούμε και δίχως λύχνο;

ΠΟΣ. Εύγε• και τώρα πηγαίνομεν• συ δε, Τρίτων, ακολούθει κολυμβών... Και τώρα που εφθάσαμεν εις την Λέρναν, εγώ μεν θα κρυφθώ εδώ κάπου, συ δε κατασκόπευε• και όταν την ιδής να πλησιάζη... ΤΡΙΤ. Έρχεται πλησίον σου. ΠΟΣ. Πραγματικώς είνε ωραία και ακμαία παρθένος. Αλλά πρέπει να την συλλάβωμεν.