Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Αυθέντη, του είπεν, εγώ είμαι πρόθυμος διά να σε υπακούσω οπόταν θέλης έτσι· μα ήξευρε πως προίκα δεν έχω να σου δώσω, και αν την θέλης χωρίς προίκαν καλώς, ειδεμή ας κάθεται. Ετούτο είνε παρά πολύ, είπεν ο Κατής, μα ας είνε· εγώ είμαι ευχαριστημένος να την λάβω και δίχως προίκα, και λέγοντας, ούτως ηθέλησε διά να γραφθή η συμφωνία.
Πεισθείς ο κλέπτης προσήλθεν· ο δε Ραμψίνιτος τον εθαύμασε καθ' υπερβολήν και τω έδωκε την θυγατέρα του ως άνθρωπον όστις ήξευρε περισσότερα από όλους, λέγων ότι οι μεν Αιγύπτιοι υπερέχουσιν από όλους τους ανθρώπους, αυτός δε από όλους τους Αιγυπτίους.
Αλλά το αύλημα εξηκολούθει αντηχούν, υπέρτερον της φωνής της και του βαναύσου γλουγλουκισμού των γαλλίων, έχον βοηθόν ακατάβλητον την ψυχράν και ξηράν πνοήν του ανέμου. Η Σμάλτω δεν ήξευρε πλέον και αυτή πώς διέκειτο και τι ήθελεν.
Και ο ιατρός όμως τα αυτά εφρόνει, αν και ενίοτε τον κατελάμβανε λύσσα και δεν ήξευρε πως θα εφέρετο, αν παρεδίδετο αίφνης εις χείράς του η άπιστος . . . Έμεινεν εις αυτόν ως παρηγοριά η επιστήμη μόνη.
Ο Ρούντυ τα άκουγε προσεκτικά με περιέργειαν, αλλά χωρίς καθόλου φόβον, — δεν τον ήξευρε τι πράμμα είναι· και εκεί που άκουγε, του εφάνηκε 'σάν να άκουγε το δαιμονικόν υπόκωφον μούγκρισμα· ναι, εγίνετο περισσότερο ακουστόν, το άκουγαν ακόμη και οι άνδρες, εκρατούσαν την ομιλίαν των μέσα των, ενέτειναν την ακοήν των, και έλεγαν εις τον Ρούντυ πως δεν πρέπει να κοιμηθή.
— Κι' είσαι άγγιχτη ακόμα; Είπε μια, η πλειο περίεργη. — Ντίπου άγγιχτη! απολογήθηκε η Κώσταινα. Μα τον Θεό, και μα την πίκρα της Ξενιτειάς! Όταν παντρευτήκαμαν, εγώ είμουν δέκα πέντε χρονών, κι' εκείνος — νάσκαζα — είταν δώδεκα μοναχά. Δεν τάχε κι' αυτά σωστά ακόμα, και δεν ήξευρε τίποτε από τα εγκόσμια.
Ενώ έλεγεν αυτά το χαμόμηλον, ιδού διά μιας η κίχλα εκατέβη και εκάθισεν, όχι εις τας δενδρομολόχας και τα άλλα άνθη, αλλ' εις το χόρτον κοντά εις το χαμόμηλον, το οποίον τα έχασεν από την χαράν του και δεν ήξευρε πως να εξηγήση αυτήν την επίσκεψιν.
«Ποτέ δεν αποθαρρύνομαι!» εφώναξε. «Μία επίσκεψις εις τον Μύλον! καλησπέρα εις τον μυλωθρόν, καλησπέρα εις την Μπαμπέττα. Δεν πέφτει κανείς, εάν δεν το σκεφθή. Πρέπει τέλος πάντων να με ιδή η Μπαμπέττα μια φορά. Θέλω να γίνω άνδρας της!» Ο Ρούντυ εγέλα, είχε φαιδράς διαθέσεις και εβάδισε προς τον Μύλον. Ήξευρε τι ήθελε: ήθελε να έχη την Μπαμπέτταν.
Στην υγιά του νοικοκύρη, Φίλοι, αδειάστε το ποτήρι. Κι' ευχηθήτε τον να ζη, Με τους φίλους του μαζή. Ξ υ λ ό-Γ α τα. Άκουσε και να 'πορήσης, Κι' αν είσ' άξιος να με λύσης. Ήξευρέ με τέτιας φύσης, Που κ' εις δυω να με χωρίσης, Δεν 'μπορείς να μ' αφανίσης, Και το πρώτο μου θ' αρχίσεις Ως φυτό να το μετρήσης, Και στο δέφτερό μ' επίσης, Τη ζωή θα συμφωνήσεις.
Ήλθε λοιπόν εις την Μίλητον ο απεσταλμένος ούτος· ο δε Θρασύβουλος, όστις ήτο προειδοποιημένος περί πάντων και ήξευρε τι έμελλε να πράξη ο Αλυάττης, εσκέφθη το ακόλουθον. Αφού έφερεν εις την αγοράν όλον τον σίτον όστις ευρίσκετο εις την πόλιν, είτε εις τας ιδίας του αποθήκας είτε εις τας των ιδιωτών, παρήγγειλεν εις τους Μιλησίους, όταν τους ειδοποιήση, να αρχίσωσι να πίνωσι και να διασκεδάζωσιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν