United States or Malawi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι, όταν ήκουα ευθύς από την παιδικήν ηλικίαν από τα παιδία που έλεγαν «Καλέ Μέγιλλε, η πόλις σας μας έκαμε το δείνα κακόν ή καλόν», εκεί που ήκουα αυτά και εφιλονικούσα εναντίον αυτών προς χάριν σας απέκτησα όλην την συμπάθειαν μαζί σας, και δι' αυτό τόρα και η γλώσσα σας μου είναι προσφιλής, και αυτό που λέγουν οι περισσότεροι, ότι δηλαδή όσοι από τους Αθηναίους είναι ενάρετοι είναι κατ' εξοχήν τοιούτοι, μου φαίνεται ότι λέγεται πολύ ορθώς.

Δεν είν' καιρός που μιαν κραυγήν να ήκουα την νύκτα, επάγοναν τα μέλη μου, — που ένα παραμύθι να μου ορθώση τα μαλλιάτην κεφαλήν 'μπορούσε, ως να εζωντάνευαν! — Εχόρτασ' από φρίκην, οι ιδικοί μου λογισμοί συνείθισαν τον τρόμον, εις το εξής δεν ημπορεί να με 'ξιππάση πλέον! ΣΕΥΤΩΝ Η βασίλισσα, αυθέντα σεβαστέ μου, απέθανε.

Και όσον διά τον Θεαίτητον εγώ ο ίδιος και χθες συνεζήτησα μαζί του, και σήμερον τον ήκουα που έδιδε απαντήσεις, ως προς τον Σωκράτη όμως ούτε το έν ούτε το άλλο. Πρέπει όμως να παρατηρήσωμεν και αυτόν. Και όσον μεν δι' εμέ άλλοτε θα εύρωμεν καιρόν, τόρα όμως ας αποκρίνεται εις εσέ. Ξένος. Αυτό θα γίνη. Φίλε Σωκράτη, ακούεις λοιπόν τι λέγει ο Σωκράτης; Νέος Σωκράτης. Μάλιστα. Ξένος.

Εξηπλωμένος επί της πρύμνης ησθανόμην υπ' εμέ το σκάφος υψούμενον και καταπίπτον και ήκουα τον άγριον ρόχθον της θαλάσσης πληττούσης τα πλευρά του, τον οργίλον συριγμόν των αφριζόντων κυμάτων, των σχοινιών τον γογγυσμόν, και του πηδαλίου το τρίξιμον. Είχα τους οφθαλμούς κλειστούς, αλλά δεν εκοιμήθην όλην την νύκτα. Τα μέλη μου ήσαν βαρέα, μου έλειπε δε και δύναμις και θέλησις να τα κινήσω.

Αλλά τι να σου είπω διά τας γνώμας των περί του κόσμου; Σου ομολογώ ότι όταν τους ήκουα καθ' εκάστην να ομιλούν περί ιδεών και ασωμάτων και ατόμων και περί κενών και να επαναλαμβάνουν πλήθος τοιούτων λέξεων, μου ήρχετο αναγούλα.

ΜΑΚΒΕΘ Ο ένας είπε: Βοήθειά μου ο Θεός! κ' είπε «Αμήν» ο άλλος, ωσάν να μ' έβλεπαν μ' αυτά τα φονικά τα χέρια! Τους ήκουα που 'τρόμαζαν, αλλά δεν ημπορούσα να 'πώ «Αμήν», που έλεγαν «Θεέ, βοήθειά μας», ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Άφες τα τούτα! ΜΑΚΒΕΘ Διατί κ' εγώ δεν ημπορούσα να το προφέρω το Αμήν; Είχα πολλήν ανάγκην από την χάριν του Θεού, και όμως εκολνούσετον λάρυγγά μου το Αμήν!

Ήκουα το πανπαν ό,τι ήτο δυνατόν να ακούσω εις τον ουρανόν και εις την Γιν· ήκουσα πολλά πράγματα σχετιζόμενα με τον Άδην. Τότε πώς θα ήτο δυνατόν να είμαι τρελλός; Ακούσατε! Και σημειώσατε με ποίον λογικόν και συστηματικόν τρόπον θα σας διηγηθώ εν εκτάσει την ιστορίαν.

Ο νους μου ήτο αλλαχού και ήκουα χωρίς να προσέχω, αλλ' ενετυπούντο εις την μνήμην μου αι εξοχικαί της σιωπηλής εκείνης νυκτός διαταράξεις, και η οσμή των ανθών, και τα παίγνια της σελήνης υπό των δένδρων τους κλώνους. Ότε έδυσεν η σελήνη, το δε σκότος εκάλυψε την εξοχήν, ηγέρθην, επεκαλέσθην την βοήθειαν του Θεού, και επροχώρησα προς τον δρόμον. Εβάδιζα άνευ δισταγμών, διότι εγνώριζα τι θέλω.

ΑΛΕΞ. Και εγώ τ' ήκουα αυτά, όπως συ, αλλά τώρα βλέπω ότι ούτε η μητέρα μου, ούτε οι Αμμώνιοι προφήται έλεγαν σωστά πράγματα. ΔΙΟΓ. Τα ψεύδη των όμως σου εχρησίμευσαν εις τους σκοπούς σου, διότι πολλοί υπέκυψαν εις εσέ επειδή σ' ενόμιζαν θεόν. Αλλά δεν μου λες εις ποίον αφήκες την τόσην σου εξουσίαν;

Τίποτε δεν είχε, διέκοψεν ο Δημήτριος· ήτον υγιέστατος, ευκίνητος πάντοτε και δραστήριος, ως τον εγνώριζες. Ολίγον μόνον μελαγχολικός ήτον εσχάτως, και η φαιδρά του μεγαλαυχία είχε κάπως ελαττωθή· ήτο κάμποσος καιρός, που δεν τον ήκουα πλέον να δημιουργή τα αιώνια εκείναηξεύρεις; — σχέδιά του περί πλουτισμού και εκατομμυρίων, με τα οποία τόσον μας διεσκέδαζε.