Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Και πού να ήξευρες, ανθρωπάκο μου, ότι οι μεγαλείτεροι υποκριταί είνε οι αποφεύγοντες δήθεν την υποκρισίαν . . . Προχωρών εντός της κωμοπόλεως, και βλέπων πάντοτε, εν μακρά μαύρη παρατάξει, τους επί των τοίχων σταυρούς, ήρχισε να κατασκευάζη διαφόρους συλλογισμούς. Είχε χαράξει καλά πλέον.

Διότι αν δεν ήξευρες καθαρά ποίον πράγμα είνε όσιον και ποίον ανόσιον, ποτέ δεν θα επεχείρεις να καταγγείλης εις το δικαστήριον επί φόνω τον πατέρα σου, ένα γηραλέον άνθρωπον, διά να υπερασπίσης ένα μισθωτόν δούλον, ένα ημεροκαματιάρην.

Εγώ του είπον· αν ήξευρες την αιτίαν, ήθελες μου ομιλήσει με πλέον ημερότητα, και αντί να με υβρίζης έπρεπε να χαρής περισσότερον· διότι εγώ έχω συναγμένα τόσα πετράδια και δι' εμένα και δι' εσένα, που εις όλην σας την ζωήν όλοι εμού οι σύντροφοι δεν ηθέλατε συνάξη, και εκείνα που συνάζετε σεις είνε κατά τύχην.

Αν εσύ ήξευρες ποία είμαι, και πόσην ευτυχίαν θέλει σου προξενήσει ετούτο το συμβάν, ήθελες λογισθή ο πλέον ευτυχισμένος των ανθρώπων. Τέλος πάντων η Κυρά, με την δύναμιν των λόγων της, μου απεδίωξε τον φόβον που με είχε περικυκλωμένον, και αφίνοντάς με εις τες ελπίδες που αυτή μου έδινε, δεν εστοχάσθηκα πλέον τον κίνδυνον που ήμουν, αλλά ηθέλησα να κερδίσω τον καιρόν που μου επαρουσιάζετο.

Τι; δράμα θα παίξωμεν; Δεν δυνάμεθα όλοι, όπως αυτοί, ν' απαγγέλλωμεν στίχους τραγικούς, διά να σε συνοδεύσωμεν. Δεν έχομεν καταπιή όλον τον Ευριπίδην. Αλλά μη νομίζης ότι δεν γνωρίζω την αιτίαν της λύπης σου. ΖΕΥΣ. Δυστυχισμένη• αν ήξευρες θάκλαιγες και θα εθρήνεις.

Ο Βινίκιος ανέγνωσε την επιστολήν και έμεινεν άφωνος επί τινας στιγμάς. Και μετ' ολίγον: — Ήξευρες ότι ήθελε να φύγη; ανέκραξεν ο Βινίκιος. — Ήξευρα, ότι δεν θα συγκατένευε να μεταβή εις την οικίαν σου διά να γίνη παλλακίς σου. — Και συ, τι υπήρξες εις όλην την ζωήν σου; — Εγώ ήμην δούλη.

Γιατί σ' ακούει κανείς από την εξουσία κ' ευρίσκεις τον μπελά σου! Άφησε και την πόστα και τον ποστιέρη να κουρεύωνται, και βλέπε την δουλειά σου, σαν νοικοκυροπαίδι. Μα κείνος ο μακαρίτηςτον ήξευρες πώς ήτανεδεν τον εχωρούσεν ο τόπος να καθήση. Τον έμαθα τέχνη και τον άνοιξ' αργαστήρι, για να πιάση τον τόπο του πατέρα του. Μα, έλα που αγαπούσε να γερνά μέσα στους δρόμους!

Αν ήξευρες τι φροντίδες έχουν, θα γελούσες και μόνος σου με τον εαυτό σου που ενόμισες ότι ο πλούτος δίδει την ευτυχίαν. ΜΙΚ. Λοιπόν, Πυθαγόρα, ή όπως άλλως θέλεις να σε λέγωκαι σε παρακαλώ να μου πης το όνομα που προτιμάς διά να μη σου λέγω διάφορα και γίνεται σύγχυσις. ΠΕΤ. Το ίδιο κάνει είτε Εύφορβον, είτε Πυθαγόραν ή Ασπασίαν με λες, είτε Κράτητα• διότι όλα αυτά εγώ είμαι.

Ενθυμήθηκα τον μακαρίτη τον πατέρα σου, κ' ενθυμήθηκα, πως μια τέτοια παραμονή, σαν είδες του κόσμου τα παιδιά που κρατούσαν ταις σ ο υ ρ β ι έ ς και σ ο ύ ρ β ι ζ α ν τους ανθρώπους μέσ' στον δρόμο, πήρες και συ μια σκούπα και άρχησες να χτυπάς τον πατέρα σου πα στην ράχη και να τον σουρβίζης: Σούρβα, σούρβα! γερό κορμί, γερό σταυρί, όλο γεια και δύναμι, και του χρόν' γεροίΈτσι μικρό που ήσουνε, ήξευρες τα λόγια.

Και πώς; είπεν η Δηλαρά, θέλεις εσύ να φυλάξης αυτόν τον τυραννικόν όρκον; ήξευρες εσύ, οπόταν τον έκαμες, πως ήμουν εγώ εκείνη που έταξες διά να τον φυλάξης, και περιπλέον στοχάζεσαι ότι η Δηλαρά να μην αχρήζη περισσότερον από μίαν επιορκίαν; α, Κουλούφ, ακολούθησεν αυτή κλαίοντας, εσύ δεν με αγαπάς, και διά τούτο θέλεις να με χωρίσης.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν